Ανάλυση Πληροφοριών και Στρατηγικός Αιφνιδιασμός

Αφήστε αξιώματα και προκαταλήψεις. Εσείς αντιμετωπίζετε την κατάσταση. Συλλέξτε τις πληροφορίες σας, αναλύστε τα δεδομένα, αξιολογείστε τις συνθήκες και δράστε αναλόγως. Πάνω απ’ όλα, να έχετε ανοιχτό μυαλό και να σκέφτεστε! Αυτή είναι η συνταγή της επιτυχίας.

Έρβιν Ρόμελ, στους μαθητές του.

Η «Αλεπού της Ερήμου» δεν είχε άδικο με αυτήν την παρότρυνση. Στην εποχή του, οι πληροφορίες είχαν αρχίσει να αποτελούν το παν για την κάθε πλευρά, καθώς, από την κατοχή μερικών μόνο λέξεων, μπορούσε να κριθεί η έκβαση ολόκληρων επιχειρήσεων. Όλα όσα περιγράφονται αποτελούν αυτό που ονομάζουμε απόκτηση και ανάλυση πληροφοριών και στρατηγικό αιφνιδιασμό. Τι είναι, όμως, ο στρατηγικός αιφνιδιασμός;

Σύμφωνα με τον Ariel Levite, στρατηγικός αιφνιδιασμός είναι η κατάσταση, κατά την οποία ένα κράτος καταλαμβάνεται εξαπίνης, από πρωτοβουλία τρίτου, σε στρατηγικό επίπεδο. Αν είχαμε να του προσδώσουμε κάποια επιχειρησιακά στοιχεία, αυτά θα ήταν:

  1. Αποφασιστικότητα ως προς την προκαλούμενη ζημιά.
  2. Άμεση απειλή κατά ζωτικών συμφερόντων.
  3. Απόπειρα επίτευξης συντριπτικής ήττας του αντιπάλου, με στόχο να αλλάξει άρδην η κατάσταση και να καθοριστεί η τελική έκβαση της σύγκρουσης.

Πέραν αυτών των στοιχείων, στα πλαίσια του ορισμού, θα μπορούσαν να του αποδοθούν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

  • Συγκεκριμένο και ορισμένο γεγονός, και όχι μια διαρκής κατάσταση.
  • Δραστική επίδραση στα συμφέροντα ενός κράτους. Για το λόγο αυτό, αποτελεί δίκοπο μαχαίρι, καθώς μπορεί να αλλάξει άρδην τις ισορροπίες, υπέρ (αν είναι επιτυχής) ή κατά (αν αποτύχει) του κράτους.
  • Μπορεί να γίνει λόγος για στρατηγικό αιφνιδιασμό μόνο στην περίπτωση μη προβλεφθείσας απειλής, συνοδευόμενης από στρατιωτικές ενέργειες.

Κάθε φορά, όμως, που μελετάμε μια περίπτωση στρατηγικού αιφνιδιασμού, πρέπει να εξετάζουμε υποχρεωτικά και ορισμένες παραμέτρους:

  1. Ποιος είναι ο αιφνιδιάζων;
  2. Γιατί ενεργεί;
  3. Πότε ενεργεί;
  4. Πού θα ενεργήσει;
  5. Πώς ενεργεί;

Θα ήταν, βέβαια, άτοπο να εξετάσουμε περαιτέρω το θέμα, χωρίς να αντιληφθούμε ότι ο στρατηγικός αιφνιδιασμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την πληροφορία. Η συλλογή, ανάλυση και ερμηνεία των πληροφοριών είναι το Α και το Ω, τόσο για τον αιφνιδιάζοντα, όσο και για τον αιφνιδιαζόμενο. Ως εκ τούτου, ο στρατηγικός αιφνιδιασμός υλοποιείται σε δύο στάδια:

Στάδιο Α: Κατοχή, μετάδοση, εκτίμηση και διανομή της στρατηγικής προειδοποίησης.

Στάδιο Β: Αντίληψη του κινδύνου.

Ας έρθουμε, λοιπόν, στο ζήτημα των πληροφοριών. Η απόκτηση των πληροφοριών μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους, και είναι κάτι που θεωρούμε ότι ξεφεύγει από το πλαίσιο της παρούσας μελέτης. Στην πραγματικότητα, δε συλλέγονται πληροφορίες, αλλά ακατέργαστα δεδομένα (raw information), τα οποία, κατόπιν επεξεργασίας, γίνονται πληροφορίες (intelligence). Η όλη διαδικασία ονομάζεται “κύκλος πληροφοριών”, και χωρίζεται σε 5 βήματα:

  • Σχεδιασμός και διεύθυνση.
  • Συλλογή δεδομένων.
  • Επεξεργασία.
  • Ανάλυση και παραγωγή.
  • Διανομή.

Εν προκειμένω, μας ενδιαφέρει το στάδιο της ανάλυσης, όπου γίνεται η σύνθεση, εκτίμηση και ανάλυση των μέχρι στιγμής δεδομένων και η προετοιμασία των προϊόντων της πληροφορίας. Συγκεκριμένα, θα διακρίνουμε τρεις κατηγορίες:

  • Τα στάδια από τα οποία αποτελείται η ανάλυση.
  • Τις υπάρχουσες μεθόδους.
  • Την αξιολόγηση της πρόθεσης-απειλής.
Στάδια

Στα στάδια έχουμε την αξιολόγηση της πηγής της πληροφορίας, και την ανάλυση και αξιολόγηση των ίδιων των πληροφοριών. Αρχικά, η αξιολόγηση της πηγής γίνεται με βάση τη σχέση της με την υπηρεσία πληροφοριών, την αξιοπιστία της κατά το παρελθόν και την πρόσβαση σε αυτή. Έπειτα, η αξιολόγηση των πληροφοριών γίνεται με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα και τη διασταύρωσή τους με άλλες υπάρχουσες πληροφορίες. Τέλος, ως ανάλυση λογίζεται η συνεκτίμηση όγκου πληροφοριών, με σκοπό την κατάληξη επί ενός συμπεράσματος – μιας εκτιμήσεως.

Μέθοδοι

Υπάρχουν πάρα πολλές μέθοδοι, αλλά, για λόγους οικονομίας και χώρου, θα αναφερθούμε σε ορισμένες από αυτές.

  • Προαισθητική Μέθοδος (Intuitive Method)

Είναι η μέθοδος κατά την οποία, αφού έχουμε συγκεντρώσει ένα μεγάλο αριθμό δεδομένων, αξιολογούμε τον όγκο των πληροφοριών και καταγράφουμε όλα τα ενδεχόμενα. Πρόκειται για μια ασφαλή μέθοδο, η οποία παρέχει αρκετές οπτικές επί ενός θέματος, καλύπτοντας ευρύ φάσμα πιθανοτήτων.

  • Ανάλυση Ανταγωνιστικών Υποθέσεων (Analysis of Competing Hypotheses)

Τη μέθοδο αυτή εισηγήθηκε ο Dick Heuer, παλαιό μέλος της C.I.A. (Central Intelligence Agency). Πυρήνας της είναι η ύπαρξη ανταγωνισμού μεταξύ διαφορετικών υποθέσεων επί των παραδοχών ξένων ηγετών, η οποία θα μειώσει την προκατάληψη του «καθρεπτισμού» (mirror imaging), ακόμα κι αν οι υποθέσεις αυτές δεν μας παρέχουν μια ξεκάθαρη απάντηση. Σε αυτό το πλαίσιο, η καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών έγκειται στην αμφισβήτηση της υπόθεσης που αρέσει περισσότερο στον αναλυτή. Σκοπός της εν λόγω μεθόδου είναι η αποφυγή απόρριψης του ενδεχομένου εξαπάτησης, επειδή η κατάσταση φαντάζει απλή. Επί της ουσίας, πρόκειται για τη συγκέντρωση πληροφοριών, τη διατύπωση υποθέσεων και, κατόπιν μιας διαδικασίας λόγου-αντιλόγου επί της κάθε υπόθεσης, την αποδοχή των πλέον κρίσιμων και υλοποιήσιμων εξ αυτών.

  • Ανάλυση του Κεντρικού Μοχλού (Linchpin Analysis)

Η ανάλυση αυτή εισηγήθηκε από τον αναπληρωτή Διευθυντή Πληροφοριών της C.I.A., Doug MacEachin. Πρόκειται για μια μέθοδο,η οποία εκκινεί από πληροφορίες που είναι έγκυρες ή εμφανίζουν μεγάλο ποσοστό εγκυρότητας. Λαμβάνοντας υπόψη δεδομένα (σ.σ. θα μπορούσε να γίνει λόγος για αξιώματα) και πράγματα που είναι αδύνατο να υλοποιηθούν, ο αναλυτής έχει ένα πολύ πιο εύκολο έργο στα χέρια του. Ασχολείται, λοιπόν, αποκλειστικά με τα δεδομένα εκείνα που φαντάζουν ρεαλιστικά, με το πώς αυτά θα επιδράσουν στην υπό εξέταση υπόθεση και ποια θα είναι η ενδεχόμενη έκβασή τους. Στη συνέχεια, πραγματοποιεί αρκετά τεστ, καταστρώνοντας την αντίδρασή τους σε καθένα ενδεχόμενο. Τέλος, εξετάζονται πιθανά περιθώρια λάθους και αστάθμητοι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την τελική έκβαση, όπως επίσης ποιες κεντρικές κατευθύνσεις αποδεικνύονται αναξιόπιστες, ώστε να εξαχθούν τα ανάλογα συμπεράσματα.

Αξιολόγηση πρόθεσης-απειλής

Αφού συγκεντρωθούν και αναλυθούν όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, έρχεται η στιγμή της αξιοποίησής τους. Για να αποφευχθεί ο αιφνιδιασμός, πρέπει να εξεταστεί, πρώτον, το κατά πόσο ο αντίπαλος προτίθεται να μας πλήξει και, δεύτερον, τι είδους απειλή αποτελεί αυτός για εμάς. Ως προς την πρόθεση, εξετάζεται το κίνητρο, ήτοι γιατί να επιδιώκει να μας προσβάλει και τι έχει να κερδίσει με αυτό. Αφού εξακριβωθούν τα ανωτέρω στοιχεία, τότε περνάμε στο επόμενο βήμα: κατά πόσο η απειλή μιας προσβολής είναι ορατή και υλοποιήσιμη. Και εδώ, τον πρώτο λόγο έχουν οι πληροφορίες. Ωστόσο, η ύπαρξη προθέσεως δε σημαίνει και ύπαρξη απειλής, καθώς και το αντίστροφο.

Για παράδειγμα, κατά τις αρχές του 19ου αιώνα, το Βασίλειο του Πεδεμοντίου είχε την πρόθεση να ενοποιήσει την Ιταλία υπό μία εξουσία. Για να το πετύχει αυτό, έπρεπε να συγκρουστεί με την αυστριακή αυτοκρατορία. Οι Αυστριακοί ήταν ενήμεροι για τις βλέψεις του μικρού βασιλείου, ωστόσο, το Πεδεμόντιο ουδέποτε υπήρξε πραγματική απειλή για τους Αψβούργους.

Ένα άλλο παράδειγμα είναι η καταναυμάχηση του ναυτικού της Δανίας από τον Νέλσωνα. Ο Βρετανός ναύαρχος είχε εκτιμήσει ότι ο δανέζικος στόλος ήταν ικανός να βοηθήσει το Ναπολέοντα στη διεκπεραίωση των δραστηριοτήτων του στην Αγγλία. Ως εκ τούτου, ο στόλος αποτελούσε μια εν δυνάμει απειλή. Ωστόσο, η Δανία δεν είχε την πρόθεση να χρησιμοποιήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο το ναυτικό της.

Σε αυτό το σημείο, παρουσιάζεται ένα μεγάλο δίλημμα: τι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, η πρόθεση ή η δυνατότητα; Έχουν διατυπωθεί επιχειρήματα υπέρ και κατά και για τις δύο επιλογές. Κατά κανόνα, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα του αντιπάλου, χωρίς, όμως, να αγνοείται και η πρόθεσή του. Αντικειμενικά, είναι πιο δύσκολο να γίνει μια πρόβλεψη βασισμένη μόνο στην πρόθεση, καθώς τείνουμε να ερμηνεύουμε διάφορες ενέργειες ως συνηθισμένες. Για παράδειγμα, ο εξοπλισμός μιας χώρας μπορεί να φαντάζει ως αμυντική θωράκιση ή δικαιολογημένη στρατιωτική ενέργεια, ενώ, στην πραγματικότητα, να αποτελεί πολεμική προπαρασκευή (π.χ. η Συρία το 1967 και το 1973). Επιπλέον, ενώ είμαστε σε θέση να αποτιμάμε κινήσεις μονάδων, εξοπλισμούς, κ.α., δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε σωστά τις δηλώσεις των διαμορφωτών της πολιτικής μιας χώρας. Κάποιες μπορεί να εκληφθούν ως υπερφίαλες, ή ότι προορίζονται για εσωτερική κατανάλωση, ενώ, στην ουσία, αποτελούν μια ξεκάθαρη εικόνα των προθέσεων του αντιπάλου (π.χ. οι δηλώσεις της Αργεντινής για κατάληψη των νησιών Φώκλαντ, το 1980, εξελήφθησαν από το Λονδίνο ως λαϊκισμοί).

Προειδοποιήσεις

Τι είναι η προειδοποίηση; Πρόκειται για μια παρατήρηση, μια άποψη, κάτι μη απτό. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως πρόκειται για μια ιδέα. Ως εκ τούτου, συνοδεύεται από ένα βαθμό κατανόησης και βεβαιότητας διαφορετικό για κάθε άνθρωπο, ο οποίος βασίζεται σε ένα σύνολο παραγόντων, όπως η γνώση των γεγονότων που βρίσκονται πίσω από αυτή την προειδοποίηση, η θέληση κάποιου να την ακούσει και να την καταλάβει, η αντίληψη για το τι θα πράξει ο εχθρός, η γνώση για την ιστορία και το παρελθόν, η φαντασία, κ.α. Η σημασία της είναι τεράστια, καθώς η υιοθέτηση ή απαξία της μπορεί να επιφέρει την επιτυχία ή τον όλεθρο. Η προειδοποίηση διακρίνεται σε δύο κατηγορίες:

  • Τακτική προειδοποίηση:

Είναι προειδοποίηση μακροπρόθεσμου ορίζοντα, η οποία μπορεί να δοθεί εβδομάδες ή μήνες πριν, εάν, για παράδειγμα, αυτό έχει να κάνει με μια μεγάλης κλίμακας μετακίνηση μονάδων του εχθρού (π.χ. η μετακίνηση ισχυρών αιγυπτιακών δυνάμεων κοντά στη διώρυγα του Σουέζ το 1973, λίγο πριν τον πόλεμο του Yom Kippur) ή με μια πολιτική δέσμευσή του για συγκεκριμένη ενέργεια.

  • Στρατηγική προειδοποίηση:

Αποτελεί βραχυπρόθεσμη προειδοποίηση, η οποία θα δινόταν σε μονάδες που βρίσκονται εγγύς του θεάτρου επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί τμήμα της ανάλυσης πληροφοριών.

Σε ένα ιδανικό-ιδεατό περιβάλλον, η μια πλευρά θα έχει στη διάθεσή της όλα τα απαραίτητα στοιχεία (πληροφορίες και προειδοποιήσεις), όπως επίσης άπλετο χρόνο για να τα αναλύσει. Επειδή, όμως, ο κόσμος δεν είναι ιδεατός, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα υπάρχουν ορισμένες πληροφορίες και ένα μικρό χρονικό διάστημα. Ως εκ τούτου, το κενό έρχονται να καλύψουν οι προειδοποιήσεις. Κάποιες είναι οφθαλμοφανείς, ενώ άλλες απαιτούν μια προσεκτική και ενδελεχή μελέτη, προκειμένου να καταστούν εμφανείς. Η ανάλυσή τους υπόκειται στις ίδιες μεθόδους ανάλυσης των πληροφοριών, μόνο που το χρονικό πλαίσιο μπορεί να είναι μικρότερο, αλλά τα σημάδια είναι πιο άμεσα και εμφανή. Ωστόσο, υπάρχουν κι εδώ αρκετά προβλήματα:

  • Ανεπαρκής αντίληψη των απειλών και, ιδιαίτερα, αυτών της χαμηλότερης πιθανότητας, αλλά δυνητικά υψηλότερου κινδύνου.
  • Ανεπαρκής συλλογή πληροφοριών και στοιχείων.
  • Ελλιπής ή αποσπασματική επικοινωνία μεταξύ τμημάτων συλλογής και ανάλυσης, καθώς και μεταξύ υπηρεσιών πληροφοριών.
  • Αδιαφορία ή απόρριψη της γνώμης της μειοψηφίας.
  • Κίνδυνος παραπλάνησης.

Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων και την αποφυγή αιφνιδιασμού, πρέπει να ακολουθηθεί μια σειρά από ενέργειες:

  1. Επαρκής εξέταση από τους αναλυτές.
  2. Σύγκριση πληροφοριών και τρεχουσών ενεργειών, χωρίς οι μεν να υπερισχύουν των δε.
  3. Αποκήρυξη κάθε είδους προκατάληψης ή στερεότυπου επί συγκεκριμένων θεμάτων.
  4. Αποδοχή γεγονότων-δηλώσεων-ενεργειών που υποδεικνύουν κατάσταση απειλής.
  5. Μετάδοση του «συναγερμού» στους διαμορφωτές της πολιτικής.
  6. Συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών πληροφοριών.
  7. Αποφυγή δημιουργίας προκατάληψης καθρεπτισμού (mirror imaging), δηλαδή πρόβλεψης των εχθρικών κινήσεων με βάση φίλιες ενέργειες.

Συμπεράσματα

Καθίσταται προφανές ότι η συλλογή, ανάλυση και αξιοποίηση των πληροφοριών μπορούν να συμβάλουν τα μέγιστα στην αποφυγή στρατηγικού αιφνιδιασμού. Δεν είναι λίγες οι φορές που κράτη αγνόησαν τους οιωνούς που έκαναν την εμφάνισή τους στον ορίζοντα, και πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα. Επειδή, όμως, τίποτα δεν είναι σαφές μόνο από το εγχειρίδιο, θα προσπαθήσουμε να καταδείξουμε όλα τα προαναφερθέντα μέσα από ένα παράδειγμα επιτυχούς τακτικού αιφνιδιασμού: την Ιαπωνική επίθεση στο Pearl Harbor.

Pearl Harbor

Επιτυχής αιφνιδιασμός ή εσφαλμένη εκτίμηση;

Η Ιαπωνική επίθεση στο Pearl Harbor αποτελεί μια τυπική περίπτωση επίτευξης στρατηγικού αιφνιδιασμού. Επίσης, πρόκειται για μια περίπτωση όπου ο ένας αντιμαχόμενος έχει πλήθος στοιχείων για τον επικείμενο κίνδυνο και, παρά ταύτα, υφίσταται ένα οδυνηρό πλήγμα. Τα ιστορικά στοιχεία της επίθεσης εκφεύγουν της παρούσης μελέτης. Ως εκ τούτου, θα αναφερθούν περιληπτικά: Κυριακή 07 Δεκεμβρίου 1941. Το Ιαπωνικό ναυτικό (Imperial Japanese Navy – I.J.N.) εξαπολύει αιφνιδιαστική αεροπορική επίθεση κατά του Αμερικανικού Στόλου του Ειρηνικού. Μέσα σε λίγες ώρες, 18 πλοία (μεταξύ των οποίων και 4 θωρηκτά) και 188 αεροσκάφη έχουν καταστραφεί, ενώ 2.403 Αμερικανοί βρίσκονται νεκροί. Αντίθετα, οι απώλειες των Ιαπώνων υπήρξαν μηδαμινές.

Χάρτης του Pearl Harbor το 1941. (Πηγή: planetware.com)

Το ερώτημα που θα μας απασχολήσει είναι το εξής: Η επίθεση αποτελούσε προϊόν στρατηγικού αιφνιδιασμού από την πλευρά των Ιαπώνων ή μιας σειράς σφαλμάτων από πλευράς των Αμερικανών;

Για αρχή, θα παραθέσουμε τους κυριότερους λόγους της καταστροφής και, εν συνεχεία, θα τους αναπτύξουμε. Αυτοί ήταν:

  1. Ανυπαρξία εθνικής επιτροπής πληροφοριών.
  2. Υποτίμηση των δυνατοτήτων της Ιαπωνίας.
  3. Μη απορρόφηση διδαγμάτων.
  4. Αγνόηση των προειδοποιήσεων.
1. Ανυπαρξία εθνικής επιτροπής πληροφοριών

Την περίοδο πριν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (Η.Π.Α.) δε διέθεταν μια εθνική υπηρεσία πληροφοριών. Υπήρχε η Υπηρεσία Πληροφοριών Στρατού και η Υπηρεσία Πληροφοριών Ναυτικού. Και οι δύο βρίσκονταν σε εμβρυακό στάδιο, με ελλειπή μέσα και χρηματοδότηση, αλλά και υποστελέχωση. Ο λόγος έγκειται στο ότι το Γενικό Επιτελείο δεν είχε εκτιμήσει σωστά τη σπουδαιότητα των πληροφοριών, ως μέσο αποτροπής και εκτίμησης των κινήσεων του αντιπάλου. Ως εκ τούτου, ήταν αρκετά δύσπιστο ως προς τις υπηρεσίες αυτές, και προτιμούσε να επενδύει στην παραγωγή οπλικών συστημάτων.

Εκτός αυτού, οι δύο υπηρεσίες ανήκαν σε διαφορετικούς κλάδους. Η απουσία κάποιου συνδέσμου σημαίνει πως δε συνεργάζονταν μεταξύ τους, ενώ αρκετές φορές οι ενέργειές τους ήταν ανταγωνιστικές, μέχρι σημείου η μια υπηρεσία να αποκρύπτει πληροφορίες που είχε συλλέξει από την άλλη. Όλα αυτά θα άλλαζαν μετά τη νικηφόρα, για τους Αμερικανούς, ναυμαχία του Midway.

2. Υποτίμηση των δυνατοτήτων της Ιαπωνίας

Η αυτοκρατορική Ιαπωνία ήταν μια αναδυόμενη δύναμη στην Ανατολική Ασία. Έχοντας βγει βιαίως από την απομόνωσή της το 1853, είχε καταφέρει, μέσα σε 50 χρόνια, να εξελιχθεί σε ένα οικονομικά και στρατιωτικά ισχυρό κράτος. Κατά την περίοδο 1904-1905, συνέτριψε τη Ρωσία σε έναν πόλεμο-αστραπή, τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα. Με την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατέλαβε τις γερμανικές κτήσεις στην Κίνα, ενώ το 1937 εισέβαλε στη χώρα, κατατροπώνοντας τον κινεζικό στρατό. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ιαπωνία κατέλαβε την Ινδοκίνα, την Κορέα και μεγάλο τμήμα του Δυτικού Ειρηνικού, ενώ καταναυμάχησε τις ενωμένες Ολλανδικές, Βρετανικές, Αυστραλιανές και Νεοζηλανδικές δυνάμεις στην περιοχή.

Παρά τις συνεχείς επιτυχίες και καινοτομίες των Ιαπωνικών ενόπλων δυνάμεων, οι Αμερικανοί μελετητές θεωρούσαν τη χώρα ένα μη υπολογίσιμο αντίπαλο. Το αίσθημα αυτό διέπνεε όλον τον Αμερικανικό στρατό και καλλιεργούνταν ακόμη και από επίσημα και έγκριτα εγχειρίδια και περιοδικά. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί το περιοδικό Aviation, που εξειδικευόταν σε αεροπορικά θέματα. Στο τεύχος Σεπτεμβρίου 1941, δήλωνε σε άρθρο του «[…] η Ιαπωνική αεροπορική ισχύς είναι ένας μύθος […] ένα προϊόν προπαγάνδας […]».

Εν ολίγοις, μπορούμε να υποστηρίξουμε πως οι Αμερικανοί διέπραξαν δύο μεγάλα λάθη σε αυτό τον τομέα: Υποτίμησαν τον αντίπαλο και υπερτίμησαν τις δυνατότητές τους.

3. Μη απορρόφηση διδαγμάτων

«Αν ξέρεις τον αντίπαλο και ξέρεις και τον εαυτό σου, δεν πρέπει να φοβάσαι την έκβαση 100 μαχών» διαβάζουμε στο βιβλίο Η Τέχνη του Πολέμου του Sun Tzu. Δυστυχώς, οι Η.Π.Α. δεν έδωσαν τη δέουσα προσοχή στα διδάγματα του παρελθόντος. Συγκεκριμένα:

  1. Θεώρησαν πως, αν η Ιαπωνία επετίθετο, θα το έκανε κατόπιν κήρυξης πολέμου. Ξέχασαν ότι, κατά το Ρώσο-Ιαπωνικό πόλεμο του 1904, το I.J.N. είχε επιτεθεί στο Ρωσικό στόλο τη νύχτα, χωρίς να έχει προηγηθεί κήρυξη πολέμου.
  2. Το 1932 είχαν πραγματοποιηθεί γυμνάσια στην περιοχή της Χαβάης. Το προς εξέταση παίγνιο ήταν η προσβολή του στόλου εντός του λιμανιού. «Νικητής» αναδείχθηκε ο επιτιθέμενος ναύαρχος Yarnell. Χρησιμοποιώντας μια μικρή δύναμη αεροπλανοφόρων, προσέγγισε απαρατήρητος το Pearl Harbor και εξαπέλυσε αεροπορική επίθεση, το πρωί μιας Κυριακής. Σε λίγη ώρα, είχε καταφέρει να βυθίσει όλο το Στόλο του Ειρηνικού και να καταστρέψει πλήθος αεροσκαφών στο έδαφος, αιφνιδιάζοντας απόλυτα τους αμυνόμενους. Αν και το μάθημα είχε δοθεί, το Αμερικανικό ναυτικό επέλεξε να το αγνοήσει.
  3. Οι Η.Π.Α. πίστευαν ότι μια αεροπορική επίθεση με τορπίλες κατά ελλιμενισμένων πλοίων ήταν αδύνατη για ποικίλους λόγους (ρηχά νερά, ισχυρή αεράμυνα, λιγότερος από τον απαιτούμενο χρόνο για να οπλίσουν οι τορπίλες, κ.λ.π.). Δεν έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στη Βρετανική επιδρομή κατά του Ιταλικού ναυτικού, στον Τάραντα, όπου Βρετανικά τορπιλοπλάνα προσέγγισαν και έπληξαν Ιταλικά πλοία, μέσα στο ναύσταθμό τους. Αντίθετα, οι Ιάπωνες μελέτησαν το πάθημα του συμμάχου τους και αξιοποίησαν τα διδάγματα υπέρ τους.
4. Αγνόηση προειδοποιήσεων

Ο τελευταίος καθοριστικός παράγοντας που συνετέλεσε στην καταστροφή ήταν η αγνόηση ή μη ορθή ερμηνεία, εκ μέρους των Αμερικανών, των «οιωνών» που έκαναν την εμφάνισή τους. Τα σημάδια ότι ένα μεγάλο πλήγμα επέκειτο ήταν αρκετά και, ως ένα βαθμό, ξεκάθαρα. Ειδικότερα:

  1. Το I.J.N., το Νοέμβριο του 1941, είχε αλλάξει τον κώδικά του 2 φορές μέσα σε ένα μήνα, ενώ τέτοιες αλλαγές γίνονταν, συνήθως για λόγους ασφαλείας, μία φορά το εξάμηνο.
  2. Οι μυστικές υπηρεσίες των Η.Π.Α. γνώριζαν ότι επιφανείς Ιάπωνες κάτοικοι της Χαβάης έστελναν, ανά τακτά διαστήματα, μέσω τηλεφώνου, πληροφορίες στο Τόκιο, σχετικά με τη διάταξη και τον τύπο των πλοίων που ναυλοχούσαν στο Pearl Harbor.
  3. Κατά την διάρκεια των διπλωματικών επαφών Ιαπωνίας-Η.Π.Α. στην Ουάσινγκτον, το σώμα πληροφοριών του Στρατού ήταν σε θέση να διαβάζει όλα τα μηνύματα μεταξύ των Ιαπώνων διπλωματών και της κυβερνήσεώς τους, καθώς είχε καταφέρει να σπάσει τον Ιαπωνικό “Πορφυρό” κώδικα. Έτσι, λίγες ώρες πριν την επίθεση, είχε καταφέρει να αποκρυπτογραφήσει μήνυμα που, μεταξύ άλλων, έλεγε «καταστρέψτε μηχανή κωδικοποίησης, κάψτε απόρρητα έγγραφα και ετοιμαστείτε για διακοπή των συνομιλιών».

Ακόμα, όμως, κι αν δεχτούμε ότι τα παραπάνω σημάδια δεν ήταν αρκετά ξεκάθαρα, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τις στρατιωτικού τύπου ενδείξεις που υπήρχαν, όσο και για τα απαράδεκτα (έως εγκληματικά) λάθη που έγιναν. Συγκεκριμένα:

Ο ναύαρχος Κίμελ, διοικητής του Στόλου του Ειρηνικού, κατά την επίθεση των Ιαπώνων στο Pearl Harbor.

  1. Αν και το σήμα των Ιαπωνικών αεροπλανοφόρων είχε χαθεί ήδη από τις 16/11/1941, ο ναύαρχος Kimmel (σ.σ. Επικεφαλής του Στόλου του Ειρηνικού) ενημερώθηκε μόλις στις 02/12/1941, όταν τα Ιαπωνικά αεροπλανοφόρα βρίσκονταν ήδη καθ’ οδόν. Στην ερώτησή του «Εννοείτε πως οι Ιάπωνες, αυτή τη στιγμή, μπορεί να περιπλέουν το Diamond Head και εσείς να μη το γνωρίζετε;» έλαβε την αφοπλιστική απάντηση «Μην ανησυχείτε κύριε! Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να μας χτυπήσουν!».
  2. Στις 03:42, λίγο πριν την Ιαπωνική επίθεση, εντοπίστηκε από το U.S.S. Condor ένα από τα Ιαπωνικά μίνι-υποβρύχια στην είσοδο του λιμανιού. Στις 06:53, το αντιτορπιλικό U.S.S. Ward έπληξε το υποβρύχιο με βόμβες βάθους και, κατόπιν, ενημέρωσε τη βάση για το συμβάν. Δυστυχώς, η είδηση δεν έφτασε ποτέ στα ανώτερα κλιμάκια, λόγω γραφειοκρατικών κωλυμάτων.
  3. Στις 07:02 της ίδιας ημέρας, ένας από τους σταθμούς ραντάρ της περιοχής εντόπισε μεγάλο σχηματισμό αεροσκαφών να πλησιάζει το νησί και ανέφερε σχετικά. Στην αρχή, ο χειριστής έλαβε την απάντηση ότι ήταν Αμερικανικά Β-17 που επέστρεφαν από την ηπειρωτική χώρα. Όταν, όμως, στις 07:20, ο χειριστής ανέφερε πως το σήμα παραήταν μεγάλο για να είναι ένα μικρό σμήνος από Β-17, έλαβε την απάντηση «It’s ok! Don’t worry about it!».
  4. Την ίδια ώρα που τα Ιαπωνικά αεροσκάφη απονηώνονταν από τα αεροπλανοφόρα τους, ο Ιαπωνικός στρατός διενεργούσε απόβαση στις Φιλιππίνες. Ο εκεί Αμερικανός διοικητής, στρατηγός MacArthur, έσπευσε να ενημερώσει σχετικά την Ουάσινγκτον (σ.σ. οι Φιλιππίνες είναι ωρολογιακά 2 ώρες πίσω από τη Χαβάη). Ο στρατηγός Marshall έστειλε προειδοποίηση στη Χαβάη για ενδεχόμενη Ιαπωνική επίθεση στις 11:30, ώρα Η.Π.Α., με πολιτικό τηλέγραφο, το οποίο ελήφθη στις 07:33, ώρα Χαβάης, 22 λεπτά πριν την επίθεση, και παραδόθηκε μία ώρα μετά από αυτή.

Συμπεράσματα

Υπήρξε ή όχι αιφνιδιασμός; Εκ πρώτης όψεως, θα απαντήσουμε καταφατικά. Τα Ιαπωνικά πλοία πλησίασαν το στόχο τους, χωρίς να γίνουν αντιληπτά, και πραγματοποίησαν επίθεση εκεί που ο αντίπαλος αισθανόταν πιο ασφαλής. Μια πιο προσεκτική ματιά, ωστόσο, αποκαλύπτει μια διαφορετική οπτική. Η Αμερικανική ηγεσία διέπραξε αρκετά λάθη:

  • Δεν έθεσε τις δυνάμεις της σε επιφυλακή από τη στιγμή που είχε χάσει το σήμα των Ιαπωνικών αεροπλανοφόρων.

Οι επιτελείς υπέπεσαν σε μια προκατάληψη καθρεπτισμού, θεωρώντας ότι, όπως τα Αμερικανικά πλοία δεν εξέπεμπαν το σήμα τους, όταν ήταν ελλιμενισμένα, το ίδιο θα ίσχυε και για τα Ιαπωνικά.

  • Υπήρξε άκαμπτη στο θέμα της γραφειοκρατίας.

Αποτέλεσμα ήταν να μη μεταφερθούν έγκυρα σημαντικές πληροφορίες. Για παράδειγμα, η αναφορά του U.S.S. Ward δεν έφτασε ποτέ στο ναύαρχο Kimmel, καθώς έπρεπε να περάσει πρώτα από τον αξιωματικό επιφυλακής, ο οποίος την εξέλαβε ως υπερβάλλοντα ζήλο του κυβερνήτη.

  • Δε διδάχθηκε από τα μαθήματα του παρελθόντος, τα οποία είτε μελέτησε ελλιπώς είτε επέλεξε να αγνοήσει.

Όπως προαναφέρθηκε, οι Αμερικανοί αγνόησαν τα διδάγματα του Ρώσο-Ιαπωνικού πολέμου του 1904, των δικών τους γυμνασίων, της Βρετανικής επιδρομής στον Τάραντα, κ.α. Η μη απορρόφηση αυτών των διδαγμάτων οφείλεται σε αρκετές παραμέτρους. Βασικότερη ήταν η άποψη περί ανωτερότητας της Αμερικανικής πολεμικής μηχανής, έναντι της Ρωσικής και, βεβαίως, της Ιταλικής. Επιπλέον, υπήρχε η προκατάληψη περί κατωτερότητας των Ιαπώνων. Τέλος, το Γενικό Επιτελείο στηρίχθηκε αποκλειστικά στα δικά του δόγματα. Η απόσταση της Χαβάης από την Ιαπωνία ήταν τεράστια. Ως εκ τούτου, μια ναυτική επίθεση θεωρούταν αδύνατη γιατί, απλούστατα, το Αμερικανικό ναυτικό δε θα αποτολμούσε ποτέ μια τέτοια ενέργεια.

  • Δεν αξιοποίησε τα όσα γνώριζε από τις διπλωματικές συνομιλίες που μπορούσε να υποκλέψει.

Οι αναλυτές εδώ στάθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων. Καίτοι τα στοιχεία ήταν πιο ξεκάθαρα από ποτέ, επέλεξαν να μην τους δώσουν τη δέουσα προσοχή, καθώς αυτή ήταν η εντολή της πολιτικής ηγεσίας, η οποία θεωρούσε ότι δε θα εκδηλωνόταν επιθετική ενέργεια, όσο διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις, ξεχνώντας ότι αυτό ακριβώς είχε συμβεί το 1904. Έχουμε, δηλαδή, μια περίπτωση όπου η πληροφορία υποτάσσεται στη βούληση της πολιτικής.

  • Αδιαφορία για τη γνώμη της μειοψηφίας.

Η συλλογή και ανάλυση πληροφοριών δεν αποτελεί δημοκρατική διαδικασία. Καίτοι υπάρχει πολυφωνία, δε σημαίνει ότι η γνώμη των πολλών είναι και η ορθή. Το 1940, η κρατούσα γνώμη ήθελε την Ιαπωνία να πραγματοποιεί αιφνιδιαστική επίθεση στο Guam ή την πόλη Wake. Όταν, λοιπόν, η υπηρεσία πληροφοριών του ναυτικού υποστήριξε το σενάριο μιας αιφνιδιαστικής αεροπορικής επίθεσης στο ναύσταθμο του Στόλου του Ειρηνικού, η θέση της απορρίφθηκε ως αιρετική και ανυπόστατη.

Όλα αυτά, σε συνδυασμό, βεβαίως, με το αριστοτεχνικό σχέδιο του ναυάρχου Yamamoto, οδήγησαν σε μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ιστορία του Αμερικανικού ναυτικού.

Ο ναύαρχος Ισορόκου Γιαμαμότο, εμπνευστής της επίθεσης στο Pearl Harbor. (Πηγή: The Pacific War Online Encyclopedia)

Τι μπορεί να μας διδάξει η περίπτωση του Pearl Harbor;
  • Υπάρχουν πάντα πληροφορίες και προειδοποιήσεις.

Το ζητούμενο είναι η σωστή ερμηνεία τους. Από το 1937, η Ιαπωνία είχε επιδείξει ένα επιθετικό πνεύμα. Μια επίθεση ήταν κάτι παραπάνω από αναμενόμενη. Ιδιαίτερα, οι πολλαπλές αλλαγές κωδικών, η απώλεια του σήματος των αεροπλανοφόρων, το σήμα περί διακοπής των διαπραγματεύσεων, οι συχνές επικοινωνίες κατοίκων της Χαβάης με το Τόκιο, με θέμα τα πλοία στο λιμάνι, και, τέλος, ο εντοπισμός τόσο του υποβρυχίου όσο και των επιτιθεμένων αεροσκαφών ήταν αρκετά εμφανή για να αγνοηθούν.

  • Ποτέ μην υποτιμάς τον αντίπαλο, ούτε να υπερεκτιμάς τις δυνατότητές σου.

Οι επιτυχίες του αυτοκρατορικού στρατού δεν μελετήθηκαν σοβαρά, καθώς διεξήχθησαν έναντι «κατώτερων» αντιπάλων. Επιπλέον, η εμμονή σε παρωχημένα δόγματα και προκαταλήψεις δημιούργησε την εικόνα μιας Ιαπωνίας του 1910, μια εικόνα που μεταδιδόταν και στο στράτευμα. Επίσης, η ηγεσία των Η.Π.Α. θεωρούσε ότι ο Στόλος του Ειρηνικού ήταν απόλυτα ασφαλής στο αγκυροβόλιό του. Ως προς αυτό, δεν είχαν άδικο. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι μόνο η δύναμη των χερσαίων Α/Α πυροβόλων ανερχόταν σε 1.300. Αν σε αυτά συνυπολογιστούν και τα Α/Α των πλοίων, τότε μιλάμε για ένα φραγμό πυρός από 2.000 και άνω πυροβόλα. Θεωρώντας μια αεροπορική επιδρομή καταδικασμένη, οι ιθύνοντες χαλάρωσαν την επιφυλακή τους. Ακόμα, αφού οι πολεμικές βιομηχανίες των Η.Π.Α. δεν μπορούσαν να επιλύσουν το πρόβλημα της χρήσης τορπιλών από αεροσκάφη σε ρηχά ύδατα και σε μικρή απόσταση από το στόχο, δεν υπήρχε περίπτωση να το επιλύσουν οι Ιαπωνικές.

  • Ο αντίπαλος δε σκέφτεται πάντα όπως εσύ.

Μελετώντας την απόσταση της Χαβάης από την Ιαπωνία, οι επιτελείς του ναυτικού κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μια επιδρομή στο Pearl Harbor ήταν αδύνατη, γιατί, απλούστατα, οι ίδιοι ποτέ δε θα το έπρατταν αυτό. Το δόγμα των Η.Π.Α. εκείνη την περίοδο ήταν το ίδιο με το Βρετανικό κατά τη ναυμαχία της Γιουτλάνδης. Ο στόλος θα βγει στον ωκεανό, όπου θα αναζητήσει τον εχθρικό και θα τον καταναυμαχήσει, σε μια μάχη εκ παρατάξεως, όπου τον πρώτο λόγο θα έχουν τα θωρηκτά και τα βαρέα καταδρομικά, χωρίς να δίνεται καμιά βαρύτητα στα αεροπλανοφόρα. Θεωρήθηκε, λοιπόν, ότι και το δόγμα του I.J.N. θα ήταν το ίδιο.

  • Εξέτασε και τις προθέσεις και τις δυνατότητες.

Η Ιαπωνία είχε λόγο να έλθει σε σύγκρουση με τις Η.Π.Α., δεδομένου του εμπάργκο πετρελαίου. Αφού μια διπλωματική λύση δεν ήταν εφικτή, ο πόλεμος φαινόταν μονόδρομος. Επίσης, οι επεκτατικές βλέψεις της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό για τη δημιουργία μιας νησιωτικής αυτοκρατορίας ήταν ξεκάθαρες. Πρόθεση υπήρχε. Επίσης, το I.J.N. διέθετε έναν τεράστιο και άρτια εξοπλισμένο στόλο, με κορωνίδα τα 8 αεροπλανοφόρα του. Το αχανές του Ειρηνικού, η δύναμη του I.J.N., οι νεωτερισμοί που αυτό είχε εισαγάγει, κ.α. παρείχαν στην Ιαπωνία τη δυνατότητα να πλήξει οποιοδήποτε στόχο ήθελε. Εν προκειμένω, οι μεν προθέσεις θεωρήθηκαν ως υπερφίαλες δηλώσεις μερικών θερμόαιμων μιλιταριστών, οι δε δυνατότητες ως προϊόν προπαγάνδας.

Πηγές:

  1. Kam, E. (2004) Surprise attack. Harvard University Press.
  2. McDowell, D. (2008) Strategic intelligence: A handbook for practitioners, managers, and users. New York, NY, United States: Rowman & Littlefield Publishers.
  3. Hughes-Wilson, J. (2004) Military intelligence blunders and cover-ups. New York: Carroll & Graf Publishers.
  4. Herman, M. (1996) Intelligence power in peace and war. 9th edn. Cambridge: Cambridge University Press.
  5. Copeland, T.E. and Copel, T.E. (2007) Fool me twice: Intelligence failure and mass casualty terrorism. Leiden: Brill Academic Publishers.
  6. Grabo, C.M., Goldman, J. and Williams, J.A. (2002) Anticipating surprise: Analysis for strategic warning. Washington, D.C. Center for Strategic Intelligence Research, Joint Military Intelligence College.
  7. Center, the, Peace, Studies, S. and Walsh, E.A. (2008) Analyzing intelligence: Origins, obstacles, and innovations. Edited by Roger Z. George and James B. Bruce. 2nd edn. Washington, DC, United States: Georgetown University Press.
  8. ΠΕΡΛ ΧΑΡΜΠΟΡ – Ο απόλυτος αιφνιδιασμός (2001) Γνώμων Εκδοτική.
Έχει περάσει αρκετός χρόνος (7 έτη) από τη δημοσίευση αυτού του άρθρου. Παρακαλούμε συνεχίστε στην ανάγνωσή του έχοντας υπόψη την ημερομηνία δημοσίευσης.

Tagged under:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Περισσότερα από την Power Politics:

Log in or Sign Up

Pin It on Pinterest