Αρκτική: Μία νέα «Μέση Ανατολή»;
- Written by Νικόλας Κέκος
- Published in Άμυνα & Ασφάλεια
- Leave a reply
- Permalink
Για πολλά χρόνια, η περιοχή της Αρκτικής υπήρξε αφιλόξενη και απλησίαστη, κυρίως λόγω του κλίματός της, αλλά και της αδυναμίας προσέγγισής της δίχως τη χρήση ειδικών μέσων που απαιτούσαν μεγάλο κόστος. Ο παράγοντας της κλιματικής αλλαγής, όμως, πλέον συντέλεσε στην αλλαγή αυτής της κατάστασης. Η περιοχή του Βόρειου Πόλου έχει πάψει να αποτελείται από απροσπέλαστους πάγους και ορισμένα, άλλοτε, αχαρτογράφητα περάσματα ανοίγουν για μεγάλο διάστημα εντός του έτους, καθιστώντας ευκολότερη τη διέλευση των εμπορικών πλοίων, διαμορφώνοντας έτσι ένα νέο «δρόμο του μεταξιού». Αυτό βέβαια το «μετάξι», σύμφωνα με τους γεωλόγους δύναται να μεταφραστεί στο 30% των παγκόσμιων αποθεμάτων φυσικού αερίου και στο 15% των παγκοσμίων αποθεμάτων πετρελαίου, γεγονός που το καθιστά μία ιδιαίτερα ελκυστική προοπτική ενασχόλησης για τις μεγάλες εταιρείες ενέργειας και μία τεράστια ευκαιρία εσόδων για τις μεγάλες δυνάμεις που εμπλέκονται άμεσα στην περιοχή. Σε ποιο βαθμό, όμως, θα μπορούσε να επιτευχθεί μια διακυβερνητική συναίνεση μεταξύ των εμπλεκόμενων κρατών που έχουν δικαιώματα στην περιοχή, δίχως να οξυνθούν οι σχέσεις τους, και ποιες δυνάμεις θα έχουν τον πρώτο λόγο για την εκμετάλλευση των τεράστιων κοιτασμάτων αυτής της περιοχής;
Οι άμεσα εμπλεκόμενοι
Στην περίπτωση της Αρκτικής, οι άμεσα εμπλεκόμενες χώρες είναι αυτές που γειτνιάζουν με αυτήν. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τη Ρωσία, την Ισλανδία,τη Σουηδία,τη Νορβηγία,τη Δανία (με τη Γροιλανδία και τις Νήσους Φερόε),τον Καναδά,τη Φινλανδία και τις Η.Π.Α. Οι εν λόγω χώρες έχουν ιδρύσει από το 1996 στην Ottawa το Αρκτικό Συμβούλιο, το οποίο είναι ένα διακυβερνητικό φόρουμ για την προώθηση της συνεργασίας, του συντονισμού και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των παραπάνω κρατών σχετικά με κοινά θέματα της Αρκτικής, με τη συμμετοχή αυτόχθονων αρκτικών κοινοτήτων και άλλων κατοίκων της περιοχής. Μέλη του συμβουλίου μπορούν να είναι μόνο κράτη που έχουν στην κατοχή τους περιοχές της Αρκτικής, ενώ η θέση του παρατηρητή είναι ανοικτή και σε όσα κράτη δεν διαθέτουν αρκτικές περιοχές.
Το παγωμένο κλίμα και η μεγάλη ποσότητα πάγων καθιστούν τεράστια τα κόστη εφαρμογής έργων εξόρυξης, σε συνδυασμό με την έλλειψη υποδομών σε μια περιοχή «υψηλής επικινδυνότητας», τα οποία λίγα κράτη μπορούν να καλύψουν και σε αυτά περιλαμβάνονται οι Η.Π.Α και η Ρωσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα δισταγμού που επικρατεί σχετικά με τα τεκταινόμενα της Αρκτικής αποτελεί η απόσυρση του ενεργειακού κολοσσού Shell από την Αλάσκα το 2015. Η συγκεκριμένη πραγματικότητα, όμως, καθιστά την Αρκτική ένα πεδίο «σταθερής ασφάλειας», με βάση τη σκέψη ότι κανένα κράτος δεν έχει τη δυνατότητα άμεσης επέμβασης στο χώρο και εκμετάλλευσής του.
Οι δύο υπερδυνάμεις στην Αρκτική
Οι Ρώσοι επιθυμούν διακαώς να είναι παρόντες στην Αρκτική και το επισημαίνουν με πολλαπλούς τρόπους.Οι βασικότερες αιτίες προσήλωσής τους στην περιοχή εντοπίζονται στην εγγύτητά της με την βόρεια Αμερική και τη δυνατότητα άμεσης αποτροπής απέναντι στους Αμερικάνους, αλλά και κυρίως στην ύπαρξη των τεράστιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως. Η έντονη παρουσία της Ρωσίας στον Αρκτικό Κύκλο διευκολύνεται από τον εκσυγχρονισμό του ρωσικού ναυτικού και την επικέντρωση του δόγματός του για συνεχή παρουσία στην Αρκτική, αλλά και από την κατασκευή στρατιωτικών βάσεων. Όταν δέχονται κατηγορίες για αυτό, οι Ρώσοι φέρνουν ως πρόσχημα τον εκσυγχρονισμό των αμυντικών συστημάτων των χωρών της Σκανδιναβίας και των Η.Π.Α., ενώ συνεχίζουν να ενισχύουν την παρουσία τους στην περιοχή. Δύο βασικές στρατιωτικές βάσεις των Ρώσων στην Αρκτική είναι η βάση Arctic Trefoil, η οποία δημιουργήθηκε το 2015 και διαθέτει 150 στρατιώτες ως μόνιμο προσωπικό, και η βάση Northern Shamrock, που βρίσκεται στο νησί Kotelny στην Ανατολική Σιβηρία. Μία βασική ενέργεια προβολής ισχύος των Ρώσων που προκάλεσε αίσθηση ήταν η τοποθέτηση από ρωσικό υποβρύχιο της ρωσικής σημαίας στον πυθμένα του βόρειου παγωμένου ωκεανού το 2007.
Η ρωσική ομοσπονδία αντιμετωπίζει ρεαλιστικά τη συμμετοχή της στη διαχείριση της περιοχής της Αρκτικής και των κοιτασμάτων που τής αναλογούν και στοχεύει στη μεγιστοποίηση του οφέλους της με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, πράγμα που δεν είναι εύκολο να συμβεί. Τα δύο βασικά ενεργειακά προγράμματα που επιδιώκουν να πραγματοποιήσουν οι Ρώσοι στην περιοχή της Αρκτικής είναι το πρόγραμμα Shtokman στη Θάλασσα Barents και το πρόγραμμα Bovanenko στη χερσόνησο της Yamal. Αμφότερα τα προγράμματα χαρακτηρίζονται από μεγάλο κόστος και είναι ακαθόριστο αν θα διεξαχθούν ταυτόχρονα ή διαδοχικά. Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι το κοίτασμα στη χερσόνησο του Yamal είναι πιθανόν να φθάνει και τα 22 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, ενώ το κοίτασμα του Shtokman φθάνει τα 3,8 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα – γεγονός που, ίσως, αξίζει μία μεγάλη επένδυση για την αξιοποίηση τους. Μία γόνιμη ανάλυση θα αναδείκνυε ότι οι Ρώσοι βλέπουν την Αρκτική ως μία ευκαιρία ανταπόδοσης απέναντι στους Αμερικάνους για την ήττα τους στον Ψυχρό Πόλεμο.
Από την άλλη πλευρά, οι Η.Π.Α. επισημοποίησαν την παρουσία τους στην Αρκτική το 1985, με τη δημιουργία της Επιτροπής των Η.Π.Α. για την Αρκτική από τον Πρόεδρο Ronald Reagan και στην οποία δεν διέθεταν τη δυνατότητα μονομερών πρωτοβουλιών, εάν δεν συναινούσε και η Αλάσκα. Σαφώς, η παρουσία των Η.Π.Α δεν περιορίζεται μονάχα στην Αλάσκα, διότι η συμμετοχή τους στις νατοϊκές βάσεις χωρών που,επίσης, συμμετέχουν στο Αρκτικό Συμβούλιο είναι πολύ συχνή. Οι Η.Π.Α εξέφρασαν την υποστήριξή τους προς τον Καναδά, προκειμένου να αναλάβει την προεδρία του Αρκτικού Συμβουλίου, παρά τη διαφωνία των δύο κρατών για ορισμένες υδάτινες εκτάσεις, τις οποίες οι Η.Π.Α. θεωρούν διεθνή ύδατα, ενώ ο Καναδάς δικά του χωρικά ύδατα. Αυτή η υποστήριξη έγινε με σκοπό να εξασφαλιστεί η οικονομική ελευθερία στο πλαίσιο της Αρκτικής για τις Η.Π.Α., και ιδίως, για τα συμφέροντα των κατοίκων της Αλάσκας. Η σημασία των φυσικών πόρων ειδικά για την πολιτεία της Αλάσκας είναι τεράστια, αφού το 50% των κατοίκων εργάζονται στον τομέα της ενέργειας και τα μεγέθη των κοιτασμάτων αποτιμώνται με βάση σύγχρονες μελέτες σε 23 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 108 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου στις Θάλασσες Beaufort και Chukchi. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο παίζει για τους Αμερικανού η ασφάλεια της περιοχής με βάση την αμυντική συμμαχία του ΝΑΤΟ, με την οποία επιδιώκουν να εξασφαλίσουν μια ισχυρή δύναμη αποτροπής απέναντι σε τυχόν εξωγενείς διεκδικήσεις στην περιοχή, δείχνοντας τη Ρωσία.Η ισχυρή δύναμη αποτροπής με τη σειρά της θα βοηθήσει στην εξασφάλιση ασφαλούς ναυσιπλοΐας και στην γενικότερη απελευθέρωση της αρκτικής αγοράς με όλα τα οφέλη που μπορεί να ακολουθήσουν στο μέλλον. Καθίσταται πλέον σαφές ότι, με βάση την ισχυρή στρατιωτική παρουσία των Ρώσων στην περιοχή, οι Αμερικάνοι θα επιδιώξουν την αύξηση και της δικής τους στρατιωτικής παρουσίας.
Ένας νέος «Ψυχρός Πόλεμος»;
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Αρκτική αποτελεί μια ελκυστική προοπτική βιομηχανικής και οικονομικής εξέλιξης (Henderson and Loe, 2014) για όλα τα κράτη που μετέχουν στη διαχείρισή της, και πολύ περισσότερο στα ισχυρότερα από αυτά. Το συμφέρον όλων έγκειται στην ειρηνική συνύπαρξη και στην εκμετάλλευση των πόρων που αναλογούν στο κάθε εμπλεκόμενο κράτος, σύμφωνα με τους κανόνες τους διεθνούς δικαίου. Το διεθνές δίκαιο υπαγορεύει την εκμετάλλευση των πόρων στην έκταση των 200 ν.μ. από τις ακτές ενός κράτους, όμως πώς θα αντιδρούσαν οι δύο υπερδυνάμεις σε περίπτωση που κάποιο από τα συμμετέχοντα κράτη επιδίωκε να διεκδικήσει τους πόρους των διεθνών υδάτων της Αρκτικής; Η κούρσα εξοπλισμών μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων έχει πολλά κοινά με την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά την εξέλιξη των πραγμάτων σε ένα νεότευκτο πεδίο.
Σύμφωνα με ανάλυση του πρακτορείου Reuters για τη σύγκριση των στρατιωτικών δυνάμεων Η.Π.Α-Ρωσίας, σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση οι Ρώσοι θα υπερτερούσαν στην επιφάνεια του ωκεανού με βάση το μεγάλο στόλο παγοθραυστικών που διαθέτουν, ενώ οι Αμερικάνοι θα ήταν ισχυρότεροι κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, λόγω του ισχυρού στόλου των υποβρυχίων τους, αλλά και στον αέρα με τις τρεις βάσεις υπερσύγχρονων μαχητικών (F-22) που διαθέτουν στην Αλάσκα, δίχως, επίσης, να περνάει απαρατήρητο το γεγονός ότι και οι δύο χώρες εκπαιδεύουν δυνάμεις με εξειδίκευση τη διεξαγωγή επιχειρήσεων στην περιοχή της Αρκτικής. Συμπερασματικά, είναι δύσκολο να θυσιάσουν οι δύο υπερδυνάμεις τα πολλαπλά οφέλη της συνδιαχείρισης ή, έστω, της έντιμης μοιρασιάς των κοιτασμάτων της Αρκτικής με μία ενδεχόμενη δαπανηρή σύγκρουση που κανείς δεν ξέρει πού θα οδηγήσει.Ωστόσο, αν αναλογιστούμε τις ισχυρότατες πολεμικές ασκήσεις των δύο πλευρών (Vostok 2018 και Trident Juncture 2018) είναι δεδομένο ότι κανείς από τους δύο δεν φαίνεται διατεθειμένος να απουσιάζει από την αρκτική «αυλαία».
Πηγές:
- Μαυραγάνης, Κ. (2015). Τα πετρέλαια της Αρκτικής: Ο “Ψυχρός Πόλεμος” και η ισορροπία ισχύος στον μακρινό Βορρά. https://www.huffingtonpost.gr/2015/10/13/diethnes-arctic-_n_8282160.html?utm_hp_ref=gr-arktike
- Macalister, T. (2015). Shell abandons Alaska Arctic drilling.
https://www.theguardian.com/business/2015/sep/28/shell-ceases-alaska-arctic-drilling-exploratory-well-oil-gas-disappoints - Loy, J. (2018). Russia in the Arctic:Friend or Foe?
https://www.geopoliticalmonitor.com/russia-in-the-arctic-friend-or-foe/ - Huebert, R. (2014). Why Canada,U.S.must resolve their Arctic border disputes.
https://www.theglobeandmail.com/opinion/why-canada-us-must-resolve-their-arctic-border-disputes/article21189764/ - Henderson, J. and Loe, J. (2014). The Prospects and Challenges for Arctic Oil Development. https://www.oxfordenergy.org/publications/the-prospects-and-challenges-for-arctic-oil-development/
- Axe, D. (2015). Russia and America prep forces for Arctic war.
https://www.reuters.com/article/axe-coldwar/column-russia-and-america-prep-forces-for-arctic-war-idUSL1N1252MP20151005