Ζήτημα Ονομασίας της ΠΓΔΜ: Είναι η ονομασία το πρωταρχικό ζήτημα;

Στα υψίπεδα του Πακιστάν ζουν φυλές που ισχυρίζονται ότι έχουν την καταγωγή τους από το στρατό του Μ. Αλεξάνδρου. Στα δε αρχαιολογικά μουσεία του Κουβέιτ και του Μπαχρέιν κυριαρχούν εκθέματα και αναφορές που αποδεικνύουν το πέρασμα του Νέαρχου από τις εν λόγω περιοχές. Επίσης, ανά τον κόσμο, υπάρχουν πόλεις με το όνομα «Αθήνα», «Μακεδονία», «Αλεξάνδρεια» και, όπως είναι φυσικό, οι κάτοικοι αυτών προσδιορίζονται με την αντίστοιχη καταγωγή. Ωστόσο, ουδεμία εκ των ανωτέρω περιπτώσεων δεν θεωρείται ως οικειοποίηση του ελληνικού πολιτισμού και της ιστορίας. Αντίθετα, το σύνολο των Ελλήνων αναφέρεται ιδιαίτερα θετικά για τις παραπάνω περιπτώσεις.

Σκεφτείτε, επίσης, το (απευκταίο) πλασματικό σενάριο της δημιουργίας κράτους στο Βόρειο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, με το όνομα «Βόρεια Κύπρος» ή «Τουρκοκυπριακή Δημοκρατία», είτε το ακόμα πιο πλασματικό σενάριο κατά το οποίο, κατόπιν μίας αναπάντεχης εξέλιξης, η Ανατολική Θράκη αποσχίζεται από την υπόλοιπη Τουρκία, και αποκτά το όνομα «Ανατολική Θράκη», είτε, επίσης, την ακριβώς αντίθετη περίπτωση, όπου το αλβανικό κράτος απέδιδε στις νότιες επαρχίες του την ονομασία «περιφέρεια της Βορείας Ηπείρου». Ο καθένας θα μπορούσε να υποθέσει ότι σε κανένα απο τα ανωτέρω υποθετικά σενάρια δεν θα εγείρονταν a priori αντιδράσεις εκ μέρους της Ελλάδας, εφόσον οι κάτοικοί τους θα αυτοπροσδιορίζονταν ως Τούρκοι, Αλβανοί κτλ, και ουδέποτε θα διεκδικούσαν την πολιτιστική κληρονομιά των Ελλήνων, με τον ίδιο τρόπο που ένας Τούρκος κάτοικος της Κωνσταντινούπολης δεν φαντασιώνεται καταγωγή από το Μ. Κωνσταντίνο, ή ένας κάτοικος της Εφέσσου αναφέρεται στους «αποίκους» που δημιούργησαν τα αρχαία μνημεία της σημερινής Τουρκίας.

Τί επισημαίνουν, όμως, όλα αυτά; Καταρχάς, ότι ο ελληνικός λαός δεν παρουσιάζει ξαφνικά μανιώδεις τάσεις αναζήτησης μονοπωλιών. Ότι στη συγκεκριμένη διαμάχη για την ονομασία της ΠΓΔΜ, το όνομα δεν είναι το πρωταρχικό ζήτημα, αλλά το προκύπτον. Η ονοματοδοσία ενός κράτους είναι προϊόν των υπαρξιακών συστατικών του, και αποδίδει τα χαρακτηριστικά του – δηλαδή, τα μέρη εκ των οποίων συντίθεται. Το όνομα του κράτους είναι το αποτέλεσμα της ταυτότητας, ενώ σπάνια συμβαίνει το αντίθετο. Ο πυρήνας, λοιπόν, του ζητήματος άπτεται της οικειοποίησης της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας.

Εύλογα, εδώ, θα μπορούσε να θεωρήσει κάποιος ότι και οι φυλές του Πακιστάν οικειοποιούνται επίσης τη συγκεκριμένη κληρονομιά. Προφανώς, οι δύο περιπτώσεις δεν είναι οι ίδιες, καθώς οι τελευταίοι -ναι μεν- ισχυρίζονται κοινή καταγωγή, παράλληλα, όμως, αναγνωρίζουν την ιστορικότητα και την ελληνική ταυτότητα του Μ. Αλεξάνδρου, με σημείο αναφοράς τη σύγχρονη Ελλάδα – γεγονός που δεν συμβαίνει με τους κατοίκους της ΠΓΔΜ. Είναι, όμως, αυτό τόσο σημαντικό πρόβλημα; Ναι, εφόσον κάθε κράτος σχηματίζεται στη βάση μίας κοινής αίσθησης, μίας συλλογικής συνείδησης ή φαντασιακού – όπως θα επεσήμαιναν οι οπαδοί της νεωτερικότητας. Σε κάθε περίπτωση, το κράτος φέρει το μονοπώλιο πολιτιστικών, ηθικών στοιχείων, σύγχρονων και ιστορικών. Τα στοιχεία αυτά αποτελούν υπαρξιακά αίτια και θεμέλια συγκρότησης του εκάστοτε κράτους, και ορίζουν τη θέση και τη διαφορετικότητά του στο εθνο-κρατικό διεθνές σύστημα. Η διατήρησή τους, πέραν της εξασφάλισης της μοναδικότητάς του, συντελεί και στην εξασφάλιση του prestige του – το οποίο αποτελεί βασικό στρατηγικό στόχο κάθε κράτους, σύμφωνα με τις αρχές του ρεαλισμού που όρισε ο Morgenthau.

Έχοντας τα παραπάνω υπόψη, επανερχόμαστε στον πυρήνα της διαφοράς – που δεν είναι άλλος από τον προσδιορισμό της ταυτότητας των πολιτών της ΠΓΔΜ, βάσει της οποίας μπορεί αποτυπωθεί η ονομασία του κράτους. Η ίδια η ουσία του προβλήματος διαφωτίζει τα αδιέξοδα του ζητήματος και τις ευαίσθητες ισορροπίες στο εσωτερικό της ΠΓΔΜ. Το γειτονικό κράτος αποτελείται σε ποσοστό 60-65% από σλαβογενείς (αυτοαποκαλούμενους ως «Μακεδόνες») κατοίκους, 25-30% από Αλβανους, και το 10% είναι μέλη άλλων εθνικών ομάδων. Η, δε, αλβανική κοινότητα, μετά τη Συμφωνία της Οχρίδας, αποτελεί συστατικό μέρος του εν λόγω κράτους. Συναφώς, κάθε λύση θα πρέπει προηγουμένως να λαμβάνει υπόψη και το αλβανικό στοιχείο. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι Αλβανοί της ΠΓΔΜ θα αποδέχονταν τον όρο «Μακεδόνας» ως απόδοση ιθαγένειας των πολιτών του κράτους, ο οποίος ως προέκταση θα αφαιρούσε κάθε στοιχείο αλβανικής καταγωγής. Από την άλλη πλευρά, το ίδιο ισχύει και για τη σλαβική πλειοψηφία (τους αυτοαποκαλούμενους ως «Μακεδόνες») η οποία, σε κάθε ενδεχόμενο λύσης που δεν περιλαμβάνει τον όρο «μακεδονική», αισθάνεται τον κίνδυνο δημιουργίας συνθηκών μελλοντικής διχοτόμησης. Στους υπολογισμούς αυτούς λαμβάνονται υπόψη και οι συσχετισμοί των δημογραφικών δυναμικών των δύο εθνοτήτων -ήτοι της δημογραφικά ακμάζουσας αλβανικής και της παρακμάζουσας σλαβικής-, η εξέλιξη των οποίων επιδρά στη σταθερότητα του κράτους.

Οι τάσεις αυτές αποτυπώνονται και στη διαπραγματευτική στάση των ιθυνόντων της ΠΓΔΜ, η οποία προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της ανάγκης επίλυσης του ζητήματος με κάθε τρόπο -προκειμένου, στη συνέχεια, να ακολουθήσει η ενταξιακή της πορεία σε ΝΑΤΟ και ΕΕ-, και της απαίτησης διατήρησης του υφιστάμενου ονόματος και ταυτότητας με κάθε κόστος. Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση αυτή έχει διαμορφώσει την αρχική διαπραγματευτική θέση της ΠΓΔΜ, η οποία, όπως διαφαίνεται, κινείται στην αφαίρεση των δευτερεύουσας σημασίας στοιχείων που παραπέμπουν στην αρχαία μακεδονική περίοδο (όπως ονομασίες δρόμων, αεροδρομίων, αγάλματα κτλ) και σε μερική υποχώρηση στο ζήτημα της ονομασίας, αποδεχόμενη αλλαγή ονόματος, μη καθολικά (όχι erga omnes), όπως επιθυμεί η Ελλάδα. Ασφαλώς, σε μια διαπραγμάτευση, η κάθε πλεύρα προσέρχεται με προτάσεις που δημιουργούν κλίμα προσέγγισης, με «κόκκινες γραμμές», χωρίς να δηλώνεται εξ αρχής η μέγιστη απόκλιση -η οποία αποτελεί τα μέγιστα όρια αντοχής της- ή το σημείο όπου δύναται να υποχωρήσει. Ωστόσο, οι επιμέρους απόψεις που εκφράζονται από κυβερνητικούς παράγοντες -όπως την αλβανική συμπολίτευση, τον ΥΠΕΞ, την εθνικιστική αντιπολίτευση, αλλά και δημοσκοπήσεις- μάς δίνουν τη δυνατότητα να εκτιμήσουμε αυτά τα διαπραγματευτικά όρια. Στην προκειμένη περίπτωση, διαφαίνεται η πρόθεση συμφωνίας σε μια σύνθετη ονομασία «για κάθε χρήση», η οποία όμως θα περιλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία», με απαλοιφή ιστορικών όρων σε συμβολικό επίπεδο (πχ αλλαγή βιβλίων, οδονύμιων, αεροδρομίων κτλ), χωρίς, όμως, υποχώρηση στο ζήτημα της ταυτότητας. Στο σημείο αυτό, είναι ενδιαφέρον να δει κανείς το πώς μαξιμαλιστικές, ακραίες εθνικιστικές πρακτικές (πχ αγάλματα, ονόματα δρόμων, κοινωνικές τάσεις) μπορούν να αξιοποιηθούν εργαλειακά στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης, αντί να εξοβελίζονται εν λευκώ ως περιθωριακές. Παρ’ όλα αυτά, το φάσμα στόχων και απόψεων είναι σαφώς ετερόκλητο και ευρύ, με αποτέλεσμα να καθίσταται δύσκολη η δυνατότητα μετατόπισης σε σημείο ισορροπίας.

Στον αντίποδα, η ελληνική πλευρά προσέρχεται στη διαπραγμάτευση με αρχική θέση το λιγότερο δυνατό των υποχωρήσεών της, και χωρίς σαφώς ξεκαθαρισμένη -τουλάχιστον σε δημόσιο επίπεδο-, εκ των προτέρων, την «κόκκινη γραμμή» της – έχουσα, όμως, αφήσει να εννοηθεί η απαίτησή της για μια ολιστική λύση που θα περιλαμβάνει και το ζήτημα της ταυτότητας.

Από τα παραπάνω, διαφαίνεται ότι μια λύση που θα μπορεί να θεωρηθεί win-win-win -με τη θεώρηση ότι τα μέρη της διαπραγμάτευσης δεν είναι δύο, αλλά τρία, με τη συμπερίληψη και της αλβανικής κοινότητας της ΠΓΔΜ- δεν είναι επί του παρόντος εφικτή και, για την ακρίβεια, δεν μπορεί να υπάρξει.

Έχει περάσει αρκετός χρόνος (6 έτη) από τη δημοσίευση αυτού του άρθρου. Παρακαλούμε συνεχίστε στην ανάγνωσή του έχοντας υπόψη την ημερομηνία δημοσίευσης.

Tagged under:

Απόφοιτος Τμήματος Πολιτικών Επιστημών Παντείου και Μεταπτυχιακού Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών. Ερευνητής στο Ίδρυμα Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Αμυντικών Θεμάτων. Μέλος της Ομάδας Θαλάσσιας Στρατηγικής του ΕΛΙΣΜΕ και Εξωτερικός Συνεργάτης ΚΕΔΙΣΑ [email protected]

Website: http://powerpoltics.eu

   Ροή άρθρων Συντάκτη

1 Comment

  1. ΝΙΚΟΣ ΓΚΟΥΜΑΣ Reply

    Η Συμφωνία -Συνθήκη των Πρεσπών είναι απόλυτα στα πλαίσια των προτάσεων και των προβλέψεων του αρθογράφου. Το πολιτικό πρόβλημα φαίνεται να έχει λυθεί, εν τούτοις αν και δεν είμαι εθνικόφρονας , η μελέτη διαφόρων βιβλίων και κυρίως της Wikipedia που διαβάζουν εκατομμύρια άνθρωποι διεθνώς, μείωσαν πολύ την αρχι-
    κή μου αισιοδοξία.
    Το πρόβλημα της διαμάχης μεταξύ των δύο λαών παρουσιάσθήκε όταν οι κάτοικοι της σημερινής Βόρειας Μακεδονίας θέλησαν να μονοπωλήσουν την ονομασία ( κράτος, γλώσσα και εθνικότητα). Η γλώσσα τους ονομάζεται Μακεδονική και η ονομασία έχει σχεδόν παγιωθεί διεθνώς, αλλά πολλά ιστορικά διεθνή βιβλία αναφέρουν σαν Μακεδονική την γλώσσα των Αρχαίων Μακεδόνων, που πρέπει τώρα να όνομά ζεται ” Αρχαία Μακεδονική”, για να υπάρχει διάκριση. Αυτή η διάκριση υπάρχει και με την σημερινή ονομασία “Βόρεια Μακεδονία”
    που κανείς δεν δεχόταν για δεκαετίες. Από τους γείτονες υπάρχει διεθνής προπαγάνδα ότι η Αρχαία Μακεδονική δεν ήταν Ελληνική. Τι σημασία έχει όμως έχει τι ήταν, και το μόνο που ο ισχυρισμός θέλει να δείξει είναι ότι οι Αρχαίοι Μακεδόνες δεν είχαν σχέση με την Ελλάδα. Στη Wikipedia δεν υπάρχει σελίδα διευκρίνησης μεταξύ Μακεδονικής και Αρχαίας Μακεδονικής, γιατί η Μακεδονική θεωρείται Primary topic. Επίσης στην ίδια Εγκυκλοπαίδεια οι Βόρειομακεδόνες ονομάζονται ethnic-Macedonians. Υπάρχει και πίνακας με αυτούς πουπάρχει ομιλούν την Μακεδονική σε διάφορα κράτη. Πιστούς ότι ο φανατισμός από τους γείτονες δεν έχει εκλείψει.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Περισσότερα από την Power Politics:

Log in or Sign Up

Pin It on Pinterest