Η ρήξη Tito-Stalin
- Written by Κωνσταντίνα Μελετιάδου
- Published in Βαλκάνια, Διπλωματία & Πολιτική
- Leave a reply
- Permalink
Η διεξαγωγή και λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δημιούργησε μία νέα διεθνή τάξη πραγμάτων, η οποία χαρακτηρίστηκε από την άνοδο της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ ως κυρίαρχων δυνάμεων. Το σύστημα αυτό των δύο πόλων -γνωστό και ως “Ψυχρός Πόλεμος”- μεταφράστηκε σε άσκηση επιρροής στα λιγότερο δυνατά και ανεπτυγμένα κράτη, καθώς και σε μετατροπή τους σε κράτη-δορυφόρους είτε της μίας είτε της άλλης δύναμης. Η Γιουγκοσλαβία του Tito αποτελεί το κράτος εκείνο που εξισορρόπησε ανάμεσα στις δύο δυνάμεις, περνώντας από τη φάση της απόλυτης συνεργασίας και ταύτισης με την ΕΣΣΔ του Stalin στη ρήξη με τον τελευταίο και στην απομάκρυνσή της από την Cominform, καταλήγοντας εν τέλει στην αποδοχή της προσέγγισης και βοήθειας από τη Δύση.
Ιστορικό πλαίσιο – Συνεργασία
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στη Γιουγκοσλαβία, ο αγώνας των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων, με επικεφαλής τον Στρατάρχη Josip Broz Tito, ενάντια στους Ναζί, έλαβε σημαντική αρωγή από τη Σοβιετική Ένωση και τον Κόκκινο Στρατό. Ως εκ τούτου, κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, οι σχέσεις Σοβιετικής Ένωσης και Γιουγκοσλαβίας χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα στενές. Αυτό αποδεικνύεται, καταρχάς, από τη σύναψη του Συμφώνου Φιλίας και Αμοιβαίας Συνεργασίας και της Συνθήκης Συμμαχίας το 1945, με την τελευταία να υιοθετεί μέτρα παροχής οικονομικής βοήθειας, με την ενεργοποίηση πενταετούς αναπτυξιακού προγράμματος, καθώς και με την αποστολή στρατιωτικών και οικονομικών συμβούλων από την ΕΣΣΔ στη Γιουγκοσλαβία. Παράλληλα, στο τέλος του ίδιου έτους, το κόμμα των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων κομμουνιστών, το λεγόμενο “Λαϊκό Μέτωπο” με αρχηγό τον Tito, λαμβάνει το 90% των ψήφων και παγιώνεται στην εξουσία, εγκαθιδρύοντας τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας.
Μεταξύ των ετών 1945-1948, ο Tito -που εκλέχτηκε Πρωθυπουργός- ακολούθησε εσωτερική πολιτική όμοια με εκείνη της Σοβιετικής Ένωσης. Πιο συγκεκριμένα, το 1946 ψηφίστηκε το νέο Σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας, κατά το πρότυπο του σοβιετικού Συντάγματος του 1936. Τα βασικά στοιχεία αυτού συνίστανται τόσο στην ομοσπονδιακή δομή, όσο και στον δημόσιο χαρακτήρα των μέσων παραγωγής. Ο Tito εφάρμοσε πλήρως το σταλινικό οικονομικό μοντέλο στο εσωτερικό της Γιουγκοσλαβίας, προχωρώντας, επίσης, σε κρατικοποίηση ιδιωτικών επιχειρήσεων και τραπεζών, απομάκρυνση των αστικών κομμάτων, αλλά και περιθωριοποίηση της Εκκλησίας. Εν ολίγοις, έχει υποστηριχθεί πως οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών μέχρι τον Μάρτιο του 1948 είχαν καλλιεργηθεί σε τέτοιο επίπεδο ώστε η Γιουγκοσλαβία να θεωρείται “ο πιο πιστός και αφοσιωμένος σύμμαχος της Σοβιετικής Ένωσης”.
Τα αίτια της ρήξης
Τον Σεπτέμβριο του 1947 ιδρύεται από τη Σοβιετική Ένωση η Cominform ή, αλλιώς, το Γραφείο Πληροφοριών των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, ως αντίδραση στο Δόγμα Truman και στο Σχέδιο Marshall. Αποτελούταν από τα Κομμουνιστικά Κόμματα της Σοβιετικής Ένωσης, της Βουλγαρίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Ιταλίας και της Γαλλίας, και συνιστούσε το μέσο για την ανταλλαγή πληροφοριών, τον συντονισμό δράσεων, καθώς και τη συμμόρφωση των άνωθεν Κομμουνιστικών Κομμάτων στις επιταγές της Μόσχας.
Η περίοδος αυτή σηματοδοτήθηκε από την εντατική προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης να επεκτείνει τον έλεγχό της τόσο στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όσο και στην Ιταλία και στη Γαλλία μέσω των Κομμουνιστικών Κομμάτων τους, με απώτερο σκοπό την εξάπλωση του κομμουνισμού στις χώρες όπου επικρατούσε το καπιταλιστικό σύστημα. Ως εκ τούτου, η Γιουγκοσλαβία, της οποίας η γεωγραφική θέση συνόρευε με τρία μη κομμουνιστικά κράτη (Αυστρία, Ελλάδα, Ιταλία), συνιστούσε για τον Stalin το πλεονεκτικότερο κράτος-δορυφόρο που θα διοχέτευε την κομμουνιστική ιδεολογία στην ευρύτερη περιοχή, εξυπηρετώντας πλήρως το πολιτικό του πρόγραμμα. Την ίδια στιγμή, ούσα χώρα ταυτόχρονα Νοτιοευρωπαϊκή, Βαλκανική, Παραδουνάβιος και Μεσογειακή, η Γιουγκοσλαβία θεωρούνταν ως υψίστης γεωστρατηγικής σημασίας. Γι’ αυτούς τους λόγους, ο Stalin απέβλεπε σε μία ελεγχόμενη Γιουγκοσλαβία, της οποίας τα συμφέροντα θα βρίσκονταν σε απόλυτη σύμπνοια με αυτά της Σοβιετικής Ένωσης. Για την επίτευξη του στόχου αυτού έπρεπε να προηγηθεί η παράκαμψη του Tito.
Ωστόσο, ο Tito είχε διαφορετικά σχέδια αναφορικά με την εξωτερική πολιτική της Γιουγκοσλαβίας. Ενισχυμένος από την αδιαμφισβήτητη νίκη του επί των Ναζί, την άνοδό του στην εξουσία και την αποδοχή του από τον λαό, καθώς και συνειδητοποιημένος σχετικά με τη διεθνή καταξίωσή του και τη γεωπολιτική θέση της χώρας του, επιθυμούσε μια ανεξάρτητη πολιτική στα Βαλκάνια.
Πιο συγκεκριμένα, είχε ως στόχο τον σχηματισμό μιας Νοτιοσλαβικής (Βαλκανικής) Ομοσπονδίας, στην οποία η Γιουγκοσλαβία θα διαδραμάτιζε ηγετικό ρόλο. Η Ομοσπονδία αυτή θα αποτελούταν από επτά Δημοκρατίες, ήτοι τις έξι Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες της Γιουγκοσλαβίας και τη Βουλγαρία, με παράλληλη ένταξη του βουλγαρικού τμήματος της “Μακεδονίας” στη “Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας”. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας που ακολούθησαν άρχισαν να ξεφεύγουν της εποπτείας του Stalin – με αποκορύφωμα τη Συνδιάσκεψη του Bled το 1947. Κατά τη διάρκεια της Συνδιάσκεψης αυτής, η Γιουγκοσλαβία και η Βουλγαρία συζήτησαν και υπέγραψαν το Σύμφωνο Φιλίας, Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας, χωρίς να ενημερωθεί ο Stalin. Ο τελευταίος αντέδρασε, καθώς θεώρησε πως οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί θα εκλάμβαναν το Σύμφωνο αυτό -που υπογράφηκε πριν τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων- ως κίνηση στην οποία συναίνεσε και ο ίδιος και, έτσι, στο πλαίσιο της ψυχροπολεμικής ατμόσφαιρας θα το εκμεταλλεύονταν, ενισχύοντας τη στρατιωτική βοήθεια προς την εμφυλιακή Ελλάδα.
Ενόψει της όλο και εντεινόμενης βουλγαρο-γιουγκοσλαβικής προσέγγισης, καθώς και της σύναψης παρόμοιων Συμφώνων και με άλλες ανατολικές χώρες, γίνεται αντιληπτό πως ο Stalin φοβόταν την τυχόν μείωση της σοβιετικής επιρροής στα Βαλκάνια, αφενός, και τις αγγλο-αμερικανικές αντιδράσεις, αφετέρου, σε περίπτωση ερμηνείας της παραπάνω προσέγγισης ως στροφή κατά της Ελλάδας ενόψει του Μακεδονικού ζητήματος, με έγκριση του ιδίου.
Από την άλλη πλευρά, στο πλαίσιο της ηγεμονικής πολιτικής του, ο Tito στόχευε στην απορρόφηση και της Αλβανίας από τη Βαλκανική Ομοσπονδία, με αντάλλαγμα την εκχώρηση του Κοσσυφοπεδίου. Απέναντι στην αποστολή γιουγκοσλαβικής μεραρχίας στην Αλβανία το 1947, όταν μαινόταν η υπόθεση των Στενών της Κέρκυρας, ο Stalin στάθηκε ιδιαίτερα επικριτικός καθώς, σε συνδυασμό με την παραπάνω ανοιχτή υπόθεση, η γνωστή αγγλο-αμερικανική πολιτική της μη αναγνώρισης του καθεστώτος του Hoxha έφερε τον κίνδυνο της θεώρησης της μεραρχίας ως μορφή κατάληψης της χώρας, η οποία αντίστοιχα θα προκαλούσε ως αντίδραση την υπεράσπισή της από τις δυτικές δυνάμεις.
Παράλληλα, η έντονη συμμετοχή της Γιουγκοσλαβίας στον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο με την παροχή βοήθειας στον Δημοκρατικό Στρατό της Ελλάδας (ΔΣΕ) ενοχλούσε τον Stalin. Αποκορύφωμα υπήρξαν οι δηλώσεις του Βούλγαρου ηγέτη, Georgi Dimitrov, στη Ρουμανία τον Ιανουάριο του 1948, ο οποίος έκανε λόγο για “μελλοντική Βαλκανική ή Παραδουνάβια Ομοσπονδία ή Συνομοσπονδία, στην οποία θα μπορούσε να ενταχθεί και η Ελλάδα ως Λαϊκή Δημοκρατία”.
O Stalin, εξοργισμένος πια και με έλλειψη της όποιας ανοχής ως προς τη μείωση της σοβιετικής επιρροής στα Βαλκάνια, καθώς και της όποιας διάθεσης για αντιπαράθεση με τους Αμερικανούς -αφού οι ενέργειες των Tito και Dimitrov θα μπορούσαν και πάλι να ερμηνευτούν σαν να έχουν την έγκριση της ΕΣΣΔ-, αποφάσισε να λάβει δραστικά μέτρα. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 1948 τούς κάλεσε αμφότερους στη Μόσχα για να τους επιπλήξει, και να τους “επαναφέρει” στην τάξη. Όταν ο Tito δεν εμφανίστηκε, ο Stalin άσκησε δριμύτατη κριτική, και απαίτησε την πλήρη σοβιετική προ-έγκριση για όλα τα ζητήματα που αφορούσαν στην εξωτερική πολιτική τόσο της Γιουγκοσλαβίας όσο και της Βουλγαρίας. Η ρήξη είχε δρομολογηθεί.
Συμπερασματικά, όλα τα προαναφερθέντα συμβάντα οικοδομούν τη βασική αιτία της ρήξης Tito-Stalin, η οποία δεν είναι άλλη από την ανεπιθύμητη από πλευράς Stalin πολιτική ηγεμονισμού του ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας στα Βαλκάνια.
Η αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Cominform
Η ρήξη εκδηλώθηκε τον Μάρτιο του 1948, όταν η Σοβιετική Ένωση αρνήθηκε την ανανέωση διμερούς εμπορικής συμφωνίας, και ανακοίνωσε την απόσυρση των οικονομικών και στρατιωτικών συμβούλων της από τη Γιουγκοσλαβία ένεκα εχθρικού κλίματος. Ακολούθησε η ανταλλαγή σειράς επιστολών που περιείχαν τις ιδεολογικές παρεκκλίσεις στις οποίες η Μόσχα θεώρησε πως το Βελιγράδι είχε υποπέσει. Έμφαση δόθηκε στις κατηγορίες για ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού, μείωση επιρροής του Κόμματος, καθώς και εμφάνιση του αστικού εθνικισμού. Αρνούμενος τις κατηγορίες, ο Tito απάντησε δηλώνοντας πως “όσο και αν ο καθένας από εμάς αγαπά τη χώρα του σοσιαλισμού, την ΕΣΣΔ, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αγαπά λιγότερο τη χώρα του, η οποία επίσης αναπτύσσει τον σοσιαλισμό”.
Η σοβιετο-γιουγκοσλαβική αυτή διένεξη κορυφώθηκε με την αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Cominform, σε συνεδρίαση της τελευταίας στο Βουκουρέστι στις 28 Ιουνίου 1948. Οι επίσημες κατηγορίες ήταν οι εξής:
- Απόκλιση του Tito από τις θεωρίες των Marx και Lenin.
- Εισχώρηση και συνεχής εξάπλωση καπιταλιστικών στοιχείων στη Γιουγκοσλαβία.
- Ύπαρξη ελευθερίας ιδιωτικής πρωτοβουλίας ως προς την καλλιεργήσιμη γη.
- Υιοθέτηση ανεξάρτητης πολιτικής πορείας, μακριά από τη βοήθεια και την προστασία της Σοβιετικής Ένωσης και άλλων σοσιαλιστικών καθεστώτων.
Επακόλουθα
Οι συνέπειες της σοβιετο-γιουγκοσλαβικής ρήξης ήταν πολύπλευρες.
Καταρχάς, το όραμα του Tito για τον σχηματισμό μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας κατέρρευσε, καθώς οι σχέσεις της Γιουγκοσλαβίας με τα άλλα βαλκανικά κράτη επηρεάστηκαν, με τα τελευταία να λαμβάνουν το μέρος της Μόσχας. Για παράδειγμα, η Αλβανία ζήτησε από τη Γιουγκοσλαβία να κλείσει το κέντρο πληροφοριών που διατηρούσε στα Τίρανα, ενώ δόθηκε προθεσμία 48 ωρών στο γιουγκοσλαβικό προσωπικό για να εγκαταλείψει τη χώρα. Ακόμη και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος ευθυγραμμίστηκε με την πολιτική της Cominform, χωρίς όμως να στραφεί έντονα κατά της Γιουγκοσλαβίας.
Έπειτα, η αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Cominform προκάλεσε σοβαρό πλήγμα στην οικονομία της χώρας, καθώς όλες οι εμπορικές και οικονομικές συμφωνίες, τόσο με τη Σοβιετική Ένωση όσο και με τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, ακυρώθηκαν. Το πενταετές αναπτυξιακό πρόγραμμα πάγωσε, και της επιβλήθηκε οικονομικός αποκλεισμός. Λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη εξάρτησή της από τη Σοβιετική Ένωση (80% κάρβουνο και σίδηρος, 60% πετρέλαιο) και τα υπόλοιπα ανατολικά κράτη (50% εισαγόμενα είδη), η Γιουγκοσλαβία βρέθηκε πλήρως απομονωμένη, χωρίς συμμάχους, και στα όρια της πτώχευσης, παράλληλα με τον φόβο μιας ενδεχόμενης σοβιετικής εισβολής. Πολλές είναι και οι μαρτυρίες που κάνουν λόγο για σημαντικό αριθμό αποπειρών δολοφονίας του Tito.
Ωστόσο, το πιο κρίσιμο επακόλουθο της ρήξης έγκειται στην προσέγγιση της Γιουγκοσλαβίας από τη Δύση. Σειρά ζητημάτων (λ.χ. το ζήτημα της Τεργέστης) είχαν επιδεινώσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο μερών κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Για τον λόγο αυτό, η όποια ικανοποίηση προκλήθηκε στη Δύση λόγω της ρήξης συνοδεύτηκε από την επιφύλαξη τόσο ως προς την κομμουνιστική ιδεολογία του Tito, όσο και ως προς τα ζητήματα που εκκρεμούσαν. Έτσι, ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία ανέμεναν κάποιες χειρονομίες καλής θελήσεως εκ μέρους του Tito, οι οποίες θα ενεργοποιούσαν τη στήριξή τους προς τη Γιουγκοσλαβία. Άλλωστε μια φιλοδυτική ή, έστω, ουδέτερη Γιουγκοσλαβία θα προσέφερε άμεσα οφέλη στα σχέδια της Δύσης για άσκηση επιρροής στη Νοτιο-ανατολική Ευρώπη. Καθώς η πίεση του αποκλεισμού λύγιζε τη Γιουγκοσλαβία, ο Tito αποφάσισε να στραφεί οριστικά προς τη Δύση, προβαίνοντας σε χειρονομίες καλής θελήσεως ώστε να λάβει η χώρα του στρατιωτική και οικονομική βοήθεια.
Πιο συγκεκριμένα, τον Ιούλιο του 1949 προέβη σε δημόσια ομιλία, κατά την οποία διακήρυξε πως έκλεινε τα γιουγκοσλαβικά σύνορα με την Ελλάδα, με το πρόσχημα ότι ελληνικές κυβερνητικές δυνάμεις είχαν χρησιμοποιήσει το γιουγκοσλαβικό έδαφος για να επιτεθούν στον ΔΣΕ. Φυσικά, η δήλωση αυτή προκάλεσε την ικανοποίηση της Washington και, μέχρι σήμερα, χαρακτηρίζεται ως επιτυχία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, καθώς έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην ήττα του ΔΣΕ, ο οποίος μέχρι τότε βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη βοήθεια της Γιουγκοσλαβίας για την επίτευξη του σκοπού του.
Παράλληλα, ο Tito ανακοίνωσε πως δεν θα προέβαινε σε οποιαδήποτε πολιτική παραχώρηση ως αντάλλαγμα για τα δάνεια που θα πιστωθούν στη χώρα του, αλλά αναφέρθηκε σε ορισμένες περαιτέρω παραχωρήσεις στις οποίες ήταν διατεθειμένος να προβεί (ζητήματα Καρινθίας και Τεργέστης). Ως εκ τούτου, η Γιουγκοσλαβία του Tito, αποκομμένη πλέον από τη σταλινική Μόσχα, δέχτηκε τεράστια οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση ώστε να καταφέρει να σταθεί στα πόδια της.
Επίλογος
Οι σχέσεις μεταξύ Γιουγκοσλαβίας και Σοβιετικής Ένωσης αποκαταστάθηκαν μετά τον θάνατο του Stalin, υπό την ηγεσία του Khrushchev το 1955. Ο Tito αναδείχτηκε ως ο πρώτος ως τότε κομμουνιστής που αψήφησε τον Stalin και κατάφερε να επιζήσει. Στη συνέχεια, ο “Stalin των Βαλκανίων” κράτησε ίσες αποστάσεις από τις δύο κυρίαρχες δυνάμεις του Ψυχρού Πολέμου – γεγονός που τον μετέτρεψε σε πρωτοπόρο του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, ο “τιτοϊσμός” θεωρείται αίρεση της κομμουνιστικής ιδεολογίας, και η -μέσω ελιγμών- νίκη του Γιουγκοσλάβου ηγέτη κρίνεται ως απατηλή, διότι το μετα-σοβιετικό αποκεντρωμένο σύστημα που υιοθετήθηκε στο εσωτερικό της Γιουγκοσλαβίας μετακίνησε το κέντρο βάρους της εξουσίας προς τις Δημοκρατίες, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο εθνικισμός – με τις γνωστές συνέπειες μετά τον θάνατο του ισόβιου ηγέτη της.
Πηγές:
- Αριστείδου, Χ. (2009). Το Τριμερές Βαλκανικό Σύμφωνο Ελλάδας-Τουρκίας-Γιουγκοσλαβίας (1953-1954) στο πλαίσιο των ευρύτερων ελληνο-γιουγκοσλαβικών και ελληνο-τουρκικών σχέσεων 1949-1955. http://ikee.lib.auth.gr/record/114013/files/ARISTEIDOU.pdf
- Ζενάκος, Α. (2003). Ιωσήφ Μπροζ Τίτο 1892-1980. http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=155715
- Κεντρώτης, Κ. (1995). Βαλκάνια: Από διπολισμό στη νέα εποχή. Εκδόσεις Γνώση, pp. 380-382.
- Κουζινόπουλος, Σ. (2003). Ο ρόλος του Τίτο στον Εμφύλιο. http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=153223
- Στάθης, Σ. Κ. (1980). Γιουγκοσλαβία και Τίτο 1919-1953. Tito-Cominform και η διαφωνία του με τον Στάλιν. Εκδόσεις Εστία, pp. 307-309, 338.
- Σφέτας, Σ. (2012). Η Ρήξη Τίτο-Στάλιν. http://www.kathimerini.gr/457192/article/epikairothta/kosmos/h-rh3h-tito—stalin
- Χρηστίδης, Γ. Ε. (2003). Τα Κομμουνιστικά Βαλκάνια. Εισαγωγή στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική στην Αλβανία, Βουλγαρία, Γιουγκοσλαβία και Ρουμανία την περίοδο 1945-1989. Εκδόσεις Βάνιας, pp. 343.
- Ψαλλίδας, Γ. (2012). Η δημιουργία της Κομινφόρμ. http://www.kathimerini.gr/447942/article/epikairothta/kosmos/h-dhmioyrgia-ths-kominform
- Perović, J. (2007). The Tito–Stalin split: a reassessment in light of new evidence. http://www.zora.uzh.ch/id/eprint/62735/1/Perovic_Tito.pdf
- Ramet, S. R. (2006). The Three Yugoslavias State: Building and Legitimation, 1918-2005. Εκδόσεις Indiana University Press, pp. 175-177.
- Stankovic, S. (1980). Tito Expelled from the Cominform 32 Years Ago. http://osaarchivum.org/files/holdings/300/8/3/text/117-2-215.shtml