Νομικά ζητήματα στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή
- Written by Μαρία Καραγιώργου
- Published in Ανθρώπινα Δικαιώματα, Ευρώπη
- Leave a reply
- Permalink
Η Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή αποτελεί έναν κλάδο της Ιατρικής, που δημιουργήθηκε με σκοπό να επιφέρει λύσεις στην απόκτηση τέκνων, σε περιπτώσεις ατόμων που αντιμετωπίζουν πρόβλημα στειρότητας. Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή -οριζόμενη με έναν ευσύνοπτο και απλό τρόπο- παρουσιάζεται ως «μια σειρά διαδικασιών και τεχνικών που συνίστανται στην επεξεργασία των ανθρώπινων ωαρίων, σπερματοζωαρίων ή εμβρύων, στο πλαίσιο ενός προγράμματος για την επίτευξη εγκυμοσύνης». Οι τεχνικές της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής συνοψίζονται σε τρεις κατηγορίες, ήτοι: την ενδομήτρια σπερματέγχυση, την εξωσωματική γονιμοποίηση, την υποβοηθούμενη με τη συμμετοχή τρίτου ατόμου (δότη σπέρματος, δότρια ωαρίων, υποκατάστατη και φέρουσα μητέρα). Μάλιστα, η ανάπτυξη του εν λόγω ιατρικού κλάδου είναι πρόσφατη, αν σκεφτούμε ότι το πρώτο παιδί που ήρθε στη ζωή με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης, η Αγγλίδα Louise Brown, γεννήθηκε μόλις το 1978. Η εξέλιξη στην εγκαθίδρυση και διάδοση του εναλλακτικού αυτού τρόπου αναπαραγωγής προσκρούει σε ηθικοκοινωνικές αντιλήψεις, που επικρατούν στις κοινωνίες διαφόρων κρατών, εκπορευόμενες σε μεγάλο βαθμό από την εκκλησία. Συγκεκριμένα, για την τελευταία, η απόκτηση τέκνων είναι φυσική συνέπεια της γαμήλιας ένωσης των ανθρώπων, και η ανάμειξη τρίτου προσώπου στη διαδικασία αυτή, ή η τεκνοποίηση ομόφυλων ζευγαριών, καθίσταται μη ηθικώς αποδεκτή.
Πέραν των ηθικών ζητημάτων -τα οποία σε κάθε περίπτωση είναι αναπόφευκτα, κατά την επικράτηση ενός νέου τεχνολογικού επιτεύγματος που έρχεται σε αντίθεση με τις ισχύουσες παραδοσιακές αντιλήψεις-, σημαντικότερα και επιτακτικότερα είναι τα νομικά ζητήματα που προέκυψαν με την εφαρμογή των μεθόδων της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, και αφορούν, κυρίως, στη σύγκρουση δικαιωμάτων. Πιο συγκεκριμένα, η εφαρμογή των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής αποτελεί εκδήλωση του δικαιώματος στην αναπαραγωγή που θεμελιώνεται, σε εθνικό επίπεδο, στο δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (αρ. 5 παρ. 1 του Συντάγματος), την προσωπική ελευθερία (αρ. 5 παρ. 3 του Συντάγματος) και το δικαίωμα απαραβίαστου της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (αρ. 9 παρ. 1 του Συντάγματος). Παράλληλα, η έκφραση του δικαιώματος στην αναπαραγωγή κατοχυρώνεται σε υπερεθνικό επίπεδο στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (αρ. 8 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, αρ. 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Ωστόσο, η εφαρμογή των μεθόδων πρέπει να γίνεται υπό τους περιορισμούς που θέτουν άλλα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια (αρ. 2 παρ. 1 του Συντάγματος, αρ. 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και η προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, με γνώμονα το συμφέρον του τέκνου (αρ. 3 παρ. 1 Διεθνής Σύμβαση για τα δικαιώματα του Παιδιού).
Αναφορικά με τα συμφέροντα και την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, κατά την προσφυγή στις μεθόδους της τεχνητής γονιμοποίησης, προβληματισμοί έχουν εκδηλωθεί σε ζητήματα, όπως αυτό της μεταθανάτιας τεχνητής γονιμοποίησης, σχετικά με το αν, τελικά, η μέθοδος αυτή αντιβαίνει στα συμφέροντα του τέκνου που πρόκειται να γεννηθεί χωρίς πατέρα εν ζωή. Για το λόγο αυτό, κράτη όπως η Γερμανία, η Ελβετία και η Γαλλία έχουν απαγορεύσει τη μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση, ενώ άλλα κράτη, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, επιβάλλουν σοβαρότατους περιορισμούς. Ενδεικτικές αυτής της πρακτικής είναι οι αποφάσεις των τριών παραπάνω χωρών και, συγκεκριμένα, της Γερμανίας (§ 4 (1) Embryonenschutzgesetz,1991), της Ελβετίας (3 § 4 loi federal sur la procréation médicalement assistée,1998) και της Γαλλίας (κομβική δικαστική απόφαση -γνωστή ως Corinne Parpalaix- με αίτημα της αιτούσας να της επιστραφεί το σπέρμα του θανόντος συζύγου, το οποίο φυλασσόταν σε τράπεζα σπέρματος, ώστε η αιτούσα να μπορεί να προβεί στη μέθοδο της τεχνητής γονιμοποίησης με σπερματέγχυση και, τελικώς, δικαιώθηκε, παρά την αντίθετη ρύθμιση του Loi nο 2004-800). Η στάση, βέβαια, των κρατών που απαγορεύουν εξ’ολοκλήρου την προσφυγή στη μέθοδο της μεταθανάτιας τεχνητής γονιμοποίησης κρίνεται ενδεχομένως απόλυτη, καθώς εμμέσως απαγορεύουν και το σχηματισμό της μονογονεϊκού τύπου οικογένειας, που είναι ιδιαίτερα διευρυμένη στο σύγχρονο ευρωπαϊκό κόσμο. Μάλιστα, η μέθοδος της τεχνητής γονιμοποίησης δεν καταπατά, σε καμία περίπτωση, τα δικαιώματα του παιδιού, όπως το δικαίωμα για οικογενειακή ασφάλεια και υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητας, διότι δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα επιστημονικά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν με έναν γονέα παρουσιάζουν μειονεκτήματα στην ανάπτυξή τους, σε σχέση με τα παιδιά που μεγαλώνουν σε οικογενειακό περιβάλλον με δύο γονείς.
Επιπλέον, νομικά ζητήματα προκύπτουν από μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που προϋποθέτουν τη συμμετοχή τρίτων, όπως αυτή της ετερόλογης τεχνητής γονιμοποίησης. Αναφορικά με την εν λόγω μέθοδο, στην οποία η αναπαραγωγή γίνεται με σπέρμα τρίτου δότη, αξιοσημείωτη είναι η εμφάνιση τραπεζών σπέρματος στις ΗΠΑ, όπου διατίθεται σπέρμα ατόμων με υψηλό δείκτη ευφυΐας (όπως κατόχων βραβείων Νόμπελ). Το συγκεκριμένο γεγονός προκάλεσε πληθώρα αρνητικών αντιδράσεων στον ευρωπαϊκό χώρο, καθώς η δυνατότητα τέτοιας επιλογής δύναται να οδηγήσει σε δημιουργία ενός νέου κινήματος θετικής ευγονικής. Είναι προφανές ότι το δικαίωμα στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή δεν περιλαμβάνει, σε καμία περίπτωση, τη δυνατότητα προκαθορισμού συγκεκριμένων χαρακτηριστικών του τέκνου – δυνατότητα που αντιστρατεύεται και καταπατά το δικαίωμα σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, και οδηγεί σε μία «κατά παραγγελία» επιλογή των απογόνων. Σκοπός των τεχνολογικών και ιατρικών εξελίξεων στους τρόπους αναπαραγωγής είναι η αντιμετώπιση βιολογικών προβλημάτων τεκνοποίησης, αλλά όχι η θυσία της ανθρώπινης αξίας στο βωμό της τεχνολογικής εξέλιξης και τις ανθρώπινης ματαιοδοξίας.
Για το λόγο αυτό, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική ορίζει από το πρώτο -μόλις- άρθρο ότι «τα συμβαλλόμενα μέρη θα προστατεύουν την αξιοπρέπεια και την ταυτότητα κάθε ανθρώπινου όντος, και θα εγγυώνται το σεβασμό της ακεραιότητας και των λοιπών δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών κάθε ανθρώπινου όντος, χωρίς διάκριση, σε σχέση με την εφαρμογή της Βιολογίας και της Ιατρικής». Ακολούθως, στο αρ. 2 αναφέρεται ότι «τα συμφέροντα και η ευημερία του ανθρώπινου όντος θα υπερισχύουν, έναντι μόνου του κοινωνικού συμφέροντος ή της επιστήμης». Στο ίδιο πλαίσιο, η Σύμβαση αυτή σε επόμενα άρθρα απαγορεύει ρητώς τις επεμβάσεις που αποσκοπούν στην τροποποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος. Εξαίρεση αποτελούν οι επεμβάσεις που διεξάγονται για προληπτικούς, θεραπευτικούς σκοπούς (αρ. 13). Επιπλέον, απαγορεύεται τόσο η δυνατότητα επιλογής του φύλου του παιδιού μέσω της προσφυγής στις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, εκτός αν πρόκειται να ανιχνευθεί με τον τρόπο αυτό σοβαρή κληρονομική ασθένεια σχετιζόμενη με το φύλο (αρ. 14), όσο και η δημιουργία ανθρώπινων εμβρύων για ερευνητικούς σκοπούς (αρ. 18 παρ. 2). Τούτων δοθέντων, αξίζει να επισημάνουμε και τη ρητή απαγόρευση της αναπαραγωγικής ανθρώπινης κλωνοποίησης που κατοχυρώνεται σε ευρωπαϊκά και διεθνή κείμενα, διότι η διαδικασία αυτή αποτελεί ύστατη μορφή γενετικού ντετερμινισμού, αφού δεν αποσκοπεί στη γένεση ενός ανθρώπου, αλλά στο «σχεδιασμό» ενός ανθρώπου με συγκεκριμένο γενετικό υλικό. Πιο συγκεκριμένα, το πρόσθετο πρωτόκολλο της Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βϊοιατρική στο αρ. 1 ορίζει ότι «κάθε παρέμβαση που έχει ως σκοπό τη δημιουργία ανθρώπινου όντος που είναι γενετικά όμοιο με άλλο ανθρώπινο ον, ζωντανό ή νεκρό, απαγορεύεται». Ρητή απαγόρευση της αναπαραγωγικής κλωνοποίησης ανθρώπων προβλέπουν, επίσης, το αρ. 3 παρ. 2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το αρ. 11 της Οικουμενικής Διακήρυξης για το Ανθρώπινο Γονιδίωμα και τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Ωστόσο, παρά την προσπάθεια δημιουργίας μιας πλήρους νομοθεσίας σε ζητήματα που άπτονται του πεδίου της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου(ΕΔΔΑ) έχει έρθει αντιμέτωπο, αρκετές φορές, με ιδιάζουσες περιπτώσεις σύγκρουσης δικαιωμάτων, προερχόμενες από τη δυνατότητα εφαρμογής νέων ιατρικών μεθόδων αναπαραγωγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η υπόθεση Parrillo κατά Ιταλίας, όπου η προσφεύγουσα επικαλούταν καταπάτηση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή (αρ. 8 Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου), ένεκα του γεγονότος ότι το ιταλικό κράτος της απαγόρευσε να δωρίσει τα κρυοσυντηρημένα έμβρυα που προέκυψαν από τη διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης για επιστημονικές έρευνες, αφού ο σύζυγός της είχε αποβιώσει πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία. Το Δικαστήριο δέχτηκε ότι η ελευθερία διάθεσης των εμβρύων που προέρχεται από το γενετικό υλικό της προσφεύγουσας, εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο του αρ. 8 της Σύμβασης, υπό την πτυχή της ιδιωτικής ζωής. Επίσης, το Δικαστήριο, εν προκειμένω, έλαβε υπόψη τόσο ότι η προστασία της εν δυνάμει ζωής του εμβρύου σχετίζεται με το σκοπό προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων, καθώς επίσης του δικαιώματος του αυτοκαθορισμού που πρεσβεύει ο ιταλικός νόμος, όσο ότι σε ζητήματα λεπτά (με την ηθική έννοια) δεν υπάρχει κοινή στάση όλων των ευρωπαϊκών κρατών σε παρόμοιες περιπτώσεις. Ωστόσο, το ΕΔΔΑ απεφάνθη τα εξής: α) ότι ζητήματα σαν το κρινόμενο βρίσκονται στο μεγάλο περιθώριο εκτίμησης του εκάστοτε κράτους, β) ότι δεν υπάρχει παραβίαση του αρ. 8 και γ) ότι η επιβολή απαγόρευσης της δωρεάς των εμβρύων κρίνεται επιβεβλημένη σε μια δημοκρατική κοινωνία. Παρατηρούμε, επομένως, ότι στην επίλυση τέτοιου είδους ζητημάτων, η παρείσφρηση της κοινωνικής ηθικής κάθε κράτους είναι αναπόφευκτη, ακόμη και από νομολογιακής πλευράς.
Από όλα τα ανωτέρω, συμπεραίνουμε ότι υφίσταται επιτακτική ανάγκη να διασφαλιστεί, σε διεθνές επίπεδο, ένα σαφές νομικό status και ένα ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον για τον άνθρωπο που πρόκειται να γεννηθεί μέσω των μεθόδων της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Ωστόσο, η ανομοιογένεια των εθνικών ρυθμίσεων στον τομέα αυτόν -με τη δικαιολογία της λεπτότητας των ζητημάτων οικογενειακών σχέσεων και ηθικής- αποτελεί interna corporis των κρατών, και καθιστά δύσκολη τη χάραξη μιας κοινής πολιτικής σε ζητήματα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ακόμη και μετά την καταδίκη τους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για παραβίαση των ατομικών ελευθεριών των υποβοηθούμενων προσώπων ή παιδιών που έχουν γεννηθεί, πολλά κράτη μέλη συνεχίζουν να μην παρέχουν εχέγγυα προστασίας για την πρόσβαση σε εναλλακτικές μορφές μεθόδων αναπαραγωγής. Παρ’όλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Ένωση, με την έκδοση Κανονισμών και Οδηγιών που θα καλύπτουν σε κάθε πτυχή τους την αντιμετώπιση των ζητημάτων που σχετίζονται με την εφαρμογή τρόπων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, πρόκειται να κάνει σημαντικά βήματα προόδου για τον εν λόγω κλάδο. Επιπλέον, στο ευρωπαϊκό επίπεδο, καθίσταται αξιόλογη η δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, η οποία θα δρα παράλληλα με τις ήδη υφιστάμενες εθνικές Αρχές, με κύριο σκοπό τη θέσπιση κατευθυντήριων οδηγιών και τη διαμόρφωση ενός κοινού πλαισίου αντίληψης των δικαιωμάτων του ανθρώπου στο πεδίο της αναπαραγωγής μεταξύ των κρατών-μελών. Συνεπώς, είναι σαφές ότι τόσο η έκδοση Κανονισμών και Οδηγιών της Ε.Ε., όσο και η Ευρωπαϊκή Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής δύνανται να ανατρέψουν τα ως τώρα δεδομένα και να ανοίξουν το δρόμο προς την ομαλή ενσωμάτωση της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όχι μόνο στους νόμους, αλλά, πρωτίστως, στην ηθική αντίληψη των εκάστοτε κρατών.
Πηγές:
- Nichd.nih.gov. (2017). Assisted Reproductive Technology (ART). [online] Available at: https://www.nichd.nih.gov/health/topics/infertility/conditioninfo/Pages/art.aspx [Accessed 19 Mar. 2017].
- Κουνουγέρη- Μανωλεδάκη Ε. (2003). Τεχνητή γονιμοποίηση και οικογενειακό δίκαιο- Ο ν. 3089/2002 για την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή ,εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θες/νίκη
- Εφημερίδας της Κυβέρνησης (2008). Διάταγμα 11ηςΑπριλίου 2008, ΦΕΚ 100 ημερομηνίας 30/04/2008. [online] Available at: http://www.mof.gov.cy/mof/gpo/gpo.nsf/All/680C56F85BF572BCC2257428003D7AF2/$file/4261%20%2011.4.2008%20Diafora.pdf
- Council of Europe. (1997). Convention for the Protection of Human Rights and Dignity of the Human Being with regard to the Application of Biology and Medicine: Convention on Human Rights and Biomedicine. [online] Available at: https://rm.coe.int/CoERMPublicCommonSearchServices/DisplayDCTMContent?documentId=090000168007cf98 [Accessed 19 Mar. 2017].
- Repro.law.auth.gr, (2015). Ιατρικά Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή : Πρόταση για μια Ευρωπαϊκή Πολιτική. [online] Available at: http://repro.law.auth.gr/resources/files/research_content/proposals/proposals_gr.pdf [Accessed 19 Mar. 2017].
- Coates, J. (2016). Modern families: parents and children in new family forms S.Golombok Cambridge: Cambridge University Press, 2015. pp. 268, £18.99 (pb). ISBN: 978-1-107-65025. Child and Adolescent Mental Health, 21(1), pp.76-76.
- European Court of Human Rights. (2015). Parrillo vs Italy. [online] Available at: http://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22fulltext%22:[%22in%20vitro%20fertilization%22],%22documentcollectionid2%22:[%22GRANDCHAMBER%22,%22CHAMBER%22],%22itemid%22:[%22001-157263%22]} [Accessed 19 Mar. 2017].