Πιθανές επιπλοκές στην περιφερειακή σταθερότητα της Νότιας και Νοτιοανατολικής Ασίας από την κρίση των Rohingya
- Written by Γεώργιος Χατζηβαμβάκης
- Published in Άμυνα & Ασφάλεια, Νότια Ασία
- Leave a reply
- Permalink
Πρόλογος
Σύμφωνα με το World Factbook της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA) των ΗΠΑ, τον Ιούλιο του 2012 ζούσαν στη Μιανμάρ και, κατά μεγάλη πλειοψηφία, στην επαρχία Ρακίν, περί τα 800.000 Rohingya. Γεωγραφικά, εδράζονται κατά μήκος και πλησίον των συνόρων της επαρχίας Ρακίν της Μιανμάρ και της περιφέρειας Τσιταγκόνγκ του Μπαγκλαντές. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι είναι ιθαγενείς των δυτικών επαρχιών της Μιανμάρ ή ολόκληρης της επαρχίας Ρακίν, παρ’ όλο που οι περισσότεροι βουδιστές στην Μιανμάρ αναφέρονται σε αυτούς ως Βεγγαλέζους, λόγω της καταγωγής τους από το παλαιότερο κρατίδιο της Βεγγάλης. Οι Rohingya ακολουθούν το Σουνιτικό Ισλάμ και ομιλούν τη γλώσσα των Rohingya, που αποτελεί μία παραλλαγή της διαλέκτου Τσιταγκόνγκ των Βεγγαλέζικων. Ο όρος «Rohingya» είναι εξαιρετικά πολιτικά φορτισμένος, με τους ίδιους να θεωρούν εαυτούς ως τους ιστορικά δικαιούχους επί της περιοχής, ενώ οι μη-μουσουλμάνοι της Μιανμάρ να τους θεωρούν απλώς ως εποίκους Βεγγαλέζους από την Τσιταγκόνγκ. Η κυβέρνηση της Μιανμάρ στην τελευταία απογραφή, το 2014, αρνήθηκε να αναγνωρίσει την ύπαρξη των Rohingya ως εθνική ταυτότητα. Αξίζει, όμως, να αναφερθεί σε αυτό το σημείο πως, πέρα από τους Rohingya, οι υπόλοιποι μουσουλμανικοί πληθυσμοί της Μιανμάρ (περί τα 300.000 -Ζερμπάντοι, Παθάνοι, Καμάνοι κ.α.) έχουν αφομοιωθεί επαρκώς στις τοπικές Βιρμανικές και Αρακανικές κοινότητες, αποστασιοποιημένοι από τους Rohingya και άλλους, Ινδικής προέλευσης, μουσουλμάνους.
Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι μουσουλμάνοι του Ρακίν παρέμειναν πιστοί σύμμαχοι των καταπιεστών, αποικιοκρατών Βρετανών, και οπλίστηκαν από αυτούς. Στον αντίποδα, οι βουδιστικοι πληθυσμοί της περιοχής οπλίστηκαν και υποστηρίχθηκαν από τον Στρατό της Βιρμανικής Ανεξαρτησίας, τους Aung San. Οι δύο αυτές ομάδες συγκρούστηκαν πολλές φορές μεταξύ τους, κατηγορώντας η μία την άλλη για βάναυσες βιαιοπραγίες σε πλήθος περιπτώσεων. Ταυτόχρονα, είτε προς υποστήριξη των αδερφών μουσουλμάνων, είτε λόγω της υπόσχεσης για μουσουλμανική αυτονομία από τους Βρετανούς, αυξήθηκαν και οι μεταναστευτικές ροές στην περιοχή από το Τσιταγκόνγκ, του σημερινού Μπαγκλαντές. Αυτή ήταν και η απαρχή της ρήξης, που συνεχίστηκε μέχρι και σήμερα, και οδήγησε στην τωρινή κρίση.
Aντιδράσεις στην εγγύς περιφέρεια της Νοτιοανατολικής Ασίας σχετικά με το ζήτημα των Rohingya
Η ελπίδα για μία δημοκρατική Μιανμάρ, που υιοθετεί πολιτικές σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του πλουραλισμού και των μειονοτήτων, στο πλαίσιο μιας πολυπολιτισμικής και πολυθρησκευτικής πολιτικής οντότητας, άρχισε να σβήνει το 2012, με τους Rohingya να είναι τα μόνα θύματα της διαδικασίας εκδημοκρατισμού της Μιανμάρ. Μια νέα φάση των, κατά τα άλλα, διαχρονικά συνεχιζόμενων διώξεων, ξεκίνησε -ειρωνικά- σε μία περίοδο δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων για το κράτος της Μιανμάρ, μία περίοδο μετάβασης από τις στρατοκρατούμενες απολυταρχικές πολιτικές δομές του κράτους σε ανοιχτές πολιτικές δομές και οικονομικούς δεσμούς με τη Δύση. Στις 28 Μαΐου του 2012, τρεις Μουσουλμάνοι λήστεψαν, βίασαν και σκότωσαν μία νεαρή βουδίστρια – γεγονός που αναζωπύρωσε διακοινοτικά μίση, και οδήγησε σε οδομαχίες και λεηλασίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Η κυβέρνηση, αρχικά, κηρύσσοντας κατάσταση έκτακτης ανάγκης, κατάφερε να περιορίσει τις διακοινοτικές εχθροπραξίες, αποδίδοντας, εξίσου, ευθύνες και στις δύο κοινότητες, ενώ εργάστηκε για την αποκατάσταση των πληγέντων περιοχών. Στις 25 Αυγούστου του ίδιου έτους, όμως, αντάρτες Rohingya επιτέθηκαν σε κυβερνητικές δυνάμεις, σκοτώνοντας 71 ανθρώπους. Σε αντίποινα αυτή τη φορά, ο στρατός ξεκίνησε μία επιχείρηση-σκούπα εναντίον των ανταρτών και, μέχρι σήμερα, περισσότεροι από 500.000 πρόσφυγες έχουν διασχίσει τα σύνορα προς το Μπαγκλαντές. Επιπλέον 50.000 προς την Ινδία, 50.000 προς άλλες γειτονικές χώρες, 100.000 είναι εσωτερικοί πρόσφυγες (IDPs) και τουλάχιστον 2.000 έχουν πέσει θύματα δολοφονικών επιθέσεων – αντιποίνων που χαρακτηρίστηκαν από τον επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, Zeid Ra’ad Zeid al-Hussein, ως «ξεκάθαρα δυσανάλογα».
Μουσουλμανικά, κατά πλειοψηφία, κράτη-μέλη της Νοτιοανατολικής Ασίας ενεργοποιήθηκαν εναντίον αυτών των πογκρόμ, λόγω των αντιδράσεων από πολιτικούς και θρησκευτικούς φορείς των τοπικών κοινωνιών. Κυρίως στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία, πολλές μουσουλμανικές κοινωνίες έστρεψαν την προσοχή τους στους Rohingya. Η Ινδονησία και η Μαλαισία, δύο χώρες με μεγάλη επιρροή στην ASEAN, αποτελούν δύο από τους βασικούς προσφυγικούς προορισμούς για τους Rohingya. Γι’ αυτό το λόγο βρίσκονται σε μία διαρκή διαδικασία παρακολούθησης της κατάστασης και ανακοίνωσης προειδοποιήσεων σχετικά με τις ανησυχίες τους. Η Μαλαισία, συγκεκριμένα, έχει μεγάλη επιρροή στους Rohingya, και αποτελεί η ίδια την έδρα πολλών προσφιλών οργανισμών και ομάδων.
Καθώς πρόσφατα οι θέσεις τους απολαμβάνουν αυξημένης δημοτικότητας, οι οργανισμοί αυτοί κατάφεραν να αποκτήσουν ισχυρή επιρροή στο εσωτερικό πολιτικό περιβάλλον, να γίνουν κοινωνοί του προβλήματος, διεθνώς, σε λοιπούς οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και το πιο σημαντικό, να κερδίσουν την υποστήριξη των Rohingya από περιφερειακούς πολιτικούς και μη Μουσουλμανικούς Οργανισμούς. Δύο από αυτούς είναι οι Nahdatul Ulama και Muhammadiyah, οι δύο μεγαλύτεροι Μουσουλμανικοί Οργανισμοί της Ινδονησίας, οι οποίοι υποστηρίζουν πως η κυβέρνηση της χώρας πρέπει να πιέσει την Μιανμάρ, εξασφαλίζοντας την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Rohingya.
Ως επακόλουθο της κλιμακούμενης βίας εναντίον των Rohingya, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και η κοινωνία των πολιτών της χώρας, υποκύπτοντας σε λαϊκές πιέσεις, σκλήρυνε τη ρητορική κριτική της εναντίον της κυβέρνησης της Μιανμάρ. Ο υπουργός εξωτερικών της χώρας, μάλιστα, δήλωσε πως η χώρα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων, και ότι ήταν αυτή που «προέβη σε σχετική ανακοίνωση [εντός της συνεδρίασης της ASEAN] και κατέβαλε διπλωματικές προσπάθειες που είχαν ως αποτέλεσμα την έκδοση διατάγματος από την ASEAN σχετικά με το ζήτημα των Rohingya». Σε αντίθεση, όμως, με κυβερνητικούς εκπροσώπους και μη κυβερνητικούς οργανισμούς, η ίδια η ASEAN βρίσκεται αρκετά βήματα πίσω, όσον αφορά τις πιθανές αντιδράσεις, σε περίπτωση που το πρόβλημα λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις. Αυτό οφείλεται, κυρίως, στην παλαιότερη πολιτική προσέγγιση που ακολουθείται ως δόγμα της Ένωσης για σεβασμό της κυριαρχίας και της ακεραιότητας των κρατών-μελών της, καθώς και τη μη εμπλοκή της σε εθνικά ζητήματα.
Οι φόβοι για τη Διαμόρφωση ενός νέου Πυρήνα Ισλαμικής Τρομοκρατίας
Αντιθέτως, αρκετά αυξημένο είναι το επίπεδο συναγερμού, υπό το φόβο θέσπισης νέων πυρήνων εξτρεμιστικής τρομοκρατίας, ως παράγωγα της κρίσης των Rohingya. Η προσπάθεια δημιουργίας ενός Χαλιφάτου εντός της περιφέρειας από ορισμένες εξτρεμιστικές οργανώσεις (όπως η Hemaah Islamiyyah) δικαιολογείται πολλές φορές ως μέσο διασφάλισης της ασφάλειας των Rohingya και άλλων μουσουλμανικών μειονοτήτων τις Νοτιοανατολικής Ασίας. Η συμπερίληψη εδαφών της Μιανμάρ στο ενδεχόμενο αυτό Χαλιφάτο κάθε άλλο παρά ενισχύει τον σκεπτικισμό εναντίον των Rohingya. Ο ακαδημαϊκός, Mose Yegar, προσομοιάζει τους Rohingya με τις μειονότητες των Pattani της Νότιας Ταϊλάνδης και των Moro του Μιντανάο – με τις δύο τελευταίες, βέβαια, να έχουν αποδεδειγμένα μεγαλύτερες ροπές προς τον εξτρεμισμό και την προσφυγή σε θρησκευτική βία. Ένοπλες ομάδες των δύο εθνικοτήτων φαίνεται να έχουν ακόμη πιο ισχυρές ιεραρχικές δομές, συνδέσμους με ισλαμιστικές εξτρεμιστικές οργανώσεις και επιχειρησιακές δυνατότητες από τους Rohingya. Έτσι θα μπορούσαν, σαφέστατα, να αποτελέσουν πρότυπα για τον Οργανισμό Αλληλεγγύης των Rohingya (RSO) ή οποιαδήποτε άλλη οργάνωση εμφανίζει ήδη εξτρεμιστικές τάσεις, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Πιο επικίνδυνο, ωστόσο, είναι το ενδεχόμενο άλλες μουσουλμανικές ομάδες να αναλάβουν σχηματικά την πολιτική εκπροσώπηση των Rohingya, αναλαμβάνοντας ρόλο ιδεολογικού αλλά και τρομοκρατικού χορηγού. Η θρησκευτική ιδέα της Ούμα, του πνεύματος του Ισλάμ, μίας αδιαίρετης και καθολικής μουσουλμανικής κοινωνίας, θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο, κινητοποιώντας ένοπλες ομάδες, ορμώμενες από το εξωτερικό και χωρίς καμία σύνδεση με τους Rohingya να εμπλακούν σε τρομοκρατικές ενέργειες στο έδαφος της Μιανμάρ.
Εξτρεμιστές μουσουλμάνοι μαχητές, όπως το Ισλαμικό Αμυντικό Μέτωπο (FPI) που εδράζεται στην Ινδονησία, παράλληλα με τη διοργάνωση διαδηλώσεων, φέρεται να είναι υπεύθυνοι για δύο επιθέσεις εναντίον Βουδιστικών ναών στο Μακασάρ. Κατά τη διάρκεια μίας πορείας διαμαρτυρίας για τη βία εναντίον των Rohingya, οργανωμένης από το FPI, οι διαδηλωτές στράφηκαν στη βία, καταστρέφοντας τους ναούς Κουάνγκ Κόνγκ και Ζιάν Μα. Μία ακόμη ινδονησιακή εξτρεμιστική οργάνωση, η Χιζμπ ουτ-Ταχρίρ (Hizb ut-Tahrir), διαδήλωσε έξω από την πρεσβεία της Μιανμάρ στην Τζακάρτα, υποσχόμενη μία τζιχάντ ως απάντηση στη «μουσουλμανική εθνοκάθαρση» που εκτελεί η Μιανμάρ. Εκπρόσωπος της ομάδας, μάλιστα, δήλωσε: «Είμαστε έτοιμοι να πεθάνουμε, για να βοηθήσουμε τους αδελφούς μουσουλμάνους της Μιανμάρ. Μία τζιχάντ είναι ο μόνος τρόπος για να σταματήσει αυτή οι σφαγή [των Rohingya].» Ακολούθως της επίθεσης στην πρεσβεία, δύο μαχητές της RSO, οι Abu Arif και Abu Shabiyah επισκέφτηκαν την πόλη, με αποκλειστικό σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων, όπλων και τεχνογνωσίας κατασκευής βομβών. Δημοσιεύθηκαν, μάλιστα, στο πλαίσιο της επίσκεψής τους, στον εξτρεμιστικό διαδικτιακό χώρο Ar Rahman, φωτογραφίες από τη στρατιωτική εκπαίδευση 300 μαχητών Rohingya.
Το ίδιο -αν όχι πιο- σημαντική είναι η επιστολή του Abu Bakar Bashir, πνευματικού ηγέτη της ινδονησιακής οργάνωσης Jemaah Anshorut Tauhid (JAT) που έχει δηλώσει υποταγή στον ISIS, προς τον πρόεδρο της Μιανμάρ, στην οποία απειλεί ξεκάθαρα με «άγιο πόλεμο» (holy war) εναντίον της Μιανμάρ, ως αντίποινα για την καταστολή των μουσουλμάνων της χώρας. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο τύπου της οργάνωσης, ο Abu Bakar προειδοποίησε: «Πρέπει να ξέρετε πως είμαστε αδέλφια ως μουσουλμάνοι [με τους Rohingya]. Οι πόνοι τους είναι πόνοι μας, τα πάθη τους πάθη μας, και το αίμα που εσείς χύνετε και αίμα δικό μας. Με την ευχή του Αλάχ, θα μπορέσουμε να καταστρέψουμε εσάς και το λαό σας», σε περίπτωση που συνεχιστούν οι διωγμοί, και δεν αποδοθούν στους Rohingya θρησκευτικά και πολιτικά δικαιώματα. Εξάλλου ο ISIS, στον οποίο η JAT έχει ορκιστεί πίστη, έχει δείξει ενδιαφέρον για το ζήτημα των Rohingya. Σε μία προσπάθεια να επεκτείνει το δίκτυό της στην περιοχή και πέρα από τις Φιλιππίνες, και ενώ βρίσκεται υπό διαρκείς πιέσεις στη Συρία και το Ιράκ, αναζητά τρόπους να προωθήσει τους σκοπούς και τα συμφέροντά της. Ο υπουργός άμυνας της Μαλαισίας, Datuk Seri Hishammuddin, προειδοποιεί για τον κίνδυνο προσέγγισης απεγνωσμένων μελών της κοινότητας των Rohingya, κυρίως πρόσφυγες, από τους στρατολογητές της οργάνωσης, σε τοπικό αλλά και περιφερειακό επίπεδο.
Διευρύνοντας, όμως, το πεδίο μελέτης, και άλλες διακρατικές, πιο ισχυρές τρομοκρατικές οργανώσεις, πέραν της περιφέρειας της Νοτιοανατολικής Ασίας, φαίνεται πώς έχουν δείξει ενδιαφέρον για το ζήτημα των Rohingya. Το 2014, ο επικεφαλής της Αλ Κάιντα, al-Zawahiri, έκανε έκκληση προς τους μουσουλμάνους της Μιανμάρ να εξεγερθούν εναντίον της τοπικής κυβέρνησης. Πιο πρόσφατα, το 2017, μία άκρως σημαντική για το θέμα μας ανακοίνωση της Αλ Κάιντα περιέγραψε ως υποχρέωση που πηγάζει από τη Σαρία την προστασία των μουσουλμάνων του Αρακάν, καλώντας συνεργάτες της οργάνωσης στην Ινδία, το Πακιστάν, το Μπανγκλαντές και τις Φιλιππίνες να προετοιμαστούν στρατιωτικά και να εκστρατεύσουν προς τη Βιρμανία, για να βοηθήσουν τους εκεί αδελφούς τους μουσουλμάνους. Το χρονικό πλαίσιο της ανακοίνωσης αυτής, την ώρα που ο ISIS βρίσκεται σε παρακμή, έχει τη σημασία του, καθώς η Αλ Κάιντα προσπαθεί τελευταία να προμοτάρει ένα νέο προφίλ ως την πιο μετριοπαθή εναλλακτική στην περιφέρεια της Νοτιοανατολικής Ασίας. Ακόμη και οι Σομαλοί τρομοκράτες της Αλ Σαμπάμπ εξέδωσαν μήνυμα, καλώντας για τη σωτηρία των μουσουλμάνων της Μιανμάρ από τους «αγροίκους» Βουδιστές. Αυτές οι οργανώσεις, ωστόσο, που έχουν καθιερώσει ένα διεθνές δίκτυο τρομοκρατίας, αλλά και ορισμένες δυνατότητες επιρροής για τις ίδιες, προωθώντας η κάθε μία τη δική της ερμηνεία της Τζιχάντ, προσεγγίζουν το ζήτημα των Rohingya με σκοπό να εξυπηρετήσουν ίδια συμφέροντα, χωρίς αυτό να σημαίνει, εντούτοις, πως δεν μπορούν να ενισχύσουν την όποια επικείμενη στην περιοχή αστάθεια.
Οι συνέπειες, όμως, των πιθανοτήτων προσέγγισης του ζητήματος από εξτρεμιστές επεκτείνονται και στον ανθρωπιστικό τομέα. Οι χώρες που αποτελούν καταφύγιο των προσφύγων Rohingya, από φόβο δημιουργίας τρομοκρατικών δικτύων με εφαλτήρια στο εσωτερικό των εδαφών τους, σταδιακά αποκτούν μία πιο καχύποπτη στάση προς τους πρόσφυγες. Πολύ πρόσφατα, η Ινδία ανακοίνωσε πως θα προχωρήσει στην απέλαση 40.000 προσφύγων, καθώς έχει αποδείξεις που τους συνδέουν με τρομοκρατικούς πυρήνες του Πακιστάν, αλλά και τον ISIS. Αξιωματούχος του Υπουργείου Εσωτερικών της χώρας δήλωσε σχετικώς, πως οι αντίστοιχες αποδείξεις, αφού αφορούν ευαίσθητες και εν εξελίξει έρευνες, θα παρουσιαστούν ενώπιον δικαστή, σε μία υπόθεση στην οποία οι Rohingya κατηγορούνται για υποκίνηση διακοινοτικής βίας.
Επίλογος
Όπως μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό, η κρίση των Rohingya σίγουρα δύναται να επιφέρει αστάθεια στην περιφέρεια της Νοτιοανατολικής Ασίας. Το γεγονός πως οι γειτονικές της Μιανμάρ κυβερνήσεις τηρούν προς το παρόν μία διαλλακτική στάση, καθησυχάζει -προσωρινώς- όσον αφορά στο ενδεχόμενο πρόκλησης εντάσεων σε διακρατικό επίπεδο. Η ίδια όμως αυτή στάση ελλοχεύει τον κίνδυνο μεγιστοποίησης του προβλήματος σε μη διαχειρίσιμα επίπεδα. Σε αυτή την περίπτωση, η δυνατότητα άμυνας ενάντια σε τρομοκρατικές οργανώσεις -που ενδέχεται να επιχειρήσουν τη διείδυσή τους στην περιοχή- δυσχεραίνει. Τα ανοιχτά μέτωπα σε Συρία και Ιράκ, στα οποία η διεθνής τρομοκρατία χάνει τον πόλεμο, είναι σίγουρο πως, για ακόμη μια φορά, θα προκαλέσουν το φαινόμενο της μετάστασης της τρομοκρατίας, εξάγοντας σε άλλες χώρες στελέχη, αλλά και τεχνογνωσία. Για αυτόν τον λόγο, η αποφυγή μεταφοράς αυτών των αρνητικών επιπτώσεων στη Νοτιοανατολική Ασία είναι άκρως σημαντική, όσο το πρόβλημα είναι ακόμη διαχειρίσιμο. Πρέπει να βρεθεί μία λύση, όσο το δυνατόν συντομότερο, με πρωτοβουλία των σύμμαχων χωρών της Μιανμάρ στην περιοχή – αλλά και σε πρώτο στάδιο, τα κέντρα εγκατάστασης των προσφύγων στις γειτονικές χώρες πρέπει να οργανωθούν από επικυρωμένους διεθνείς οργανισμούς, ώστε να παρθούν όλα τα μέτρα προάσπισης των προσφύγων από προσπάθειες προσηλυτισμού τους εκ μέρους εξωτερικών εξτρεμιστικών παραγόντων-οργανώσεων.
Πηγές:
- Kyaw, N. (2017). Unpacking the Presumed Statelessness of Rohingyas. Journal of Immigrant & Refugee Studies, 15(3), pp. 269-286.
- Singh, B. (2014). ASEAN, MYANMAR AND THE ROHINGYA ISSUE. Vol. 18, Nos. 1-2, January-June 2014, pp. 5-20.
- Mottram, L. (2017). Rohingya crisis: Why have ASEAN countries failed to act? http://www.abc.net.au/radio/programs/pm/rohingya-crisis-why-have-asean-countries-failed-to-act/9025342
- Birsel, R. (2017). Al Qaeda warns Myanmar of ‘punishment’ over Rohingya. https://www.reuters.com/article/us-myanmar-rohingya-alqaeda/al-qaeda-warns-myanmar-of-punishment-over-rohingya-idUSKCN1BO0NI
- O’Hara, E. B. C. (2015). The Rohingya and Islamic Extremism: A Convenient Myth. https://thediplomat.com/2015/06/the-rohingya-and-islamic-extremism-a-convenient-myth/
- Mortimer, C. (2017). India trying to deport 40,000 Rohingya Muslim over ‘ties to terrorism’. http://www.independent.co.uk/news/world/asia/india-rohingya-muslims-deport-burma-40000-supreme-court-terrorists-bangladesh-myanmar-a7953851.html
- Siyech, M. (2017). The Rohingya crisis: Vital to prevent a jihadist snowball. http://www.todayonline.com/commentary/rohingya-crisis-vital-prevent-jihadist-snowball
- Bowie, N. (2017). Rohingya crisis splits Asean on religious lines. http://www.atimes.com/article/rohingya-crisis-splits-asean-religious-lines/
- Jozuka, E. (2016). Malaysia: Myanmar’s Rohingya crisis a threat to regional stability. http://edition.cnn.com/2016/12/19/asia/rohingya-crisis-myanmar-asean-amnesty/index.html