Αισχροκέρδεια: οικονομικός, νομικός ή ηθικός όρος;
- Written by Tατιάνα Γούδα
- Published in Αμερική, Οικονομία
- Leave a reply
- Permalink
Το καλοκαίρι του 2004, ο τυφώνας Charley, με αφετηρία τον Κόλπο του Μεξικό σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά του, από τη Florida μέχρι τις ακτές του Ατλαντικού, αφήνοντας πίσω του 22 νεκρούς και ζημιές ύψους 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, αίσθηση προκαλούν οι παράλογες υπερτιμήσεις των προϊόντων στις πληγείσες περιοχές. Χαρακτηριστικά, μία σακούλα με πάγο άγγιξε το κόστος των 10 δολαρίων ανά τεμάχιο, ενώ μία διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο στον Kenneth Kleppach κόστισε το τριπλάσιο της τιμής που της αντιστοιχούσε πριν τον τυφώνα. Ακόμη, υπάρχει αναφορά ότι ένας κάτοικος που διέθετε λειτουργικό αλυσοπρίονο προσφέρθηκε να απομακρύνει ένα δέντρο από τη στέγη ενός σπιτιού για 10.500 δολάρια (Τreaster Joseph B., 2004).
Τα ολοένα και αυξανόμενα περιστατικά υπερτίμησης προϊόντων που σημειώθηκαν μετά τον Τυφώνα Charley στην περιοχή της Florida, πυροδότησαν έντονες διαμάχες αναφορικά με τη νομοθεσία περί αισχροκέρδειας.
To σχετικό νομοθετικό πλαίσιο της Πολιτεία της Florida αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «κατά τη διάρκεια έκτακτης ανάγκης, είναι παράνομο να πωλούνται, να μισθώνονται, να προσφέρονται για πώληση ή μίσθωση βασικά εμπορεύματα, μονάδες κατοικίας ή εγκαταστάσεις αποθήκευσης για ποσό που υπερβαίνει κατά πολύ τη μέση τιμή που υφίστατο κατά τη διάρκεια των 30 ημερών πριν από τη δήλωση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, εκτός εάν ο πωλητής μπορεί να δικαιολογήσει την τιμή, παρουσιάζοντας αυξήσεις των τιμών ή των τάσεων της αγοράς». Παραδείγματα τέτοιων βασικών εμπορευμάτων είναι τα τρόφιμα, ο πάγος, το φυσικό αέριο και η ξυλεία. Το εν λόγω νομοθετικό πλαίσιο αναφέρεται αποκλειστικά στα βασικά εμπορεύματα. Ως «βασικό εμπόρευμα» (essential commodities) νοείται κάθε αγαθό, υπηρεσία, υλικό, εμπόρευμα, προμήθεια, εξοπλισμός, πόροι ή άλλο εμπορικό αντικείμενο και περιλαμβάνει, χωρίς περιορισμό, τρόφιμα, νερό, πάγο, χημικά προϊόντα, πετρελαιοειδή και ξυλεία απαραίτητα για κατανάλωση ή χρήση, ως άμεσο αποτέλεσμα της έκτακτης ανάγκης. Ο νόμος απαιτεί, επίσης, από εκείνους που πωλούν αγαθά και υπηρεσίες να κατέχουν επαγγελματική άδεια. (Florida Office of the Attorney General)
Ο Charlie Crist, ο γενικός εισαγγελέας της πολιτείας ανέφερε ότι δέχτηκε πάνω από 1.400 καταγγελίες για περιστατικά υπερκοστολόγησης προϊόντων στις περιοχές που επλήγησαν από τον τυφώνα. Χαρακτηριστικά, ο Γεν. εισαγγελέας τόνισε: «Με εκπλήσσει ο βαθμός της απληστίας που πρέπει να έχει κάποιος στην ψυχή του για να θέλει να εκμεταλλευθεί τα βάσανα του άλλου ύστερα από μια τέτοια καταστροφή». (Jacoby J., 2004). Μολονότι ο γενικός εισαγγελέας άρχισε να εφαρμόζει την προαναφερθείσα νομοθεσία, πολλοί οικονομολόγοι υποστήριξαν ότι ο συγκεκριμένος νόμος, και, γενικότερα, η νομοθεσία που αποσκοπεί στην καταστολή των φαινομένων υπερτίμησης προϊόντων είναι άτοπη και άστοχη στο πλαίσιο οποιασδήποτε φιλελεύθερης οικονομίας.
Στους μεσαιωνικούς χρόνους, οι φιλόσοφοι και οι θεολόγοι υποστήριζαν ότι η ανταλλαγή αγαθών θα πρέπει να γίνεται βάσει μίας δίκαιης τιμής, η οποία καθορίζεται από την εγγενή αξία των αγαθών. Ωστόσο, όπως υπογράμμισε μία σημαντική μερίδα οικονομολόγων που έθεσαν τα θεμέλια της φιλελεύθερης οικονομικής θεωρίας, σε κοινωνίες της αγοράς, οι τιμές κυμαίνονται ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση. (Sandel Michael J., 2011)
Ο Thomas Sowell, ένας οικονομολόγος της ελεύθερης αγοράς χαρακτήρισε την αισχροκέρδεια μία «συναισθηματικά ισχυρή αλλά οικονομικά ανόητη έκφραση, στην οποία οι περισσότεροι οικονομολόγοι δεν δίνουν καμία προσοχή, επειδή φαίνεται πολύ ασαφής και συγκεχυμένη για να ασχοληθεί κανείς μαζί της». Σε σχετικό δημοσίευμά του στο Capitalism Magazine, o Sowell επιχείρησε να εξηγήσει τα οφέλη που επιφέρουν τα προαναφερθέντα περιστατικά της αγορά στους κατοίκους της Florida. Αναφέρει ότι περιστατικά υπερτίμησης προϊόντων παρατηρούνται, κατά κύριο λόγο, εάν οι νέες τιμές των προϊόντων είναι αισθητά υψηλότερες από αυτές που είχε συνηθίσει το αγοραστικό κοινό. Αυτό το μοτίβο, ωστόσο, όπως υπογραμμίζει στη συνέχεια, εγείρει ερωτηματικά γύρω από τον σκληρό πυρήνα της οικονομικής σκέψης, όπως τί καθορίζει την τιμή ενός προϊόντος και ποιο ρόλο διαδραματίζει αυτό το μέγεθος στην οικονομία. Αναπτύσσοντας ο Soweel το συλλογισμό του, απαντά πως «οι τιμές των προϊόντων δεν είναι αυθαίρετοι αριθμοί που αντιστοιχίζονται στα διάφορα προϊόντα και, σε καμία περίπτωση, δεν μπορούμε να κρίνουμε κατά πόσον η τιμή ενός προϊόντος κυμαίνεται σε λογικά και δίκαια πλαίσια, με κριτήριο τις διακυμάνσεις που έχουμε συνηθίσει και μάς φαίνονται οικείες». Τουναντίον, ο Sowell τονίζει ότι η διακύμανση των τιμών των προϊόντων, ωθούμενη από το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, χωρίς περιορισμούς, επιτρέπει στις αγορές να ανακάμψουν όχι μόνο ταχύτερα αλλά και μακροπρόθεσμα, καθώς τόσο οι πωλητές δράττουν την ευκαιρία να επανορθώσουν τη ζημία, αλλά και το αγοραστικό κοινό περιορίζει τη ζήτηση, αναγνωρίζοντας έτσι ποιες είναι οι ανάγκες που πρέπει να έχουν προτεραιότητα. (Sowell T., 2004)
Στη Μικροοικονομία, ο νόμος Προσφοράς-Ζήτησης αποτελεί ένα οικονομικό μοντέλο που αποσκοπεί στον καθορισμό των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών σε συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού, στο πλαίσιο ενός συστήματος ελεύθερης αγοράς. Συγκεκριμένα, η τιμή ενός αγαθού (P) σχετίζεται αρνητικά με τη ζητούμενη ποσότητα του αγαθού (Qd / όπου d:demand), όταν οι άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση του αγαθού παραμένουν σταθεροί (ceteris paribus). Ανάμεσα στους κυριότερους παράγοντες που εξασφαλίζουν το ceteris paribus, συγκαταλλέγονται το εισόδημα του καταναλωτή, οι τιμές των άλλων αγαθών, η προσδοκώμενη τιμή του αγαθού, οι προτιμήσεις των καταναλωτών, το μέγεθος της αγοράς (πληθυσμός) και, τέλος, ο πλούτος των καταναλωτών. Αντίστοιχα, η βασική σχέση που χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά της προσφοράς ενός αγαθού αναφέρει ότι η τιμή ενός αγαθού (P) συνδέεται θετικά με την προσφερόμενη ποσότητα του αγαθού (Qs / όπου s:supply), όταν οι άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση του αγαθού παραμένουν σταθεροί (ceteris paribus). Το κόστος παραγωγής ενός αγαθού, η τεχνολογία κατασκευής του, η προσδοκώμενη τιμή του και οι τιμές των άλλων αγαθών, καθώς και αστάθμητοι παράγοντες, όπως είναι οι ραγδαίες καιρικές συνθήκες, συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους προσδιοριστικούς παράγοντες της προσφοράς. Εάν συνδυάσουμε τη συμπεριφορά της ζήτησης με αυτήν της προσφοράς, τότε προκύπτει η έννοια της ισορροπίας της αγοράς. Συγκεκριμένα, μελετώντας τη γραφική αναπαράσταση της ζήτησης (P-Qd) και της προσφοράς (P-Qs) στο ίδιο σύστημα αξόνων P-Q, παρατηρούμε δύο ευθείες που τέμνονται στο σημείο Α, το οποίο και ονομάζεται σημείο ισορροπίας και ορίζει την τιμή ισορροπίας, όπου η προσφερόμενη ποσότητα είναι ίση με την ζητούμενη. (Hayes A.)
Ανάγοντας το παράδειγμα του τυφώνα, λοιπόν, στο πάνω θεωρητικό πλαίσιο διαπιστώνουμε ότι στο χρονικό διάστημα που ακολούθησε τον τυφώνα Charlie, οι ανάγκες των πολιτών σε βασικά προϊόντα αυξήθηκαν δραστικά, λόγω των καταστροφών που προκάλεσε ένας εξωγενής παράγοντας, συντελώντας έτσι στην αυξημένη ζήτηση πολλών εξ αυτών. Ένας υπέρμαχος, επομένως, της φιλελεύθερης οικονομικής σκέψης θα περίμενε την αύξηση του σημείου ισορροπίας, εφόσον οι δυνατότητες της προσφοράς παρέμειναν ίδιες, ενώ δεν θα επέκρινε και την τάση πολλών εμπόρων να υπερτιμήσουν τα προϊόντα τους, εκμεταλλευόμενοι την αυξημένη ζήτηση.
Ωστόσο, σε μια δεύτερη ανάγνωση παρουσιάζονται αρκετά ερωτηματικά σχετικά με το αν πράγματι ευσταθεί, στην προκειμένη περίπτωση, η επίκληση της προσφοράς και της ζήτησης. Αρχικά, θα πρέπει να αναλογιστούμε ποιοι είναι προσδιοριστικοί παράγοντες της ζήτησης;
Σε πολλές περιπτώσεις, η ζήτηση προσδιορίζεται με μοναδικό κριτήριο την ανάγκη, και, σε πολλές περιπτώσεις, με την ανάγκη για επιβίωση. Αναδύεται το ερώτημα εάν θα πρέπει να υπάρχει ένα θεσμικό – νομοθετικό πλαίσιο, που θα ελέγχει την αγορά ή αν η αγορά είναι ένας οργανισμός που πάλλεται και εξελίσσεται ερήμην του ανθρώπου. Ο όρος αισχροκέρδεια είναι πολυσήμαντος, καθώς εμφανίζεται με διαφορετική ισχύ ανάλογα με το οπτικό πρίσμα από το οποίο τον εξετάζει κανείς. Νομοθετικά περιγράφει κάθε μορφή αθέμιτης κερδοσκοπίας, που μπορεί να προέλθει είτε από νοθεία, είτε απάτη, είτε συνηθέστερα με πώληση αγαθών σε τιμές πολύ ανώτερες των προβλεπομένων αγορανομικών διατάξεων ή άλλων συγκριτικών μέτρων. Οικονομικά, η έννοια διαφέρει ανάλογα με την οικονομική πολιτική που ακολουθεί κάθε κράτος και την εκάστοτε οικονομική θεωρία που τη διέπει. Εκτός από το παράδειγμα των ελεύθερων αγορών, εάν ανατρέξουμε στις διάφορες προτάσεις των οικονομολόγων ανά τα χρόνια θα διαπιστώσουμε ότι οι απόψεις για τη μέθοδο προσδιορισμού της τιμής των προϊόντων διίστανται και, κατ’ επέκταση, το ίδιο και οι απόψεις για την υπερτίμησή τους. Από ηθικής απόψεως, κανείς μπορεί να εκλάβει τους νόμους κατά της αισχροκέρδειας ως ένα μέσο που προστατεύει τον εκάστοτε καταναλωτή, λαμβάνοντας υπ’όψιν τις δυνατότητες και τις ανάγκες του.
Μελετώντας, λοιπόν, την έννοια της αισχροκέρδειας εύλογα μπορεί κανείς να αναρωτηθεί κατά πόσο οι διάφορες σημασίες που τής αποδίδονται είναι συγκρουόμενες ή αν υπάρχει κάποιο ιδανικό μοντέλο που να ευνοεί τη συνύπαρξη τους. Γίνεται σαφές ότι κάτι τέτοιο φαντάζει ουτοπικό σε πολλές σύγχρονες φιλελεύθερες αγορές, γεγονός που αμφισβητεί την ηθική ακεραιότητα τους. Τέλος, δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε ότι για να βρεθεί το βαρύκεντρο του εν λόγω τριγώνου που μελετάμε -ηθικής, οικονομίας, νομοθεσίας- θα πρέπει να χαράξουμε ευθείες που να ενώνουν και τις τρεις κορυφές ανά δύο. Συνεπώς, δεν είναι αμελητέα σε καμία περίπτωση ούτε η επιρροή που ασκούν η ηθική και η αγορά στην νομοθεσία. Σαφώς, στις φιλελεύθερες οικονομίες η σχετική νομοθεσία υπηρετεί την οικονομική ευημερία, ωστόσο θα έπρεπε να είναι αυτός ο ρόλος της;
Οι κοινωνικές ανακατατάξεις που ακολούθησαν τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2009, έφεραν στην επιφάνεια δομικά προβλήματα, τόσο στον κρατικό μηχανισμό, όσο και στην αποτελεσματικότητα πολλών αγορών. Περαιτέρω, οι ανθρωπιστικές κρίσεις, με κυριότερη την πρόσφατη προσφυγική κρίση που αμφισβήτησε σε μεγάλο βαθμό την ηθική ακεραιότητα, την οικονομική βιωσιμότητα και τη νομοθεσία που διέπει της δημογραφικές ανακατατάξεις στις περισσότερες χώρες του δυτικού ανεπτυγμένου κόσμου, είναι μια αφορμή για τον επαναπροσδιορισμό των μηχανισμών, των ρυθμιστικών κανόνων και της ηθικής μας πυξίδας, αλλά και της μεταξύ τους αλληλεπίδρασης.
Πηγές:
- Florida Office of the Attorney General. (2008). Price Gouging Frequently Asked Questions. http://myfloridalegal.com/pages.nsf/Main/5D2710E379EAD6BC85256F03006AA2C5?OpenDocument
- Hayes, A. (2003). Economics Basics: Supply and Demand. https://www.investopedia.com/university/economics/economics3.asp
- Jakoby, J. (2004). Bring on the ‘price gougers’. http://archive.boston.com/news/globe/editorial_opinion/editorials/articles/2004/08/22/bring_on_the_145price_gougers146?pg=full
- Sandel, M. J. (2011). ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: Τι είναι το σωστό; Εκδόδεις ΠΟΛΙΣ
- Sowell, T. (2004). “Price Gouging” in Florida. http://capitalismmagazine.com/2004/09/price-gouging-in-florida/
- Treaster, B. (2004). HURRICANE CHARLEY: THE ECONOMICS; With Storm Gone, Floridians Are Hit With Price Gouging https://www.nytimes.com/2004/08/18/us/hurricane-charley-economics-with-storm-gone-floridians-are-hit-with-price.html