Ο πόλεμος των έξι ημερών
- Written by Φωτεινή Κυριαζοπούλου
- Published in Ιστορία & Στρατηγική, Μέση Ανατολή - Αφρική
- 1 Comment
- Permalink
Ο Τρίτος Αραβοϊσραηλινός Πόλεμος –γνωστός κυρίως ως “ο Πόλεμος των έξι ημερών”, αν και οι συγκρούσεις διήρκεσαν λιγότερο– διεξήχθη τον Ιούνιο του 1967, αποτελώντας την τρίτη κατά σειρά ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα στο Ισραήλ και την Αίγυπτο. Οι χώρες που είχαν ενεργό ρόλο στον πόλεμο ήταν χωρισμένες σε δύο “στρατόπεδα”. Tο ένα ήταν το Ισραήλ και το άλλο αποτελείτο από την Αίγυπτο, την Ιορδανία και τη Συρία. Στο δεύτερο στρατόπεδο, θα μπορούσαν να ενταχθούν επιπλέον μουσουλμανικές χώρες που παρείχαν υλικοτεχνική αρωγή, όπως το Ιράκ και το Κουβέιτ. Παρ’ όλα αυτά, μέσα σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα –και με κινήσεις ματ–, το Ισραήλ συνέτριψε τις αντιτιθέμενες μουσουλμανικές δυνάμεις, ενώ οι απώλειές του ήταν μηδαμινές. Η μελέτη και η προσέγγιση των γεγονότων θα γίνει σύμφωνα με την ορολογία και μεθοδολογία της Σύγχρονης Συστημικής Γεωπολιτικής Αναλύσεως.
Μεθοδολογικό πλαίσιο:
Η Σύγχρονη Συστημική Γεωπολιτική Ανάλυση καταγράφει και μελετά τις ανακατανομές ισχύος, εντοπίζοντας και προβλέποντάς τις μέσα σε καθορισμένο χρόνο και χώρο, με γεωγραφικά εργαλεία ως μέσα ανάλυσης της ισχύος. Στην παρούσα ανάλυση, ως Σύστημα/Γεωπολιτικό Σύμπλοκο ορίζεται η Μέση Ανατολή και ως Υποσυστήματα η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Συρία και η Ιορδανία. Τέλος, ο γεωπολιτικός παράγοντας που δρα και επηρεάζει κατεξοχήν την περιοχή του Συστήματος/Γεωγραφικού Συμπλόκου είναι το Ισραήλ και η Αίγυπτος, ενώ παράλληλα κατισχύουν στον πυλώνα της Άμυνας/Ασφάλειας.
Τι προηγήθηκε του Πολέμου:
Ανάμεσα στα δέκα χρόνια από την επιχείρηση του Σουέζ το 1956 –κατά την οποία το Ισραήλ εισέβαλε στο Σινά, κατόπιν συνεννοήσεως με την Βρετανία και την Γαλλία (Bowen, 2017)–, και τον Πόλεμο των έξι ημερών, υπήρξε σχετική ηρεμία. Το Ισραήλ επιθυμούσε τη διατήρηση της ισορροπίας ισχύος με ταυτόχρονο εκσυγχρονισμό του οπλοστασίου του. Επιπλέον, είχε καταστήσει σαφείς τις ενέργειες που αποτελούσαν αιτίες πολέμου: ο αποκλεισμός των στενών του Τιράν, η συγκέντρωση στρατευμάτων στα σύνορά του, η εκτροπή των υδάτων του Ιορδάνη, και η εντατικοποίηση τρομοκρατικών επιθέσεων μέσα στην επικράτειά του (Greilsammer, 2000).
Συγχρόνως, τα μουσουλμανικά –γειτονικά με το Ισραήλ και μη– κράτη εξακολουθούσαν να μην το αναγνωρίζουν, και να εξαπολύουν απειλές εναντίον του. Η Ιορδανία αποτελούσε το μόνο μουσουλμανικό κράτος με το οποίο είχε καλές σχέσεις το Ισραήλ (Bowen, 2017). Το καθεστώς του βασιλιά Hussein ήταν φίλα προσκείμενο στο Ισραήλ, και υπήρχε μεταξύ τους συνεννόηση, έστω και παρασκηνιακά. Από την άλλη, η Αίγυπτος υπό τον Gamal Abdel Nasser θεωρούνταν το πιο ισχυρό μουσουλμανικό κράτος, και δυνάμει εκπρόσωπος-υπερασπιστής των υπολοίπων εθνοκρατικών μηχανισμών, με τα οποία σχημάτιζαν ένα συλλογικό Σύστημα δρώντων (Χουρχουλής, 2014). Μάλιστα, το 1964, ιδρύθηκε στην Αίγυπτο η PLO (Palestine Liberation Organization) με πρωτοβουλία του Nasser, η οποία μεταξύ 1965-1967 πραγματοποίησε μπαράζ επιθέσεων στο ισραηλινό έδαφος από την Ιορδανία και το Λίβανο, με την υποστήριξη της Συρίας.
Ένα μείζον θέμα, που έρχεται στο προσκήνιο το 1965, είναι η έναρξη εργασιών στη Συρία σε συνεργασία με άλλα αραβικά κράτη, για την υλοποίηση σχεδίου εκτροπής των υδάτων του Ιορδάνη – τα οποία ήταν η κύρια πηγή ύδρευσης του Ισραήλ (Bowen, 2017). Αυτό, όπως ήταν φυσικό, πυροδότησε την ένταση μεταξύ των υποσυστημικών δρώντων. Την άνοιξη του ίδιου έτους, με χρήση αρμάτων το Ισραήλ βομβάρδισε τον εξοπλισμό και τις εγκαταστάσεις, τερματίζοντας το έργο (Greilsammer, 2000). Το επόμενο έτος, το 1966, γίνεται πραξικόπημα στη Συρία, και σημειώνεται άνοδος του κόμματος Baath στην εξουσία, αυξάνοντας έτι περαιτέρω την ένταση. Επιπλέον, το Νοέμβριο του 1966, η Αίγυπτος και η Συρία υπέγραψαν σύμφωνο αλληλοβοήθειας σε περίπτωση επίθεσης.
Η τελευταία πράξη με την οποία οι Ισραηλινοί προκάλεσαν τον πόλεμο ήρθε στις 7 Απριλίου 1967, όταν έστειλε –ειδικά– τεθωρακισμένα τρακτέρ, για να οργώσουν (με σκοπό την αγροτική καλλιέργεια) την αποστρατιωτικοποιημένη περιοχή μεταξύ Συρίας και Ισραήλ (Χριστοδούλου, 2017). Οι Σύριοι άνοιξαν πυρ εναντίων τους με ελαφρύ οπλισμό, αλλά το περιστατικό πήρε τη μορφή ενός ραγδαία κλιμακούμενου tit-for-tat, με το Ισραήλ να φτάνει να κάνει τελικά χρήση της αεροπορίας του, καταρρίπτοντας έξι συριακά MIG 21 σε συριακό χώρο.
Λόγω του συμφώνου που προηγουμένως είχε υπογραφεί μεταξύ Συρίας και Αιγύπτου, η δεύτερη δεν μπορούσε να μείνει αμέτοχη. Ως αποτέλεσμα, η Αίγυπτος πραγματοποίησε επιστράτευση, καλώντας σε αποχώρηση τα στρατεύματα του ΟΗΕ στο Σινά, και στέλνοντας εκεί 100.000 άνδρες. Αμέσως μετά, κήρυξε το κλείσιμο των στενών του Τιράν για κάθε ισραηλινό πλοίο (Μητροπούλου, 2017). Παράλληλα, οι Σοβιετικοί είχαν ενημερώσει την αιγυπτιακή αντιπροσωπία πως το Ισραήλ προετοίμαζε επίθεση. Η πληροφορία, σε συνδυασμό με την απουσία των αρμάτων μάχης από την παρέλαση της ημέρας ανεξαρτησίας του Ισραήλ, στις 15 Μαΐου, θορύβησε ακόμη παραπάνω τα αραβικά κράτη. Ο φόβος, όμως, από την προφανή ισραηλινή πολεμική προπαρασκευή δεν οδήγησε την Αίγυπτο ή κάποιο άλλο αραβικό κράτος να επιτεθεί πρώτο.
Ο πόλεμος:
Στις 5 Ιουνίου, το Ισραήλ επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στην Αίγυπτο. Σημαντικό ρόλο στον αιφνιδιασμό έπαιξε ότι τα ισραηλινά αεροσκάφη έπληξαν τα αιγυπτιακά ραντάρ. Μέσα σε λίγη ώρα, 304 από τα 419 αιγυπτιακά αεροσκάφη είχαν καταστραφεί. Αργότερα μέσα στη μέρα, οι αεροπορικές βάσεις της Ιορδανίας και της Συρίας δέχτηκαν επίθεση με παρόμοια αποτελέσματα. Η ιορδανική αεροπορία καταστράφηκε ολοκληρωτικά, ενώ η συριακή έχασε το 1/3 της δύναμής της. Ταυτοχρόνως, οι Ισραηλινοί πέρασαν στο Σινά, επιφέροντας καίρια πλήγματα στις αιγυπτιακές δυνάμεις, ενώ η Ιορδανία εξαπέλυσε χερσαία επίθεση στη δυτική όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Την επόμενη μέρα (6 Ιουνίου), πραγματοποιήθηκαν μάχες μεταξύ ισραηλινών και ιορδανικών δυνάμεων. Η Συρία εξαπέλυσε χερσαία επίθεση εναντίον του Ισραήλ, όμως οι ισραηλινές χερσαίες δυνάμεις συνοδεύονταν από αλεξιπτωτιστές και την αεροπορία. Έως το τέλος της ημέρας, το Ισραήλ είχε κατακτήσει τη Γάζα, τη Χεβρώνα και τη Βηθλεέμ.
Την 7η Ιουνίου, το Ισραήλ επεκτάθηκε ακόμη περισσότερο, εισβάλλοντας στη δυτική όχθη, και καταλαμβάνοντας την παλαιά πόλη της Ιερουσαλήμ, την Ιεριχώ και το κομβικό λιμάνι Sharm El-Sheikh. Το αιγυπτιακό μέτωπο στο Σινά είχε πέσει. Την επόμενη μέρα, η αιγυπτιακή πλευρά έκανε μία ύστατη απόπειρα να αντεπιτεθεί, πραγματοποιώντας αιφνίδια αντεπίθεση στο πέρασμα Μίτλα, με σκοπό να απεγκλωβίσει επτά μεραρχίες που είχαν περικυκλωθεί, όμως η επίθεση αποκρούστηκε. Το αιγυπτιακό κράτος αποδέχτηκε την ήττα και την πρόταση του ΟΗΕ για κατάπαυση του πυρός. Στη συνέχεια, ο Nasser παραιτήθηκε μέσω τηλεοπτικού διαγγέλματος, αλλά λόγω της λαϊκής υποστήριξης παρέμεινε στην εξουσία. Εν τω μεταξύ, στις 8 Ιουνίου, η Συρία αποδέχτηκε κι εκείνη την κατάπαυση του πυρός. Παρ’ όλα αυτά, το Ισραήλ συνέχισε την επιχείρηση, προελαύνοντας στα υψώματα Γκολάν (Golan Heights). Την έκτη και τελευταία μέρα του πολέμου, το Ισραήλ κατέλαβε τα υψώματα Γκολάν, και αποδέχτηκε την πρόταση κατάπαυσης πυρός του ΟΗΕ (Χριστοδούλου, 2017).
Οι επιπτώσεις του πολέμου στο Σύστημα της Μέσης Ανατολής:
Η νίκη του Ισραήλ μπορεί να χαρακτηριστεί ως θρίαμβος. Μετά την πολεμική επιτυχία του και την ταπείνωση των αραβικών υποσυστημάτων, συνετελέσθη ανακατανομή ισχύος που επηρέασε σημαντικά το γεωπολιτικό σύμπλοκο της Μέσης Ανατολής. Οι μικρές απώλειες του Ισραήλ σε υλικοτεχνικές υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό το κατέστησαν απόλυτο κυρίαρχο του πολέμου, καθώς οι νεκροί του ήταν μόλις 700 άτομα, εν αντιθέσει με της Αιγύπτου που ήταν τουλάχιστον 11.000 (The Editors of Encyclopaedia Britannica, 2019). Ας μην αμελήσουμε τις εδαφικές κτήσεις που πλέον συμπεριλαμβάνονταν στο ισραηλινό κράτος, μερικές εκ των οποίων ήταν: η Δυτική Όχθη του Ιορδάνη, η Λωρίδα της Γάζας, η χερσόνησος του Σινά και τα υψώματα Γκολάν.
Το στρατηγικό βάθος και η ασφάλεια του Ισραήλ αυξήθηκαν, λόγω των καινούργιων κτήσεων που σχεδόν τριπλασίασαν την έκτασή του. Η στρατιωτική υπεροχή του στην περιοχή εδραιώθηκε. Στον αντίποδα, τα νεοαποκτηθέντα εδάφη κατοικούνταν από περισσότερους από ένα εκατομμύριο Άραβες-Παλαιστινίους και, ως ακολούθως, έπρεπε να ενταχθούν στο ισραηλινό κράτος.
Μετά τη ντροπιαστική, ολοκληρωτική ήττα της Αιγύπτου, αποδείχτηκε πως ο Παναραβισμός ήταν ανίκανος να αποτελέσει αντίπαλο για το Ισραήλ (Ajchenbaum, 2004). Το Νασσερικό μοντέλο για την Αιγυπτιακή-Αραβική επανάσταση είχε τερματιστεί (Γκράιλσαμερ, 2000). Παρ’ όλα αυτά, οι Αραβικοί εθνοκρατικοί μηχανισμοί έμειναν αμετακίνητοι στη σκληρή στάση τους προς το Ισραήλ, συνεχίζοντας να μην το αναγνωρίζουν, και να μην διαπραγματεύονται με εκείνο.
Το υποσύστημα του Ισραήλ μετέβαλε το στρατηγικό του δόγμα, από προληπτικό πλήγμα στην εδαφική άμυνα. Παράλληλα, στο υποσύστημα της Αιγύπτου, έγινε σταδιακός εκσυγχρονισμός των ενόπλων δυνάμεων, και διαμορφώθηκε μια στρατηγική συμμαχία μεταξύ της Συρίας και της Αιγύπτου, αφήνοντας στο παρελθόν τον περιφερειακό ανταγωνισμό που υπήρχε ανάμεσα στα δύο υποσυστήματα. Μετά το θάνατο του Nasser και τη διαδοχή του από τον Anwar el-Sadat, έγιναν προσπάθειες φιλελευθεροποίησης της οικονομίας, ενώ ενισχύθηκαν ο ισλαμισμός και κινήματα συνδεδεμένα με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Ακόμη μία απόρροια της ανατροπής ισορροπίας, και του κενού ισχύος που δημιουργήθηκε λόγω του πολέμου, ήταν οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες. Ο μεγαλύτερος αριθμός εντοπιζόταν στο υποσύστημα της Ιορδανίας, όπου αποτελούσαν σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού, όμως ήταν πιστοί στην PLO και τον αγώνα της, και όχι στο βασιλιά Hussein(Χουρχουλής, 2017). Συνεπώς, εύκολα διακρίνονταν δύο υποσυστήματα μέσα στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, όπου και τα δύο μπορούσαν να επηρεάζουν εις το διηνεκές εξίσου τις περιφερειακές επιδιώξεις του κράτους, όπως για παράδειγμα στην επιδίωξη της Ιορδανίας για μηδενική τριβή με το Ισραήλ.
Εν κατακλείδι, η στρατιωτική ισχύς του Ισραήλ δεν επηρέασε μόνο την έκβαση του πολέμου των έξι ημερών, αλλά και ανέτρεψε το στρατηγικό σχεδιασμό όλων των εμπλεκόμενων σε αυτόν κρατών. Μετά τον πόλεμο, άλλαξε άρδην η συστημική πραγματικότητα της Μέσης Ανατολής, και η ανακατανομή ισχύος που συνετελέσθη στην περιοχή δημιούργησε περαιτέρω ανταγωνισμό ανάμεσα στο Ισραήλ και την Αίγυπτο, τόσο σε διπλωματικό, όσο και στρατιωτικό επίπεδο.
Πηγές:
- Greilsammer, I. (2000). Η Νέα Ιστορία του Ισραήλ: Δοκίμιο σχετικά με μια εθνική ταυτότητα. σ.183-220. Καστανιώτης, Αθήνα.
- Μάζης, Ι. (2012). Μεταθεωρητική Κριτική Διεθνών Σχέσεων και Γεωπολιτικής, το νεοθετικιστικό πλαίσιο. σ. 354, 370. Παπαζήσης, Αθήνα.
- Ajchenbaum, Y, (2004). Ισραήλ-Παλαιστίνη: Μία γη, δύο έθνη 1948-2002. σ. 98-104. Μελάνι, Αθήνα
- Μητροπούλου, Ε. (2017). 1967: Το αιματοβαμμένο αδιέξοδο. https://www.tovima.gr/2017/01/06/culture/1967-to-aimatobammeno-adieksodo/
- Χουρχουλής, Δ. (2017). Ο Πόλεμος των Εξι Ημερών. http://www.kathimerini.gr/912385/article/epikairothta/kosmos/o-polemos-twn-e3i-hmerwn
- Χριστοδούλου, Κ. (2017). Πόλεμος των 6 ημερών: 50 χρόνια από την πανωλεθρία των Αράβων και τον θρίαμβο του Ισραήλ. https://www.news247.gr/afieromata/polemos-ton-6-imeron-50-chronia-apo-tin-panolethria-ton-aravon-kai-ton-thriamvo-toy-israil.6509762.html
- Bowen, J. (2017). 1967 war: Six days that changed the Middle East. https://www.bbc.com/news/world-middle-east-39960461
- The Editors of Encyclopaedia Britannica, (2019). Six-Day War. https://www.britannica.com/event/Six-Day-War
1 Comment
Look at nice offering for victory. powerpolitics.eu
http://bit.ly/2KBEmkz