Ήπια ισχύς στα Βαλκάνια (Μέρος Β’ ): Η ελληνική αντίσταση στην τουρκική επέκταση
- Written by Στέφανος Φιλόσογλου
- Published in Διπλωματία & Πολιτική, Ελλάδα
- Leave a reply
- Permalink
Στο προηγούμενο μέρος αναλύθηκε το σχέδιο εξάπλωσης του τούρκικου πολιτισμού και κουλτούρας στα Βαλκάνια. Οι Τούρκοι λήπτες αποφάσεων στόχευσαν κυρίως στους πολυάριθμους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της περιοχής, ώστε να διαδώσουν μέσα από τηλεοπτικές σειρές, pop μουσική, αλλά και χρήματα για σχολεία και τζαμιά, την ανωτερότητα της Τουρκίας του Erdoğan, που όσο περνάει ο καιρός απομακρύνεται από τα διδάγματα του Κεμαλισμού, και προσομοιάζει σε μια νέα, σύγχρονη εκδοχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το ερώτημα που μπορεί να τεθεί σε αυτό το σημείο είναι το ποιοι πλήττονται από μια τέτοια κατάσταση. Φυσικά, τα χριστιανικά βαλκανικά κράτη όπως η Ελλάδα, η Σερβία και η Βουλγαρία. Στο άρθρο αυτό θα γίνει μια προσπάθεια να δειχθεί ο τρόπος με τον οποίο η Ελλάδα χάνει το κύρος της στα Βαλκάνια, και θα επιχειρηθεί μια αναφορά στα βήματα με τα οποία επιλέγει να αντιμετωπίσει κάτι τέτοιο, αλλά και σε αυτά που είναι δυνατόν να γίνουν περαιτέρω.
Ελληνική εξωτερική πολιτική μεταψυχροπολεμικά
Η Ελλάδα διαχρονικά έχει άρρηκτες σχέσεις με τους λαούς των Βαλκανίων. Από το Βυζάντιο και την πρώτη εμφάνιση των Σλάβων στη χερσόνησο του Αίμου, τόσο οι πολιτιστικοί όσο και οι πολιτικοί και ιστορικοί δεσμοί είναι σημαντικοί. Μερικά παραδείγματα είναι η διάδοση του κυριλλικού αλφαβήτου -που είναι μια διαφορετική προσέγγιση του ελληνικού, προκειμένου να ανταποκριθεί στις φθογγικές ανάγκες των Σλάβων-, η κοινή ιστορική μνήμη της υποδούλωσης στους Οθωμανούς για περίπου τέσσερις αιώνες, οι Βαλκανικοί πόλεμοι, οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, αλλά και οι μεταπολεμικές επαφές που έφεραν κοντά τους Έλληνες και τους υπόλοιπους λαούς των Βαλκανίων.
Η ελληνική πλευρά μεταψυχροπολεμικά και μετά την επακόλουθη κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας ακολούθησε μια πολύ προσεκτική εξωτερική πολιτική, τηρώντας το γράμμα του νόμου. Διατήρησε καλές σχέσεις με τους Σέρβους και τους Βουλγάρους, αλλά στο πρόβλημα που προέκυψε το 1992 με το όνομα της ΠΓΔΜ δεν έδειξε πυγμή και θέληση να τελειώσει το θέμα με τις μεγαλύτερες δυνατές ωφέλειες για το έθνος. Από την άλλη, στις σχέσεις της με την Τουρκία η χώρα φρόντιζε να προβάλλει το διεθνές δίκαιο ως το υπέρτατο μέσο επίλυσης διαφορών, αλλά και χρησιμοποίησε ή -τουλάχιστον- προσπάθησε να αναδείξει τη συμμαχία των δύο κρατών στα πλαίσια του NATO, προκειμένου να μειωθούν οι τουρκικές προκλήσεις παντός τύπου. Αλλά, όπως όλοι γνωρίζουν, κάτι τέτοιο δεν έγινε και, μάλιστα, χάθηκαν και ζωές στρατιωτικών λόγω της τάσης εξωτερίκευσης της κακής εσωτερικής κατάστασης από μέρους της Τουρκίας (Ίμια 1996/2018, αλλά και καθημερινές τουρκικές προκλήσεις).
Όλα αυτά μέχρι την κρίση του 2009. Η Ελλάδα χτυπήθηκε -και χτυπιέται, και θα χτυπιέται για κάμποσο ακόμα- ομολογουμένως βάναυσα από τη χρηματοπιστωτική κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 2008. Τα πάντα άλλαξαν για τα επόμενα 9 χρόνια, οι εκάστοτε κυβερνήσεις φόρεσαν παρωπίδες με σκοπό να λύσουν το βαθύ πρόβλημα της οικονομικής δυσπραγίας, αδιαφορώντας εν πολλοίς για τα υπόλοιπα τεκταινόμενα στο διεθνές παίγνιο. Η άποψη του “εδώ δεν υπάρχουν λεφτά να πληρώσουμε φόρους, η εξωτερική πολιτική μας μάρανε” ειπώθηκε από πολλούς και, μάλιστα, από κυβερνητικά χείλη – απόδειξη είναι ότι ο Υπουργός Εξωτερικών χρησιμοποιείτο μόνο για ταξίδια και συναντήσεις με ομολόγους του στις Βρυξέλλες, με θέμα φυσικά το ελληνικό χρέος. Η Ελλάδα έκλεισε τα μάτια της, βουτηγμένη στο σκοτάδι της κρίσης, κάθισε στη γωνιά της και, όπως το Κοριτσάκι με τα Σπίρτα του Hans Christian Andersen, έκαιγε τα σπίρτα που είχε, αναπολώντας παλιές δόξες, κατηγορώντας τους ξένους για την κατάσταση, εθελοτυφλώντας για τις ευθύνες των πολιτικών και του λαού, αλλά και αδιαφορώντας για διεθνή ζητήματα που θα την έπλητταν στο εγγύς μέλλον.
Η τουρκική ανάπτυξη και επέκταση στα Βαλκάνια δεν είναι κάτι που συνέβη τα τελευταία χρόνια. Όπως ειπώθηκε και στο προηγούμενο μέρος, είναι σχέδιο με εμπνευστές τον Πρόεδρο Erdoğan και τον πρώην Υπουργό Εξωτερικών Davutoğlu. Η Ελλάδα, πέρα από τις “κουμπαριές” που φρόντισε να κάνει, δεν αντιλήφθηκε την κατάσταση – ή, και να το έκανε, αδιαφόρησε γιατί αισθανόταν αδύναμη να αντιδράσει. Αυτό που υπονοείται με αρκετά σκωπτικό τρόπο είναι το ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική ήταν -και, εν πολλοίς, είναι- συγκεχυμένη, χωρίς κάποιο σαφές σχέδιο, στόχους και πιθανά κέρδη. Γιατί, προκειμένου να πετύχει ένα κράτος, πρέπει οι λήπτες αποφάσεων να έχουν μια συγκεκριμένη στρατηγική, η οποία να ακολουθείται, αλλά και να είναι τόσο ευέλικτη ώστε να μεταβάλλεται ανάλογα με τις αλλαγές του διεθνούς συστήματος. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν υφίσταται ακόμα στην ελληνική εξωτερική πολιτική. Βασικοί στόχοι είναι η τάξη και η ασφάλεια στην περιοχή, οι οποίες επιτυγχάνονται με την προώθηση του διεθνούς δικαίου, παρόλο που γειτονικά κράτη αδιαφορούν για τις διατάξεις του, και πράττουν κατά το δοκούν.
Το Σκοπιανό και η σημερινή ελληνική βαλκανική πολιτική
Τί γίνεται, όμως, σήμερα; Παρακολουθεί κανείς μια διαφορετική προσέγγιση της Ελλάδας στην εξωτερική της πολιτική; Η αλήθεια είναι πως βλέπει κανείς ένα μεγάλο άνοιγμα στη Βαλκανική. Μετά το Πάσχα, ο Υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς έκανε μια περιοδεία σε Κόσοβο, Αλβανία, Σερβία και ΠΓΔΜ με σκοπό να δείξει ότι η Ελλάδα είναι ένας ισχυρός παράγων στην περιοχή, και ότι επιδιώκει να προωθήσει τη συνεννόηση και τη συνεργασία των βαλκανικών κρατών. Το ερώτημα που προκύπτει από αυτή την περιοδεία είναι το εξής: κατάλαβε επιτέλους η σημερινή ελληνική κυβέρνηση ότι η Ελλάδα πρέπει να παίξει ισχυρό ρόλο στα Βαλκάνια, ότι πρέπει να βγει από το καβούκι της και να ασκήσει πολιτική; Η απάντηση στο ερώτημα είναι “όχι”.
Η ελληνική κυβέρνηση ένιωσε την περικύκλωση από την τουρκική επέκταση, αλλά και την απομάκρυνση των πιστών της συμμάχων στη χερσόνησο. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός της Σερβίας δήλωσε πως είναι πολύ ωφέλιμη η συνδιαλλαγή και η σύσφιξη των σχέσεων με την Τουρκία. Αλβανία, Κόσοβο, ΠΓΔΜ, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όλες τους δέχθηκαν τουρκικά κεφάλαια, και επηρεάστηκαν άμεσα από την επιρροή που τους άσκησε μέσω της βαλκανικής της πολιτικής η εν λόγω χώρα. Αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από την Ελλάδα. Η βιασύνη για να τελειώνει η υπόθεση με τα Σκόπια είναι έκδηλη, γιατί είναι αναγκαία η αποσυμφόρηση από τον φίλα προκείμενο στην Τουρκία κλοιό που δημιουργήθηκε, και αποτελείται φυσικά από τις βαλκανικές χώρες στις οποίες έχουν διεισδύσει οι Τούρκοι. Αυτή είναι και η απάντηση, σύμφωνα με διάφορους κύκλους στη χώρα, στο ερώτημα γιατί τώρα η συμφωνία και γιατί τόσο γρήγορα.
Βέβαια, η βιασύνη είναι κακός σύμβουλος, και πολλές φορές ωθεί κάποιον -ή ακόμα και μια ολόκληρη κυβέρνηση- να δώσει πολλά για να τελειώσει ένα θέμα που είναι η αλήθεια πως ταλάνιζε τις σχέσεις των δύο χωρών για πάνω από 25 χρόνια. Προσωπική άποψη είναι ότι η συμφωνία φέρνει κοντά τις δύο χώρες, διαγράφοντας πολλές διενέξεις και συγκρούσεις του παρελθόντος. Παράλληλα, όμως, είναι αλήθεια πως, παρ’ όλες τις δικλείδες ασφάλειας που έθεσε η ελληνική κυβέρνηση, το θέμα αλυτρωτισμού δεν τερματίζεται με αυτόν τον τρόπο. Εθνικά και ιστορικά, πλήττει την Ελλάδα, εφόσον εν πολλοίς εξισώνει τα Σκόπια με ένα όνομα που από την πρώτη στιγμή που προφέρθηκε ήταν ελληνικό. Αξίζει να αναφερθεί στο σημείο αυτό πως σκοπός αυτού του άρθρου δεν είναι να αναδειχθεί ο πατριωτισμός και το εθνικό φρόνημα του γράφοντος, αλλά τα λάθη και η ερμηνεία των κινήσεων. Ο φιλόσοφος και συγγραφέας Albert Camus έλεγε: “όταν ονομάζεις άσχημα τα πράγματα, επιδεινώνεις τη δυστυχία του κόσμου”. Η συμφωνία σαν πράξη ανάμεσα σε δύο δρώντες είναι καλή, τελειώνει ένα πολύ σημαντικό θέμα, και θέτει τη σχέση των δύο χωρών σε νέες ανανεωμένες βάσεις, βάζοντας τα Σκόπια στην ευρωπαϊκή οικογένεια και τη νατοϊκή συμμαχία. Φυσικά, θα βοηθήσει και στην ανάπτυξη της ελληνικής επιρροής στη χώρα, τόσο της πολιτικής-οικονομικής όσο και της πολιτιστικής.
Ακόμα μια βιαστική κίνηση είναι η προσέγγιση με την Αλβανία. Ο Υπουργός Εξωτερικών δήλωσε πως, τώρα που η συμφωνία με τα Σκόπια είναι πλέον γεγονός, τίποτα δεν εμποδίζει την Ελλάδα να προσεγγίσει την Αλβανία, και να επιλυθούν θέματα όπως αυτό των Τσάμηδων. Για μια ακόμη φορά θα αναφερθεί πως σαν ιδέα και ως τρόπος αντιμετώπισης της τουρκικής περικύκλωσης στα Βαλκάνια είναι σωστή, αλλά οφείλει κανείς να έχει ένα συγκεκριμένο σχέδιο το οποίο να αποφέρει καρπούς και να ευθυγραμμίζεται πλήρως με τα εθνικά, οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα της χώρας. Βέβαια, δεν είναι δυνατόν να κριθεί κάτι το οποίο ακόμα δεν έχει γίνει. Το μόνο που μπορεί κανείς να κάνει είναι να ελπίζει για το καλύτερο δυνατόν.
Στο σημείο αυτό οφείλει να προσθέσει κανείς μια ακόμα παράμετρο η οποία, μάλιστα, αλλάζει λίγο πολύ το τοπίο και τον τρόπο που βλέπει κανείς την ελληνική εξωτερική πολιτική στα Βαλκάνια. Τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και το NATO έχουν ανησυχήσει από την ανάδειξη του τουρκικού παράγοντα στα Βαλκάνια – ο οποίος, μάλιστα, απολαμβάνει και τη ρωσική κάλυψη. Αυτοί οι δύο δρώντες βλέπουν την Ελλάδα ως το καλύτερο δυνατό αντίμετρο στην κατάσταση αυτή, δηλαδή χρησιμοποιούν τη χώρα ως διαμεσολαβητή ο οποίος, κλείνοντας τα θέματά του με τις γειτονικές χώρες (ΠΓΔΜ, Αλβανία), θα τις συμπαρασύρει στο δυτικό στρατόπεδο, και θα μειωθεί έτσι η τουρκική επιρροή. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούν να ενταχθούν όλα τα συγχαρητήρια που δόθηκαν σε Zaev και Τσίπρα για τη συμφωνία των δύο πλευρών, αλλά και οι απειλές από τη Γαλλία, τη Δανία και την Ολλανδία για μη έναρξη διαπραγματεύσεων για είσοδο στην ΕΕ αν δεν περάσει η συμφωνία από τη γείτονα χώρα.
Αυτή την κατάσταση, φυσικά, εκμεταλλεύτηκε η χώρα, αλλά όχι με τον πιο σωστό τρόπο. Η βιασύνη και η εξωτερική πίεση δεν είναι πάντα οι σωστοί οδηγοί. Ακόμα, εξαιτίας αυτών αφέθηκαν και παραμερίστηκαν θέματα τα οποία είναι μεγάλης σημασίας για την απόδειξη του κύρους και της ισχύος της χώρας. Οι δύο στρατιωτικοί που συνελήφθησαν από τις τουρκικές αρχές ακόμα βρίσκονται στις τουρκικές φυλακές, ενώ η κυβέρνηση δεν έχει εξαντλήσει κάθε διπλωματικό μέσο για να τους απελευθερώσει, προφανώς δίνοντας βάρος σε άλλα θέματα.
Επίλογος
Κλείνοντας, είναι αναγκαίο να τονιστεί το εξής: αυτό το άρθρο δεν είναι ένα ακόμα άρθρο τύπου “Τίς πταίει;” με σκοπό να ψέξει και να υποστηρίξει μικροπολιτικά συμφέροντα, ή να αναδείξει πατριωτισμό και εθνικά φρονήματα. Στόχος είναι να εξηγηθούν οι ελληνικές κινήσεις στα πλαίσια μιας σύνθετης κατάστασης στην περιοχή, με την ανάδειξη την τουρκικής ήπιας ισχύος και επιρροής στα Βαλκάνια. Ακόμα, είναι αναγκαίο το να δειχθεί τί παραπάνω θα μπορούσε να γίνει.
Κατά πρώτον, δεν θα έπρεπε η Ελλάδα να κλειστεί στον εαυτό της, κατηγορώντας τους πάντες και τα πάντα για την οικονομική της κατάσταση, και νιώθοντας αδύναμη να ασκήσει πολιτική. Όπως αναφέρει ο Joseph Nye, η ήπια ισχύς είναι ένας πολύ καλός τρόπος να καταφέρει ένα κράτος αυτό που θέλει με το μικρότερο δυνατό κόστος. Η Ελλάδα δεν εκμεταλλεύτηκε σε καμιά περίπτωση τον πλούσιο πολιτισμό και την ήπια ισχύ της. Κανένας πολιτικός δεν σκέφτηκε πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό χωρίς ιδιαίτερο κόστος αλλά, αντίθετα, με τεράστια οφέλη. Η Τουρκία είναι σε πολύ κακή οικονομική κατάσταση, όμως ακολουθεί κατά γράμμα την πολιτική της ανάδειξης της ήπιας ισχύος στα Βαλκάνια, η οποία αποφέρει και αποτελέσματα. Το ίδιο θα μπορούσε να κάνει και η Ελλάδα, και όχι να συμπεριφέρεται ως ένας άρρωστος γέρος σοφός που πλέον έχει παραιτηθεί από τη ζωή, και καρτερικά περιμένει τον θάνατο ή κάποιο θαύμα που θα τον σώσει εν τέλει.
Κατά δεύτερον, γι’ αυτά ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό η έλλειψη μιας συγκεκριμένης γραμμής στην εξωτερική πολιτική, η οποία πολλές φορές γίνεται αντικείμενο μικροπολιτικής εκμετάλλευσης και κομματικών παιχνιδιών. Η στρατηγική για το εξωτερικό θα έπρεπε να έχει αντικειμενικούς στόχους με συγκεκριμένα οφέλη, και όχι να αλλάζει μόλις αλλάξουν τα κόμματα. Προφανώς και δεν νοείται μια διακομματική άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, αλλά υποστηρίζεται μια κοινώς αποδεκτή γραμμή που, με μικροαλλαγές, θα τηρείται από όλους. Η εύρεση ημιμέτρων και η παρουσίαση αυτών ως διπλωματικές επιτυχίες δεν έντιμη πολιτική, και δεν υπηρετεί στο σύνολό τους τα εθνικά συμφέροντα. Γιατί, τελικά, στο διεθνές επίπεδο στους τυφλούς δεν νικά ο μονόφθαλμος.
Πηγές:
- το ΒΗΜΑ. (2018). Νέα συνάντηση Κοτζιά-Ντιμιτρόφ-Νίμιτς στην Αθήνα το ερχόμενο Σάββατο – Κοτζιάς για πΓΔΜ: Εισιτήριο για την ΕΕ η συμφωνία για «erga omnes». http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=973003
- Καρυώτης, Κ. (2018). Περιοδεία στα Βαλκάνια ξεκινάει από σήμερα ο Νίκος Κοτζιάς. http://www.ert.gr/eidiseis/ellada/politiki/periodeia-sta-valkania-xekinaei-apo-simera-o-nikos-kotzias/
- Μαγγηριάδης, Α. (2018). Βαλκανικό τουρ Κοτζιά μετά το Πάσχα. https://www.reader.gr/news/politiki/valkaniko-toyr-kotzia-meta-pasha