Ελευθερία και ασφάλεια του ατόμου – απαγόρευση παράνομης κράτησης

Της Άννας Θαλασσοχωρίτη και του Γρηγόρη Ασπρίδη

Πρόλογος

Είναι ευρέως γνωστό ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν ηθικές αρχές, που θέτουν συγκεκριμένα πρότυπα ανθρώπινης συμπεριφοράς, και προστατεύονται τόσο από το εθνικό όσο και από το διεθνές δίκαιο. Κατά την ιδέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτή διατυπώθηκε από τον αμερικανό θεωρητικό των πολιτικών επιστημών Charles R. Beitz, “αν ο δημόσιος διάλογος, εν καιρώ ειρήνης στην παγκόσμια κοινότητα, διαθέτει κοινή ηθική γλώσσα, είναι αυτή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”  (Neto, 2017).

Ανάμεσα στα διεθνώς αναγνωρισμένα και κατοχυρωμένα δικαιώματα συγκαταλέγονται και αυτά της ελευθερίας και της ασφάλειας του ατόμου. Η προσωπική ελευθερία και ασφάλεια αντικατοπτρίζουν μια πραγματική κατάσταση, που είναι παρούσα και ενεργή. Η ύπαρξη ασφάλειας σημαίνει μια κατάσταση ειρήνευσης χωρίς φόβο για κάποιο κίνδυνο, ενώ η ύπαρξη ελευθερίας συνεπάγεται την απουσία εξαναγκασμού και καταπίεσης (Lincoln.edu, 2017).

Η σημασία των δικαιωμάτων της ελευθερίας και της ασφάλειας είναι άξια αναφοράς, αφού χωρίς αυτά δεν θα διασφαλιζόταν η κοινωνική ευρυθμία και ισορροπία, δεν θα υπήρχε ισοτιμία μεταξύ των ανθρώπων, και δεν θα είχαν την δυνατότητα να διεκδικήσουν και να υπηρετήσουν κοινωνικές παροχές και ρόλους .

Παράλληλα, η απαγόρευση παράνομης κράτησης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα δικαιώματα της ελευθερίας και της ασφάλειας – πιο συγκεκριμένα, αποτελούν τη λογική κοινωνικο-νομική της προέκταση. Αυτό συμβαίνει διότι, η ελευθερία και η ασφάλεια καταπατώνται όταν το άτομο κρατείται αυθαίρετα (με εξαίρεση τις περιπτώσεις της νόμιμης κράτησης). Συνάμα, και οι πιθανώς χρησιμοποιούμενες τεχνικές της παράνομης κράτησης  δύνανται να επηρεάσουν την ψυχολογία τόσο των κρατουμένων, όσο και των φυλάκων, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά και το κοινωνικό σύνολο (http://www.ohchr.org/Documents/Publications/FactSheet26en.pdf, 2017).

Ξεκινώντας την ανάλυση της θεματικής, θεωρείται σκόπιμη η αναφορά στο νομικό μέρος, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στην απαγόρευση της παράνομης κράτησης (arbitrary detention), (Humanrights.gov.au, 2017).

Νομικός Ορισμός

Η απαγόρευση παράνομης κράτησης ή, αλλιώς, αυθαίρετης κράτησης -κατ’ απόλυτη μετάφραση- ορίστηκε από την Ομάδα Εργασίας για την Αυθαίρετη Κράτηση, ένα εντεταλμένο φορέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Working Group on Arbitrary Detention, Deliberation No. 9) ως η κράτηση ενός ατόμου σε κάθε περίπτωση στην οποία δεν υπάρχει για κάποιον πιθανότητα ή επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ότι διέπραξε έγκλημα κατά συγκεκριμένου νομικού καθεστώτος, ή ότι στη διάρκεια της πράξης δεν τηρήθηκε η κατάλληλη νόμιμη διαδικασία.

Ο παραπάνω ορισμός αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια προσέγγισης και κατανόησης της εξεταζόμενης θεματικής. Εντούτοις, ο πιο σαφής ορισμός της απαγόρευσης της παράνομης κράτησης απαντάται στο άρθρο 9 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Unric.org, 2017).

Αξίζει να τονιστεί πως, παρά το γεγονός ότι το σύμφωνο αποτελεί εθιμικό δίκαιο, και όχι συμβατικό, η επίκλησή του από ένα μεγάλο μέρος του νομικού κόσμου είναι αρκετά συχνή και διευρυμένη, τείνοντας να καταστεί ως το επικρατέστερο κάθε φορά που ανακύπτει το ζήτημα της παράνομης ή αυθαίρετης κράτησης.

Επομένως, παραθέτουμε την διάταξη ως έχει:

Άρθρο 9.

  1. Κάθε άτομο έχει δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια του προσώπου του. Κανείς δεν υποβάλλεται σε αυθαίρετη σύλληψη ή κράτηση. Κανείς δεν στερείται την ελευθερία του, παρά μόνο στις περιπτώσεις και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος.
  2. Οποιοσδήποτε συλλαμβάνεται, πληροφορείται, τη στιγμή της σύλληψής του, τους λόγους της σύλληψης, και ενημερώνεται αμέσως για οποιεσδήποτε κατηγορίες εναντίον του.
  3. Κάθε πρόσωπο που συλλαμβάνεται ή κρατείται για ποινικό αδίκημα, οδηγείται μέσα στην πιο σύντομη προθεσμία ενώπιον δικαστή ή άλλης αρχής εξουσιοδοτημένης από τα νόμο να ασκεί δικαστική εξουσία. Πρέπει, δε, να δικαστεί σε εύλογο χρονικό διάστημα ή να αποφυλακισθεί. Η προφυλάκιση των υποδίκων δεν πρέπει να αποτελεί τον κανόνα, αλλά η αποφυλάκισή τους μπορεί να υποβληθεί σε εγγυήσεις εμφάνισής τους στη δίκη, σε οποιοδήποτε άλλο στάδιο της διαδικασίας και, ενδεχομένως, για την εκτέλεση της απόφασης.
  4. Οποιοσδήποτε στερείται της ελευθερίας του λόγω σύλληψης ή κράτησης έχει δικαίωμα να προσφύγει ενώπιον δικαστηρίου, προκειμένου αυτό να αποφασίσει χωρίς καθυστέρηση για τη νομιμότητα της κράτησής του και να διατάξει την αποφυλάκισή του εάν η κράτηση είναι παράνομη.
  5. Κάθε πρόσωπο, θύμα παράνομης σύλληψης ή κράτησης, έχει δικαίωμα αποζημίωσης.

Η σημασία του άρθρου 9 έγκειται στο γεγονός ότι προστατεύει τόσο την ελευθερία του ατόμου, όσο και την προσωπική του ασφάλεια. Η ελευθερία αφορά την ελευθερία από τον εγκλεισμό του σώματος, ενώ η ασφάλεια την αποτροπή τραυματισμού στο σώμα ή στην σωματική ακεραιότητα.

Πού συναντάται η εν λόγω απαγόρευση

Ωστόσο, το σύμφωνο δεν αποτελεί το μοναδικό κείμενο από το περιεχόμενο του οποίου πληροφορείται κανείς το μη επιτρεπτό της παράνομης κράτησης. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυθαίρετη κράτηση είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ελευθερία και την ασφάλεια του ατόμου, θεωρείται αναγκαία η αναφορά μας στο άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο παρατίθεται ως εξής :

 Άρθρo 5. Τo δικαίωμα στηv πρoσωπική ελευθερία και ασφάλεια

Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια. Κανένα πρόσωπο δεν στερείται την ελευθερία του, με την εξαίρεση των παρακάτω περιπτώσεων και σύμφωνα με μια διαδικασία που περιγράφεται στο νόμο:

(α) η νόμιμη κράτηση προσώπου ύστερα από την καταδίκη του από αρμόδιο δικαστήριο,

(β) η νόμιμη σύλληψη ή κράτηση προσώπου για μη συμμόρφωση με τη νόμιμη εντολή δικαστηρίου, ή προκειμένου να διασφαλιστεί η εκπλήρωση κάθε υποχρέωσης που προβλέπεται από το νόμο,

(γ) η νόμιμη σύλληψη ή κράτηση προσώπου που αποσκοπεί στο να οδηγηθεί ενώπιον της αρμόδιας νομικής αρχής, εφόσον υπάρχει η εύλογη υποψία ότι έχει τελέσει ένα αδίκημα, ή όταν εύλογα θεωρείται αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί από την νέα τέλεση του αδικήματος ή η διαφυγή του,

(δ) η κράτηση ανηλίκου με νόμιμη διαταγή για σκοπούς εκπαιδευτικής εποπτείας, ή η νόμιμη κράτησή του για να οδηγηθεί ενώπιον της αρμόδιας νομικής αρχής,

(ε) η νόμιμη κράτηση προσώπων για την αποτροπή της διάδοσης μεταδοτικών νοσημάτων, προσώπων με διανοητικές διαταραχές, αλκοολικών ή τοξικομανών ή αλητών,

(στ) η νόμιμη σύλληψη ή κράτηση ενός προσώπου για να αποτραπεί η μη εξουσιοδοτημένη είσοδός του στη χώρα ή ενός προσώπου εναντίον του οποίου έχουν κινηθεί διαδικασίες με σκοπό την απέλαση ή την έκδοσή του.

  1. Κάθε πρόσωπο που έχει συλληφθεί πρέπει να ενημερώνεται έγκαιρα, σε γλώσσα που κατανοεί, για τους λόγους της σύλληψής του και τις τυχόν κατηγορίες εναντίον του.
  2. Κάθε πρόσωπο που έχει συλληφθεί ή κρατείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (γ) του παρόντος Άρθρου, οδηγείται άμεσα ενώπιον δικαστή ή άλλου λειτουργού εξουσιοδοτημένου από το νόμο να ασκεί δικαιοδοτικές αρμοδιότητες, και έχει δικαίωμα να δικαστεί εντός εύλογου χρόνου ή να αφεθεί ελεύθερος κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας. Η άφεση μπορεί να προϋποθέτει εγγυήσεις για την εμφάνιση στη δίκη.
  3. Κάθε πρόσωπο που είναι θύμα σύλληψης ή κράτησης κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Άρθρου έχει αγώγιμο δικαίωμα αποζημίωσης.

Κατά μια περιληπτική ανάλυση, ο βασικός στόχος του άρθρου 5 είναι η αποτροπή της αυθαίρετης ή αδικαιολόγητης στέρησης της ελευθερίας (ΕΔΔΑ McKay v. the United Kingdom [GC], no. 543/03). Το δικαίωμα στην ελευθερία και στην ασφάλεια είναι υψίστης σημασίας σε μια «δημοκρατική» κοινωνία, όπως αυτό προκύπτει από το πλαίσιο της σύμβασης (ΕΔΔΑ Medvedyev and others v. France (3394/03) και Ladent v Poland  11036/03).  Η απουσία των προϋποθέσεων εφαρμογής του άρθρου (ο τόπος, η ημερομηνία, η ώρα κράτησης, το όνομα του κρατούμενου και οι λόγοι κράτησης) οδηγούν στο ασυμβίβαστο της διάταξης με το σκοπό του άρθρου, όπως ασυμβίβαστη είναι και η απουσία των προϋποθέσεων με την απαίτηση της νομιμότητας στο πλαίσιο της σύμβασης (Liberty Human Rights, 2017).

Στη συνέχεια της αναζήτησης στα διεθνώς αναγνωρισμένα κείμενα, εστιάζουμε στον κανόνα 99 της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (International Committee of the Red Cross), ο οποίος αναφέρει ότι:

Κανόνας 99

Η αυθαίρετη στέρηση της ελευθερίας είναι απαγορευμένη.

Ο κανόνας 99 καθιερώνεται από την κρατική πρακτική . Πρέπει να σημειωθεί ότι και τα συναφή με τον κανόνα 99 άρθρο 3 της Σύμβασης της Γενεύης και των πρόσθετων Πρωτοκόλλων 1 και 2 απαιτούν, ανάμεσα σε άλλα, οι πολίτες εκτός μάχης να αντιμετωπίζονται με ανθρωπιά, ενώ η αυθαίρετη κράτηση και η στέρηση της ελευθερίας δεν είναι συμβατή με την απαίτηση αυτή.

Τέλος, η απαγόρευση αυθαίρετης κράτησης ή, διαφορετικά, το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια ανιχνεύεται και στο άρθρο 7 της Αμερικανικής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1969), στο άρθρο 6 του Αφρικανικού Χάρτη, καθώς και στο άρθρο 14 του Αραβικού Χάρτη. Παρατηρείται πως, παρά τις διαφορές που επικρατούν στην νομοθετική διαδικασία στο αμερικανικό, αφρικανικό και αραβικό δίκαιο, η βούληση των κρατών να προστατέψουν περαιτέρω τα ήδη κατοχυρωμένα ανθρώπινα δικαιώματα στην ελευθερία και την ασφάλεια και με εθνικούς νόμους, αποδεικνύεται περίτρανα μέσω των αυστηρών προϋποθέσεων που τίθενται για την εφαρμογή των διατάξεων.

Αντιτρομοκρατική νομοθεσία και παράνομη κράτηση

Στη χρονική περίοδο που διανύουμε, η τρομοκρατία αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα δεινά με τα οποία έρχεται αντιμέτωπη η ανθρωπότητα, αφού απειλεί την ανεξαρτησία των κρατών, την εδαφική τους ακεραιότητα, και την ειρηνική ζωή των κατοίκων τους. Ο αριθμός των σοβαρών τρομοκρατικών επιθέσεων έχει αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, με αποτέλεσμα να μετατραπεί ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας σε κεντρικό άξονα των διεθνών σχέσεων. Αυτό που γίνεται δεκτό, χωρίς καμία αμφιβολία, είναι ότι η τρομοκρατία σε κάθε μορφή και εκδήλωσή της συνιστά έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους κατά της ειρήνης και της ασφάλειας.

Οι συνεχώς αυξανόμενες τρομοκρατικές επιθέσεις υπενθυμίζουν όλο και περισσότερο στα κράτη την υποχρέωσή τους για πιο αποτελεσματική και άμεση καταπολέμηση του φαινομένου της τρομοκρατίας. Αυτή η υποχρέωση αναγνωρίζεται ρητά στο άρθρο 1 των Συστάσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τον Αγώνα κατά της Τρομοκρατίας, το οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει και το εξής :

“Τα κράτη έχουν την υποχρέωση να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων εντός της δικαιοδοσίας τους κατά των τρομοκρατικών ενεργειών, ιδίως του δικαιώματος στη ζωή …».

Το ισχυρότερο επιχείρημα για την παραπάνω υποχρέωση απεικονίζεται στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) το οποίο, αφού ερμήνευσε το άρθρο 2 παράγραφος 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αναφορικά με το δικαίωμα της ζωής, απαιτεί από τα κράτη να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την προστασία της ζωής και, κατ’ επέκταση, της ελευθερίας και της ασφάλειας όσων βρίσκονται εντός της δικαιοδοσίας τους.

Συνάμα, ένα κράτος μπορεί -σύμφωνα με το νόμο- να θέσει υπό κράτηση πρόσωπα που είναι ύποπτα για τρομοκρατική δραστηριότητα, όπως και σε κάθε άλλο έγκλημα. Ειδικότερα, τα κράτη έχουν θεσπίσει μέτρα που έχουν αντίκτυπο στην ελευθερία των προσώπων. Μεταξύ άλλων, είναι η προφυλάκιση (κράτηση πριν από την ποινική δίωξη κατά του ατόμου, με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση αν το πρόσωπο αυτό ήταν συμμέτοχος στην τρομοκρατική ενέργεια), η διοικητική κράτηση (κράτηση για να αποτρέψει ένα άτομο να διαπράξει ή να βοηθήσει στη διάπραξη μιας τρομοκρατικής ενέργειας) και υποχρεωτική ακρόαση (κράτηση και υποχρεωτική ανάκριση ενός ύποπτου για τρομοκρατία, με στόχο να συγκεντρωθούν πληροφορίες σχετικά με τις τρομοκρατικές δραστηριότητες).

Εντούτοις, εάν ένα μέτρο περιλαμβάνει τη στέρηση προσωπικής ελευθερίας, η συμμόρφωση με το διεθνές και το περιφερειακό δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων -και ειδικότερα όσων αφορούν την ελευθερία και την ασφάλεια του ατόμου-, καθώς και ο σεβασμός του δικαιώματος και η τήρηση της κατάλληλης διαδικασίας είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένα.

Παράλληλα, η λήψη οποιωνδήποτε τέτοιων μέτρων πρέπει, στο ελάχιστο, να ακολουθείται όχι μόνο από δικαστική διερεύνηση, αλλά και από τη δυνατότητα των τεθειμένων υπό κράτηση προσώπων να πληροφορούνται τη νομιμότητα της κράτησής τους από την αρμόδια δικαστική αρχή. Πέρα από την κατάλληλη διαδικασία, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και το δικαίωμα σε μια δίκαιη ακρόαση, με στόχο να εξασφαλιστούν πλήρως τα δικαιώματα της ελευθερίας και της ασφάλειας του ατόμου.

Πιο συγκεκριμένα, τον Ιούλιο του 2007 η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προέβη σε αναθεώρηση του άρθρου 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, σχετικά με το δικαίωμα για δίκαιη δίκη και ισότητα ενώπιον των δικαστηρίων. Το αναθεωρημένο άρθρο σημειώνει ότι το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και την ισότητα ενώπιον των δικαστηρίων αποτελεί βασικό στοιχείο της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και χρησιμεύει για τη διασφάλιση του κράτους δικαίου. Το άρθρο 14 του Συμφώνου στοχεύει στην διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της δικαιοσύνης, και για το σκοπό αυτό εγγυάται μια σειρά ειδικών δικαιωμάτων – μεταξύ άλλων ότι ο καθένας που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα, άρα και για τρομοκρατική ενέργεια, πρέπει να έχει το δικαίωμα να θεωρείται αθώος μέχρι αποδείξεως της ενοχής του σύμφωνα με το νόμο.

Συμπερασματικά, προκειμένου να αποφευχθεί η επιβολή αυστηρών ποινών σε βάρος ατόμων που λογίζονται ύποπτα για συμμετοχή σε τρομοκρατική δραστηριότητα, αναγκαία θεωρείται η εφαρμογή μιας θεμιτής και σαφούς διαδικασίας. Η διαδικασία αυτή πρέπει να παρέχει στα εν λόγω πρόσωπα το δικαίωμα να γνωρίζουν, το συντομότερο δυνατόν, την κατηγορία εναντίον τους, έτσι ώστε να προετοιμάσουν την υπεράσπισή τους, το δικαίωμα ακροάσεως μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από το αρμόδιο όργανο λήψης αποφάσεων, καθώς και το δικαίωμα να συμβουλεύονται την υπεράσπισή τους για την νομιμότητα των πράξεων και των διαδικασιών .

Συγκριτική μελέτη σε Ευρώπη και ΗΠΑ

Εφόσον εξετάσαμε σημαντικές πτυχές της προβληματικής της παράνομης κράτησης,  καθώς και την σύνδεσή της με την αντιτρομοκρατική νομοθεσία, απαραίτητη θεωρείται και μια συγκριτική μελέτη προκειμένου να αντιληφθούμε καλύτερα όσα ισχύουν στο διεθνή χώρο. Ειδικότερα, θα αναδείξουμε τους τρόπους προστασίας των δικαιωμάτων της ελευθερίας και της ασφάλειας, όπως και τα αντιτρομοκρατικά μέτρα που ακολουθούνται σε Ευρώπη και Αμερική.

Αρχικά, οι προσπάθειες προστασίας εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα της ελευθερίας και της ασφάλειας εδράζουν στο άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεσμεύονται από την ΕΣΔΑ και υπακούν στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γιατί κάθε μία από αυτές είναι συμβαλλόμενη στη Σύμβαση και, άρα, υπακούει και στο θεματοφύλακα των δικαιωμάτων, που δεν είναι άλλος από το Δικαστήριο.

Με μια πρώτη ανάγνωση του άρθρου, προβαίνουμε στο συμπέρασμα ότι το δικαίωμα αυτό έχει δύο όψεις: α) απαγορεύει την αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση, και β) παρέχει εγγυήσεις υπέρ των προσώπων που νόμιμα στερούνται την ελευθερία τους. Βέβαια, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτός ο κατάλογος είναι περιοριστικός, δηλαδή δεν υπάρχει καμία άλλη επιτρεπτή παρέκκλιση του δικαιώματος της ελευθερίας, ενώ είναι απαραίτητη και η διερεύνηση της νομιμότητας των επιτρεπτών μορφών κράτησης από το αρμόδιο δικαστήριο.

Ωστόσο, αναρωτιέται κανείς πως συνδέεται το άρθρο 5 με την λήψη των αντιτρομοκρατικών μέτρων. Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να καταπολεμήσουν από κοινού την τρομοκρατία και να εξασφαλίζουν την καλύτερη δυνατή προστασία για τους πολίτες τους, υιοθέτησαν, το 2005, την αντιτρομοκρατική στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η στρατηγική αυτή επικεντρώνεται σε τέσσερις κύριους πυλώνες: πρόληψη, προστασία, καταδίωξη και αντίδραση (Consilium.europa.eu, 2017).

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), λαμβάνοντας υπόψη τις δυσχέρειες της διερεύνησης και της δίωξης των τρομοκρατών, αναγνωρίζει ότι η εφαρμογή του άρθρου 5 δεν θα πρέπει να θέτει δυσανάλογα εμπόδια στη λήψη αποτελεσματικών μέτρων από τις αστυνομικές αρχές για την αντιμετώπιση της οργανωμένης τρομοκρατίας (ΕΔΔΑ Bryan v The United Kingdom: ECHR 22 Nov 1995). Έπειτα, αναγνωρίζει ότι και οι δυσκολίες που αφορούν τη σύλληψη των τρομοκρατών είναι δυνατόν να δικαιολογήσουν την παράταση της περιόδου της νόμιμης κράτησης. Οι περιορισμοί που επιβάλλονται στο άρθρο 5 δεν θα πρέπει -για λόγους εθνικής ασφάλειας- να θίγουν τον πυρήνα του δικαιώματος, στερώντας από το πρόσωπο που κρατείται προσωρινά το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του δικαστηρίου μέχρι να αποφανθεί για την νομιμότητα ή μη της κράτησής του (ΕΔΔΑ Lawless v Ireland (No 3): ECHR 1 Jul 1961).

Αντίθετα, στο αμερικανικό δίκαιο το δικαίωμα της ελευθερίας και της ασφάλειας συναντάται στο άρθρο 7 της Αμερικανικής Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το εν λόγω άρθρο αποτελείται από επτά παραγράφους -οι έξι πρώτες είναι εκείνες που συσχετίζονται άμεσα με την προστασία της προσωπικής ελευθερίας και ασφάλειας- όπως  χαρακτηριστικά αναφέρει ο τίτλος του άρθρου.

Προχωρώντας σε μια σύγκριση με το άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, παρατηρούνται και πάλι οι βασικοί στόχοι του  εφαρμοζόμενου άρθρου:
α) Η απαγόρευση της παράνομης κράτησης, η οποία είναι συνέπεια του δικαιώματος στην προσωπική ασφάλεια και ελευθερία, β) η ύπαρξη κατάλληλων προϋποθέσεων που πρέπει να ισχύουν για να τεθεί ένα πρόσωπο σε κράτηση και γ) η υποχρέωση των δικαστικών αρχών να πληροφορήσουν το άτομο για τη νομιμότητα της κράτησής του, διασφαλίζοντας, ταυτόχρονα, και το δικαίωμά του για εμφάνιση στο ακροατήριο.

Το άρθρο 7, όμως, δημιουργεί εύλογα προβληματισμούς για το πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής καταφέρνουν να ισορροπήσουν το δικαίωμα της προσωπικής ελευθερίας με αυτό της εθνικής ασφάλειας και, κατ’ επέκταση, στην περίπτωση που αυτή απειλείται από «ξένες δράσεις», όπως τα τρομοκρατικά χτυπήματα. Το ζήτημα της εθνικής ασφάλειας ανέκαθεν ήταν ένα φλέγον ζήτημα για τις αμερικανικές κυβερνήσεις, και πολλές φορές οι πρακτικές που ακολουθούνται φαίνεται πως καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Όμως, οι πολιτικές που καθιστούν το έθνος ασφαλέστερο, ιδιαίτερα σε εξωτερικές απειλές, δεν υπονομεύουν απαραίτητα την ελευθερία των Αμερικανών πολιτών. Η προστασία της προσωπικής ελευθερίας δεν επηρεάζει, με κανένα τρόπο, την υπεράσπιση του έθνους, και αυτό διότι τα αναλυόμενα δικαιώματα αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία. Δηλαδή, μια απειλή στην ασφάλεια της Αμερικής είναι επίσης μια απειλή στην ελευθερία και την ασφάλεια των πολιτών της (Foreign Policy, 2017).

Ειδικότερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όπως και όλα τα κράτη, έχουν αναγάγει την τρομοκρατία σε πρωτεύον ζήτημα για την εθνική τους ασφάλεια, και έτσι την  αντιμετωπίζουν. Τα πιο γνωστά, λοιπόν, αντιτρομοκρατικά μέτρα είναι οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι που έχουν υιοθετηθεί. Ανάμεσα σε αυτούς αξίζει να υπογραμμίσουμε τους νόμους D’Amato και Helms-Burton, μέσω των οποίων η Αμερική κατηγορεί χώρες που θεωρείται ότι υποστηρίζουν τρομοκρατικές οργανώσεις. Γίνεται έτσι μια επιλογή κρατών-τρομοκρατών που θεωρούνται απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Παράλληλα, ένα ακόμη μέτρο αποτελεί και η δημιουργία λίστας κρατών τα οποία θεωρoύνται ότι υποθάλπουν και χρηματίζουν τρομοκράτες. Πρόκειται για κράτη τα οποία, κατά την αμερικανική αντίληψη, απειλούν τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται οι χώρες της Μέσης Ανατολής, και ειδικά το Ιράν, το Ιράκ και η Συρία.

Συμπερασματικά, η Ευρώπη και η Αμερική, αν και διαφέρουν στις πρακτικές που ακολουθούν για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, νομοθετικά η προάσπιση των δικαιωμάτων της ελευθερίας και της ασφάλειας είναι ο πρωταρχικός τους στόχος. Αυτό αποδεικνύεται και από την ύπαρξη των άρθρων 5 και 7 των αντίστοιχων συμβάσεων, τα οποία δεν εμφανίζουν καμία ουσιαστική διαφορά, όπως αποδείχθηκε προηγουμένως. Θεωρείται σκόπιμο οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής να χρησιμοποιήσουν τη δεσπόζουσα θέση τους στη διεθνή κοινότητα, και να προάγουν διεθνείς θεσμούς που θα ωφελήσουν τόσο τις ίδιες, όσο και τον υπόλοιπο κόσμο, ενώ όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, οφείλει να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την αντιτρομοκρατική στρατηγική της, στοχεύοντας σε μια πιο αποτελεσματική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

Σημαντικό ρόλο στην ανάλυση της εξεταζόμενης θεματολογίας διαδραματίζουν οι κοινωνιολογικές αναλύσεις και η συμβολή των κοινωνικών επιστημών εν γένει. Πράγματι, η μονόπλευρη ανάλυση από τους νομικούς επιστήμονες θα έθετε εμπόδια στην κατανόηση της παράνομης κράτησης. Επομένως, είναι αναγκαίο να εξεταστούν ενδελεχώς και οι τεχνικές που ακολουθούνται, καθώς και τα δικαιώματα που καταπατώνται εξαιτίας αυτών, ταυτόχρονα με το ψυχολογικό τους αντίκτυπο στο τιθέμενο υπό κράτηση πρόσωπο, όπως και με την επιρροή τους στο κοινωνικό σύνολο.

Δανειζόμενοι τα λόγια του εφευρέτη του στροβιλοκινητήρα, «η δυνατότητα ενός έθνους να πολεμήσει στον σύγχρονο πόλεμο είναι αντίστοιχη με την τεχνολογική της πρόοδο». Και αν αυτή η μνεία στον Frank Whittle μοιάζει άτοπη, υπενθυμίζουμε σε αυτό το σημείο πως η πρακτική της παράνομης κράτησης είναι από τις παλαιότερες πρακτικές εν καιρώ πολέμου, αλλά και -φαινομενικής- ειρήνης.

Οι σκοποί ήταν πάντοτε παρόμοιοι – για χειραγώγηση, απόσπαση πληροφοριών, ή απλά ως μεθόδου κατευνασμού των αντιλήψεων που διαφέρουν από εκείνες των αρχόντων. Η παράνομη κράτηση, καθώς και ό,τι συνεπάγεται με αυτή, καταπατά αρκετά -κατοχυρωμένα από το εθιμικό δίκαιο- δικαιώματα, και η τεχνολογική πρόοδος έχει βοηθήσει σε αυτή την καταπάτηση, η οποία γίνεται συνεχώς ευρύτερη.

Πέρα, λοιπόν, από τα παραπάνω αναφερθέντα βασικά δικαιώματα στην ελευθερία και την προσωπική ασφάλεια, τα οποία καταπατώνται από την ύπαρξη και μόνο της πρακτικής της παράνομης κράτησης, αξίζει να αναφερθούμε σε αρκετά επιμέρους δικαιώματα τα οποία καταπατώνται ανάλογα με τις μεθόδους που χρησιμοποιεί ο εκάστοτε θύτης – είτε αυτός είναι στέλεχος εθνικού στρατού, είτε ένα σύνολο ατόμων. Αυτός ο διαχωρισμός γίνεται διότι παρακάτω θα δούμε και περιπτώσεις ατόμων που δρούσαν μεμονωμένα, εκτελώντας με υπερβολή τις εντολές που είχαν, ατόμων που δεν υπάκουσαν σε εντολές, καθώς και γενικότερα συστήματα παράνομης κράτησης και συναφών τεχνικών, εντεταλμένα από μία κρατική αρχή.

Η Διεθνής Αμνηστία αναγνωρίζει επτά βασικά προβλήματα στα δικαιώματα των κρατουμένων. Το πρώτο είναι οι κρατούμενοι συνείδησης: ο κρατούμενος δεν έχει διαπράξει κάποιο έγκλημα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, αλλά κρατείται εξαιτίας των στοιχείων που διαμορφώνουν την προσωπικότητά του ως μεμονωμένου ατόμου (θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις, εθνικές ή κοινωνικές ρίζες, γλώσσα, χρώμα του δέρματός, φύλο, ταυτότητα φύλου, σεξουαλικός προσανατολισμός, οικονομική του κατάσταση κ.α.), καθώς σε αρκετά κράτη η ποινικοποίηση των φρονημάτων ή των στοιχείων της προσωπικότητας του κάθε ατόμου υφίσταται ακόμη. Ακολουθεί ως δεύτερο η παράνομη κράτηση αυτούσια και, εν συνεχεία, ακολουθούν η κράτηση με αποκοπή επικοινωνίας με το οικογενειακό περιβάλλον ή αντικειμενικό νομικό σύμβουλο, η κράτηση σε κάποια μυστική τοποθεσία, η κράτηση σε εγκατάσταση η οποία επουδενί δεν πληροί βασικές προϋποθέσεις υγιεινής ή δικαιοσύνης, η αμφισβητήσιμη εκδίκαση αδικημάτων, και τέλος οι βίαιες μέθοδοι χειραγώγησης και λήψης πληροφοριών, τα βασανιστήρια. (Amnesty.org, 2017)

Ηχηρό παράδειγμα είναι η περίπτωση των Charles Graner και Lynndie England, δύο στελεχών του Αμερικανικού Στρατού, παράδειγμα που αποδεικνύει την ύπαρξη των παραπάνω πρακτικών, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, όταν μελετούμε την παράνομη κράτηση. Στην εισβολή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και των συμμάχων της στο Ιράκ, χρησιμοποιήθηκαν επανειλημμένα πρακτικές χειραγώγησης κατά τη διάρκεια παράνομων κρατήσεων στο κέντρο κράτησης του Abu Ghraib. Το 2004, όταν με φωτογραφικό υλικό στο οποίο περήφανα οι δύο προαναφερθέντες πόζαραν στον φακό με τα αποτελέσματα των βασανιστηρίων τους, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών επιχείρησε να χαρακτηρίσει ως μεμονωμένα τα περιστατικά των παράνομων κρατήσεων, καθώς και των βασανιστηρίων που συνέβαιναν σε αυτά – οι δύο δράστες απολύθηκαν και φυλακίστηκαν με ποινές των δέκα και τριών ετών αντίστοιχα, ποινή που δεν αντιστοιχεί στο εύρος των πράξεών τους. “Πρωτότυπες” τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν ήταν η εκτεταμένη απομόνωση, το πρόγραμμα “frequent flyer”, όπου οι κρατούμενοι μεταφέρονταν από κελί σε κελί ανά μερικές ώρες, ώστε να μην μπορούν να κοιμηθούν για μέρες, η υπερβολική χρήση καυτού ή κρύου αέρα, η χρήση εκκωφαντικής μουσικής, καθώς και ακόμη βιαιότερες πρακτικές, όπως η επάλειψη των κρατουμένων με προϊόντα κένωσης, η χρήση θειικού οξέως, η χρήση δηλητηριωδών φιδιών, ο λιθοβολισμός, ο εξαναγκασμός των κρατουμένων να προσποιούνται τους γάιδαρους, με τους φύλακες να τους “ιππεύουν”, καθώς και τα συνήθη εγκλήματα της χρήσης βίας, της σεξουαλικής κακοποίησης, του βιασμού, και εν τέλει, του θανάτου. (Zernike, 2005)

Όλα τα παραπάνω αποπειράθηκαν να εγγραφούν στη μνήμη όλων όσων έμαθαν για τα γεγονότα, καθώς και στη διεθνή κοινότητα, ως προϊόντα κάποιων διεστραμμένων εγκεφάλων. Όμως, με την αποκάλυψη των “μνημονίων των βασανιστηρίων”, όπως ονομάστηκαν, στα οποία κυβερνητικοί νομικοί σύμβουλοι αμφισβήτησαν την κάλυψη βάσεων όπως αυτή στο Guantanamo (τη γνωστότερη ίσως σωφρονιστική εγκατάσταση του δυτικού κόσμου) από τις Συμβάσεις της Γενεύης, και διευκόλυναν την δημιουργία νομικού πλαισίου στις Η.Π.Α. το οποίο κάλυπτε τους δράστες από την κατηγορία των εγκλημάτων πολέμου (Times, 2014). Έτσι, οι κρατούμενοι, μετά την απελευθέρωσή τους, αν υπήρξε ποτέ, δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν το habeas corpus αυτών, και να διεκδικήσουν δικαιοσύνη για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν εναντίον τους.

Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το εθιμικό δίκαιο, καθώς και η αναγκαιότητα αυτού, εφόσον αυτό ακριβώς οδήγησε και στη ρητή μορφή του, χρονικά ξεκινώντας με τις Συμβάσεις της Γενεύης. Όμως, για λόγους οι οποίοι πρέπει να αναζητηθούν από νομοθέτες, η δεσμευτικότητά του βρίσκεται υπό αμφισβήτηση, και αρκετοί θεωρούν πως δεν εφαρμόζεται, όταν οι πράξεις τους είναι δικαιολογημένες από το εθνικό τους Σύνταγμα και τους εθνικούς τους νόμους.

Κρατούμενοι στο κέντρο κράτησης του Abu Ghraib, καθώς και κρατούμενοι στο Guantanamo έχουν υψηλότατο δείκτη διάγνωσης με ψυχολογικές διαταραχές, οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στις πρακτικές που ακολουθούνται κατά την παράνομη κράτησή τους. Αρκετοί από αυτούς αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν – βέβαια, δύσκολα θα μάθουμε πόσες αυτοκτονίες ήταν πράγματι αυτοκτονίες, και όχι δολοφονίες.

Τα θύματα, λοιπόν, αυτών των παράνομων κρατήσεων έχουν παράξενη συμπεριφορά κατά την περίοδο κράτησής τους, όπως, για παράδειγμα, η περίπτωση του Modullah Abdul Raziq, ή Αφγανού Κρατούμενου 356 -ο οποίος κρατείται αν και δεν έχει οποιαδήποτε σύνδεση με τρομοκρατικές οργανώσεις, και έχει χαρακτηριστεί ακίνδυνος για τις Αμερικανικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν- ο οποίος συνήθιζε να φτύνει τους φύλακες, να σκίζει την στολή του, να καλύπτει τους τοίχους με τα προϊόντα κένωσής του, καθώς και να πίνει αφρόλουτρο. Η ψυχολογική διάγνωση που έγινε στον κρατούμενο κατέληξε στο συμπέρασμα πως πάσχει από “ψυχωτική στη φύση της διαταραχή, πιθανόν σχιζοφρένεια“, ενώ κάλεσε για τη μεταφορά του από την εγκατάσταση, η οποία συνέβη ένα μήνα αργότερα. Δεν έχουν, όμως, όλες οι υποθέσεις το ίδιο “καλό τέλος”. Ο Abdul Raham Houari, ο οποίος είχε εγκεφαλική δυσλειτουργία εξαιτίας παλιότερου τραύματος, διαγνώσθηκε πως θα χρειαστεί μακροχρόνια φροντίδα και θεραπεία. Δεν του δόθηκε ποτέ, και ο ίδιος, σε αρκετά ψυχωτικά ξεσπάσματα, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει τέσσερις φορές για τα τέσσερα παραπάνω χρόνια που έμεινε στην εγκατάσταση. (Ball, 2011)

Η ψυχολογική όψη της προβληματικής έχει έντονο ενδιαφέρον, ιδιαίτερα στον αντίκτυπο της παράνομης κράτησης στα θύματα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, καθώς και στους θύτες. Σύμφωνα με έρευνα του Στρατιωτικού Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας, σχεδόν 1 στους 3 φύλακες που βρίσκεται στο Guantanamo έχουν αναπτύξει ψυχολογικές διαταραχές και έχουν διαγνωσθεί με σημάδια συνδρόμου μετατραυματικού στρες, ενώ σχεδόν το 20% αυτών είχαν κλινική κατάθλιψη και τάσεις αυτοκτονίας. (Leopold, 2016)

Συνοπτικά, το φαινόμενο της παράνομης κράτησης, κοινωνικά και ψυχολογικά, έχει εξίσου σοβαρά βραχυπρόθεσμα, όσο και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Η αποτελεσματικότητά της για τους θύτες, όποια και αν είναι αυτή, τους οδηγεί στο να αγνοούν την μονιμότητα των πράξεων που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της παράνομης κράτησης, ή ακόμη και την παράνομη κράτηση αυτούσια, και έτσι, κόντρα σε κάθε ηθικό πλαίσιο, θυσιάζουν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα στο όνομα της κρατικής ασφάλειας.

Όσον αφορά τη νομική σκοπιά της προβληματικής, συμπεραίνουμε πως η προστασία των δικαιωμάτων στην ελευθερία και την ασφάλεια του ατόμου αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της απαγόρευσης παράνομης κράτησης. Εξετάζοντας ενδελεχώς την παγκόσμια νομοθεσία, διαπιστώνεται πως όλα τα κράτη στοχεύουν και έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν την απαιτούμενη προστασία, η οποία έχει μεγαλύτερη σημασία όταν ανακύπτουν τρομοκρατικές ενέργειες. Ευελπιστούμε στην διατήρηση της συνεχούς προσπάθειας προστασίας και στην πλήρη εξάλειψη του φαινομένου της τρομοκρατίας.

Πηγές :

  1. Achpr.org. (2017). African Charter on Human and Peoples’ Rights / Legal Instruments / ACHPR. [online] Available at: http://www.achpr.org/instruments/achpr/#a6 [Accessed 26 Mar. 2017].
  2. European Court of Human Rights News. (2017). Execution of judgment Medvedyev and others v. France (3394/03) : Bill 563. [online] Available at: https://echrnews.wordpress.com/2010/11/27/medvedyev/ [Accessed 26 Mar. 2017].
  3. Αλβανού, Μ. (2016). Το Ευρωπαϊκό Αντιτρομοκρατικό Κέντρο και η Europol. Δράσεις και δυνατότητες. [online] Available at: http://www.liberal.gr/arthro/37148/amyna–diplomatia/2016/to-europaiko-antitromokratiko-kentro-kai-i-Europol-draseis-kai-dunatotites.html [Accessed 26 Mar. 2017].
  4. Reuters UK. (2015). EU moves to tighten anti-terrorism legislation after Paris attacks. [online] Available at: http://uk.reuters.com/article/uk-france-shooting-eu-legislation-idUKKCN0T71YM20151118 [Accessed 26 Mar. 2017].
  5. Ihl-databases.icrc.org. (2017). Customary IHL – Rule 99. Deprivation of Liberty. [online] Available at: https://ihl-databases.icrc.org/customary-ihl/eng/docs/v1_rul_rule99 [Accessed 26 Mar. 2017].
  6. Ohchr.org. (2017). Working Group on Arbitrary Detention. [online] Available at: http://www.ohchr.org/EN/Issues/Detention/Pages/WGADIndex.aspx [Accessed 26 Mar. 2017].
  7. Mockaitis, T. (2017). Apple’s Fight with The FBI Is Just The Tip of the Iceberg. [online] The Huffington Post. Available at: http://www.huffingtonpost.com/tom-mockaitis/security-vs-civil-liberties_b_9273478.html [Accessed 27 Mar. 2017].
  8. Larkin, P. (2011). How Must America Balance Security and Liberty. [online] The Heritage Foundation. Available at: http://www.heritage.org/homeland-security/report/how-must-america-balance-security-and-liberty [Accessed 26 Mar. 2017].
  9. Αργυρόπουλος, Γ. (2017). Προσωπική Ασφάλεια, Προσωρινή Κράτηση και Σύνταγμα. [online] Available at: https://curia.gr/prosopiki-asfaleia-prosorini-kratisi-kai-sintagma/ [Accessed 26 Mar. 2017].
  10. Cidh.org. (2017). Citizen Security and Human Rights. [online] Available at: http://www.cidh.org/countryrep/Seguridad.eng/CitizenSecurity.II.htm [Accessed 26 Mar. 2017].
  11. State.gov. (2017). Human Rights. [online] Available at: https://www.state.gov/j/drl/hr [Accessed 26 Mar. 2017].
  12. Ohchr.org. (2017). Arbitrary detention: UN expert group urges the USA to abolish the mandatory detention of migrants. [online] Available at: http://www.ohchr.org/EN/NewsEvents/Pages/DisplayNews.aspx?NewsID=20749&LangID=E [Accessed 26 Mar. 2017].
  13. Humanrights.gov.au. (2017). Right to security of the person and freedom from arbitrary detention [online] Available at: https://www.humanrights.gov.au/right-security-person-and-freedom-arbitrary-detention [Accessed 26 Mar. 2017].
  14. Claiminghumanrights.org. (2017). Arbitrary detention – Definition. [online] Available at: http://www.claiminghumanrights.org/arbitrary_detention_definition.html [Accessed 26 Mar. 2017].
  15. Ohchr.org. (2017). Liberty and security: Human Rights Committee clarifies limits on detention. [online] Available at: http://www.ohchr.org/EN/NewsEvents/Pages/DisplayNews.aspx?NewsID=15236&LangID=E [Accessed 26 Mar. 2017].
  16. Amnesty.org. (2017). Detention and imprisonment. [online] Available at: https://www.amnesty.org/en/what-we-do/detention/ [Accessed 26 Mar. 2017].
  17. Times (2014). Reaction to C.I.A. Torture Report. [online] Available at: https://news.blogs.nytimes.com/2014/12/09/cia-torture-report/#the-one-paragraph-torture-memo-2 [Accessed 26 Mar. 2017].
  18. Zernike, K. (2005). Detainees Describe Abuses by Guard in Iraq Prison. [online] Available at: http://www.nytimes.com/2005/01/12/world/detainees-describe-abuses-by-guard-in-iraq-prison.html [Accessed 23 March 2017].
  19. Ball, J. (2011). Guantánamo Bay files: Grim toll on mental health of prisoners. [online] Available at: https://www.theguardian.com/world/2011/apr/25/guantanamo-files-mental-health-suicides [Accessed 23 March 2017].
  20. Jason, L. (2016). Guantanamo guards suffer high rates of post-traumatic stress. [online] Available at: http://www.businessinsider.com/guantanamo-guards-suffer-high-rates-of-post-traumatic-stress-2016-10?utm_source=feedburner&amp%3Butm_medium=re [Accessed 26 Mar. 2017].
Έχει περάσει αρκετός χρόνος (7 έτη) από τη δημοσίευση αυτού του άρθρου. Παρακαλούμε συνεχίστε στην ανάγνωσή του έχοντας υπόψη την ημερομηνία δημοσίευσης.

Tagged under:

Η ΄Αννα Θαλασσοχωρίτη είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ενδιαφέρεται για όχι μόνο για το διεθνές δίκαιο και την διπλωματία, γεγονός που δικαιολογείται από την συμμετοχή της σε μοντέλα προσομοίωσης των Ηνωμένων Εθνών αλλά και για τις ευρύτερες δράσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας αφού συμμετέχει ενεργά στη μη κυβερνητική οργάνωση European Law Students' Association. [email protected]

Website: https://powerpoltics.eu

   Ροή άρθρων Συντάκτη

Google Profile

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Περισσότερα από την Power Politics:

Log in or Sign Up

Pin It on Pinterest