Στρατιωτική Αντίδραση στο Ισλαμικό Κράτος – Διαμορφώνοντας τη νέα αποτροπή (Μέρος Β’)
- Written by Ηλίας Παπαδόπουλος
- Published in Άμυνα & Ασφάλεια, Μέση Ανατολή - Αφρική
- Leave a reply
- Permalink
Στο πρώτο μέρος της ανάλυσής μας επιχειρηματολογήσαμε γιατί μία πιθανή εισβολή κατά του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) θα είχε αρνητικά αποτελέσματα σε επίπεδο στρατιωτικό, πολιτικό και οικονομικό. Από την άλλη όμως, είναι προφανές πως η Δύση δεν μπορεί να παραμείνει αδρανής απέναντι σε έναν εχθρό που θέλει να την καταστρέψει, και που μπορεί να εξαπολύει συνεχώς επιθέσεις εναντίων της – αντίστοιχες με αυτές του Παρισίου της 13/11. Τα παραπάνω δεδομένα απαιτούν την ανάπτυξη νέων στρατηγικών που να επιτρέπουν με την μεγαλύτερη οικονομία δυνάμεων να πετυχαίνουμε τη μέγιστη αποτελεσματικότητα.
Πριν παρουσιάσουμε όμως το ποια θα μπορούσε να είναι η νέα αυτή στρατηγική, θα πρέπει να δούμε κάποια νέα δεδομένα που υπάρχουν στην αντιμετώπιση μορφωμάτων όπως το ΙΚ.
Το Ισλαμικό Κράτος δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση
Η σημαντικότερη παραδοχή που πρέπει να κάνουμε είναι πως το ΙΚ δεν είναι μια τρομοκρατική οργάνωση. Μπορεί να μετέρχεται μεταξύ άλλων και την τρομοκρατία ως μέθοδο διασποράς της ατζέντας του, αλλά η οργάνωση πλέον έχει έλεγχο σε σταθερή εδαφική περιοχή, δεδομένο πληθυσμό, οργανωμένη κρατική υποδομή και νομικό σύστημα βασισμένο στη Σαρία (το μεσαιωνικό ισλαμικό νόμο).
Αυτά μας δείχνουν πως το ΙΚ δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με αντιτρομοκρατικές πολιτικές (μόνο η παρουσία του στην Δύση θα μπορούσε), αλλά με βάση κλασσικά στρατηγικά υποδείγματα αποτροπής και πειθαναγκασμού.
Η επίθεση κατά των Παρισίων, για παράδειγμα, δεν έγινε από κάποιον υποεθνικό δρώντα (συστατικό στοιχείο της τρομοκρατίας) αλλά από έναν κρατικό, ακόμα και αν αυτός δεν είναι διεθνώς αναγνωρισμένος. Είναι η πρώτη φορά που επίθεση από κράτος λαμβάνει χώρα μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, και αυτό δείχνει πως η περίοδος από το 1991 μέχρι σήμερα ήταν μεταβατική και πως σήμερα νέοι, αναθεωρητικοί πόλοι ισχύος είναι σε άνοδο.

Παρά την προσπάθεια του ΙΚ να δημιουργήσει συμβατικό στρατό, το ΝΑΤΟ είναι κατά πολύ ανώτερο του σε μέσα, εκπαίδευση και εξοπλισμό.
Η Δύση προς το παρόν είναι στρατιωτικά ανώτερη
Προς το παρόν η Δύση είναι κατά πολύ ανώτερη σε στρατιωτικά μέσα σε σχέση με το ΙΚ. Ακόμα και μόνη της η Γαλλία μπορεί πάντα να κλιμακώνει έναντι των τζιχαντιστών, άσχετα με το μέγεθος της επίθεσης που θα δεχτεί. Κύριος εγγυητής αυτού είναι ότι η Δύση έχει στη κατοχή της πυρηνικό οπλοστάσιο, ενώ το ΙΚ όχι.
Αυτό το δεδομένο είναι εξαιρετικά σημαντικό. Μας δείχνει πως σε οποιαδήποτε επίθεση και να προβεί το ΙΚ, η Δύση πάντα μπορεί να του κάνει κάτι παραπάνω. Άρα η ζημιά που προκαλεί μια τρομοκρατική επίθεση, μπορεί πάντα να αντισταθμιστεί και να κλιμακωθεί.
Αυτό επί Ψυχρού Πολέμου λεγόταν ‘δυνατότητα δεύτερου πλήγματος’ και έπαιζε κεντρικό ρόλο στη χάραξη στρατηγικής για όλη του τη διάρκεια. Από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και μετά ωστόσο, η έννοια πέρασε στην αφάνεια καθώς η Δύση πρακτικά έπαψε να αντιμετωπίζει απειλές. Η έννοια του δεύτερου πλήγματος αφορά την ικανότητα ενός κράτους να μπορεί να αντιδράσει στρατιωτικά με αποτελεσματικότητα, αφού έχει πρώτα δεχθεί πλήγμα το ίδιο. Με τα παρόντα στρατιωτικά μέσα λοιπόν, η δυνατότητα δεύτερου πλήγματος από οποιαδήποτε δυτική χώρα μπορεί να θεωρείται δεδομένη.
Το δόγμα των Μαζικών Αντιποίνων της κυβέρνησης Αιζενχάουερ

Το 1954 οι ΗΠΑ διατυπώνουν το δόγμα των μαζικών αντιποίνων ως μέσο αποτροπής μιας Σοβιετικής επίθεσης.
Το 1954 η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανακοίνωσε, μέσω του ΥΠΕΞ της Τζ.Φ. Ντούλλες, το νέο της δόγμα για την αποτροπή της σοβιετικής επεκτατικότητας. Αυτό προέβλεπε πως σε περίπτωση σοβιετικής εισβολής οπουδήποτε στον κόσμο οι ΗΠΑ θα απαντούσαν με μαζικά πυρηνικά πλήγματα, κάνοντας οποιαδήποτε στρατιωτικά κέρδη για τους σοβιετικούς ασύμφορα.
Οι σοβιετικοί από τη πλευρά τους ήξεραν πως δεν είχαν τη δυνατότητα να αφοπλίσουν πυρηνικά τις ΗΠΑ προτού εξαπολύσουν τη συμβατική τους επίθεση, άρα οι αμερικανοί θα μπορούσαν πάντα να αντεπιτεθούν – ο ισχυρισμός των ΗΠΑ δηλαδή ήταν ικανός να υλοποιηθεί. Η γνώση αυτή απέτρεψε την ΕΣΣΔ από το να εισβάλει στη Δ. Ευρώπη, ακόμα και αν συμβατικά μία τέτοια εισβολή θα ήταν μάλλον πετυχημένη.
Φέρνοντας τα «Μαζικά Αντίποινα» στις μέρες μας
Η στρατηγική κατάσταση της δεκαετίας του 50’ ομοιάζει σημαντικά με την αποτροπή σήμερα στο ΙΚ. Όπως ένας μεγάλος στρατός το 50’, έτσι και η δυνατότητα έγκαιρης προειδοποίησης τρομοκρατικού πλήγματος (μέσω πληροφοριών κυρίως) είναι εξαιρετικά ακριβή οικονομικά για τη Δύση και δεν εγγυάται ότι θα έχει τα κατάλληλα αποτελέσματα. Πέραν όμως του οικονομικού κόστους, η Δύση σήμερα θα άλλαζε ριζικά το προφίλ της και τη δημοκρατία της αν προσπαθούσε να αποτρέψει κάθε εξτρεμιστή που βρίσκεται μέσα στα σύνορα της από το να επιτεθεί.
Επίσης, όπως αναφέραμε και παραπάνω, τις επιθέσεις αυτές τις αναλαμβάνει ένας συγκεκριμένος διεθνής δρων ο οποίος πρέπει να αποτραπεί. Κάτι τέτοιο μπορεί να εξασφαλισθεί μόνο αν του καταστεί ξεκάθαρο πως τα κέρδη που θα έχει από κάποια τρομοκρατική επίθεση στη Δύση θα είναι μικρότερα από τα κόστη που θα του επιβληθούν.
Αυτό που χρειάζεται η Δύση λοιπόν είναι μία ξεκάθαρη στάση, η οποία διεθνώς θα δηλωθεί πως όποτε δέχεται επίθεση κατά των πολιτών της, η οντότητα που είναι υπεύθυνη για την επίθεση θα δέχεται δυσανάλογα μεγαλύτερες αντεπιθέσεις. Η γνώση αυτή είναι ικανή να αποτρέψει το ΙΚ από το να διεξάγει νέες επιχειρήσεις στο εσωτερικό Ευρωπαϊκών χωρών ή των ΗΠΑ.

Η χρήση θερμοβαρικών όπλων θα μπορούσε να είναι ένας εξαιρετικός αποτρεπτικός παράγοντας σε τρομοκρατικές επιθέσεις κατά της Δύσης.
Γιατί όχι χειρουργικά χτυπήματα;
Η σύγχρονη πολεμική εμπειρία έχει δείξει πως τα χειρουργικά αεροπορικά χτυπήματα σε υποδομές το μόνο που κάνουν είναι να επιβραδύνουν τον αντίπαλο. Ειδικά στη περίπτωση του ΙΚ, που εθελοντές από όλο τον κόσμο συρρέουν να καταταγούν υπό αυτό, οι απώλειες που θα του προκληθούν από αεροπορικά πλήγματα θα είναι εύκολο να αντικατασταθούν, ενώ θα έχουν μεγάλο οικονομικό κόστος για τη Δύση.
Επίσης με δεδομένο πως δεν υπάρχουν χερσαίες δυνάμεις ώστε να εκμεταλλευτούν τη προσωρινή φθορά που θα προκαλέσουν οι βομβαρδισμοί, βλέπουμε πως αυτοί θα έχουν μόνο επικοινωνιακή ισχύ.
Οι αντεπιθέσεις που πρέπει να γίνονται σε περιπτώσεις επιθέσεων κατά της Δύσης πρέπει να έχουν μαζικό χαρακτήρα και να στοχεύουν όχι μόνο στρατιωτικά κονβόι αλλά και υποδομές, οι οποίες θα αφήσουν πλήρως ανίκανη μια περιοχή να λειτουργήσει ως μέρος κράτους (υδροηλεκτρικοί σταθμοί, πετρελαιοπηγές, εργοστάσια).
Συμπεράσματα
Το ΙΚ αποτελεί μια καινούργια απειλή για τη Δύση, αντίστοιχη της οποίας δεν έχουμε δει στο παρελθόν. Συνδυάζει τις μεγάλης κλίμακας δυνατότητες ενός κράτους με την αναθεωρητική ατζέντα τρομοκρατικών οργανώσεων, και αν αφεθεί ανεξέλεγκτο θα συνεχίσει να επεκτείνεται και να τρομοκρατεί τη Δύση.
Για το λόγο αυτό μία στρατηγική πρέπει να διαμορφωθεί που να μεριμνά για την προστασία των πολιτών από τρομοκρατικές επιθέσεις. Η προσέγγιση των μαζικών αντιποίνων εγγυάται πως το κόστος για τον εχθρό σε περίπτωση επίθεσης θα είναι πάντα μεγαλύτερο από τα οφέλη που θα έχει. Επίσης δεν απαιτεί την αποστολή χερσαίων στρατευμάτων στην περιοχή, με όλες τις απώλειες και το κόστος που αυτό θα συνεπάγεται, ενώ δε θα συνεπάγεται και την εμπλοκή σε μια πολιτική σκακιέρα εξαιρετικά περίπλοκη.